Η υποβολή των χρηματοοικονομικών καταστάσεων στην Τράπεζα της Ελλάδος: (ένας, ακόμα, «πονοκέφαλος»…)
Προοίμιο
Οι ημίονοι (μουλάρια) διακρίνονται, μεταξύ άλλων, για την υπομονή, την επιμονή, την αντοχή αλλά και τη δυνατότητά τους να μεταφέρουν βαρέα φορτία. Στον δυτικό κόσμο η αξιοποίησή τους ήταν ευρύτατη μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Στις αραβικές χώρες αντίστοιχο ρόλο (και χρήση) έχουν οι καμήλες.
Στη χώρα μας (και) οι επιχειρήσεις.
Ο κάτοχος του ζώου είχε (έχει) πάντα την αίσθηση πως το ζώο (μουλάρι ή καμήλα) μπορεί «κάτι ακόμα» να σηκώσει. Προφανώς όμως και αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει πάντα. Οι φλεγματικοί βρετανοί χρησιμοποιούν τη φράση «το τελευταίο άχυρο». Ακριβέστερα: «the last straw which breaks the camel’s back»: Εκείνο το απειροελάχιστο φορτίο που θα σκοτώσει το καϋμένο ζώο.
Στη χώρα μας δεν υπάρχει, εξ όσων γνωρίζω, αντίστοιχη παροιμία. Για τούτο (ενδεχομένως) και η συνέχιση της αξιοποίησης των επιχειρήσεων: για τα χαρακτηριστικά του ημιόνου.
Μια, ακόμα, υποχρέωση: Η υποβολή των χρηματοοικονομικών καταστάσεων των νομικών προσώπων στην Τράπεζα της Ελλάδος
Με πρόσφατη πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος [2682/3.6.2019-που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ τ. Β 2453/2019-στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της έναντι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας-Κανονισμός (ΕΚ) 2533/1998 του Συμβουλίου της 23.11.1998-άρθρο 5 §1 και 6 §4], «τα νομικά πρόσωπα του μη χρηματοπιστωτικού τομέα, τα οποία έχουν τη μορφή της Ανώνυμης Εταιρείας (εισηγμένης ή μη), της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, της ετερόρρυθμης κατά μετοχές εταιρείας και της ιδιωτικής κεφαλαιουχικής εταιρείας και συντάσσουν κατ’ εφαρμογή των ρυθμίσεων του άρθρου 1 του ν. 4308/2014 τις ετήσιες χρηματοοικονομικές τους καταστάσεις, υποχρεούνται, ταυτόχρονα με την κατά νόμο υποχρέωση δημοσίευσής τους, να υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος τα οικονομικά τους στοιχεία συμπληρώνοντας τα υποδείγματα χρηματοοικονομικών καταστάσεων, τα οποία επισυνάπτονται στην παρούσα Πράξη και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα αυτής» (άρθρο 1).
Με άλλα λόγια:
Το σύνολο των ΑΕ, των ΕΠΕ, των ΙΚΕ και των ετερορρύθμων κατά μετοχές εταιρειών υποχρεούνται στο εξής να υποβάλλουν στην Τράπεζα της Ελλάδος τα οικονομικά τους στοιχεία, με τη συμπλήρωση των υποδειγμάτων χρηματοοικονομικών καταστάσεων τα οποία η ίδια αξιώνει.
Δεν αρκεί λοιπόν η δημοσίευση των χρηματοοικονομικών τους καταστάσεων των συγκεκριμένων επιχειρήσεων, απαιτείται, επιπρόσθετα, και η υποβολή τους στην Τράπεζα της Ελλάδος με συγκεκριμένο τύπο (άρθρο 2).
Ο χρόνος και το περιεχόμενο της γνωστοποίησης
Η πρώτη υποβολή των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων των προαναφερθεισών νομικών προσώπων θα πραγματοποιηθεί από την 1η έως την 30ή Νοεμβρίου 2019 και θα αφορά τις εταιρικές χρήσεις: (α) 2016 (για κείνες που έληξαν από 1.4.2016 έως 31.3.2017), (β) 2017 (για κείνες που έληξαν από 1.4.2017 έως 31.3.2018) και (γ) 2018 (για κείνες που έληξαν από 1.4.2018 έως 31.3.2019).
Για τις επόμενες χρήσεις η υποβολή των σχετικών στοιχείων στην Τράπεζα της Ελλάδος θα πραγματοποιείται ταυτόχρονα με την κατά νόμο δημοσίευσή τους.
Σε κάθε περίπτωση (άρθρο 5) «η Τράπεζα της Ελλάδος διατηρεί το δικαίωμα να ζητεί πρόσθετα πληροφοριακά στοιχεία και διευκρινίσεις για τα στοιχεία που υποβάλλουν οι επιχειρήσεις».
Οι κυρώσεις
Σε περίπτωση ελλιπούς, εσφαλμένης ή εκπρόθεσμης υποβολής των ως άνω στοιχείων εκ μέρους των υπόχρεων επιχειρήσεων, οι επαπειλούμενες κυρώσεις είναι αυτές που προβλέπονται στα άρθρα 2 και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος και δεν είναι διόλου (κατ’ ανώτατο όριο) ευκαταφρόνητες: κάτι λιγότερο από τριακόσιες χιλιάδες (!) ευρώ και, σε περίπτωση υποτροπής, κάτι λιγότερο από εξακόσιες χιλιάδες (!) ευρώ. Με άλλα λόγια: εξοντωτικές…
Οι εκδηλωθείσες αντιδράσεις
Η πρόσφατη, από 25.6.2019, επιστολή του Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών προς τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων παραπονείται για αυτό που ζει κάθε ελληνική επιχείρηση: «Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, έχουμε αναγκαστεί ουκ ολίγες φορές να αποστέλλουμε τα ίδια στοιχεία σε διαφορετικές υπηρεσίες, ενώ η πληροφορία είναι ήδη διαθέσιμη σε υπηρεσία του κράτους»
Με τη συγκεκριμένη επιστολή ζητείται το αυτονόητο, δηλ. η «άμεση διασύνδεση των δεδομένων του Γ.Ε.ΜΗ. με τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες της Τράπεζας Της Ελλάδος»
Επισημαίνεται μάλιστα αυτό που βιώνει κάθε ελληνική επιχείρηση: τη δημιουργία επιπλέον κόστους στη λειτουργία της επειδή το κράτος είναι αδιάφορο ή ανίκανο.
Εν κατακλείδι
Διαβάζοντας την παραπάνω επιστολή θυμήθηκα ένα περιστατικό από την αρχή της δικηγορίας μου (τέλος δεκαετίας του 1980): Με επισκέφθηκε στο γραφείο μου ένας συνάδελφος από την Φρανκφούρτη. Με είδε να κολλάω ένσημα σε μία αγωγή που ετοιμαζόμουν να καταθέσω. Έβαλε τα γέλια. Απόρησα. «Τι είναι αυτά» με ρώτησε δείχνοντας μου τα ένσημα (που ο ίδιος δεν είχε ξαναδεί κι ούτε τη χρήση τους εγνώριζε). Του εξήγησα. Γέλασε περισσότερο. Παρέμεινα με την απορία μου (και τη θλίψη μου…) μέχρι την, προ διετίας περίπου, κατάργηση της σχετικής γραφειοκρατίας.
Πάντα ΠΟΛΛΑ χρόνια πίσω…
Το ελληνικό κράτος συνεχίζει, κατά βάση, να μην επιλέγει την αυτοβελτίωσή του. Επιλέγει την εύκολη λύση: τη μεταφορά δηλ. δικών του υποχρεώσεων στις επιχειρήσεις. Κινείται με τη βεβαιότητα πως, «κάτι ακόμα», το «μουλάρι» μπορεί να σηκώσει.
Κι ενδεχομένως ορθά, κατά τη λογική του, να πράττει (εκτός κι αν αυτό το «κάτι» αποδειχθεί το «τελευταίο άχυρο» για κάποιες από αυτές…)
Σταύρος Κουμεντάκης
Senior Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 7 Ιουλίου 2019.