Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο μέλη του ΔΣ να συνάπτουν (ή να χρειάζεται να συνάψουν) συμβάσεις με την ΑΕ ή να έχουν συναλλαγές μαζί της. Ευρύτερα: να συναλλάσσονται με την ΑΕ πρόσωπα που λόγω της θέσης ή της ιδιότητάς τους είναι δυνατό να επηρεάσουν, προς ίδιο όφελος, το περιεχόμενο των συγκεκριμένων συναλλαγών. Πρόκειται για τις λεγόμενες συναλλαγές με συνδεδεμένα μέρη («related party transactions»). Είναι, άραγε, νόμιμες τέτοιες συμβάσεις και συναλλαγές; Ποιες οι προβλέψεις του νόμου;
Περιεχόμενο & Σκοπός Ρύθμισης
Η κατ’ αρχήν απαγόρευση, οι εξαιρέσεις, η διαδικασία και όροι σύναψης συναλλακτικών σχέσεων μεταξύ της ΑΕ και των συνδεδεμένων μερών ρυθμίζεται στον νόμο για τις ΑΕ (άρ. 99-101 του ν. 4548/2018).
Οι σχετικές ρυθμίσεις αφορούν τη σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης της εταιρείας με μέλη ΔΣ και συνδεδεμένα μέρη. Επίσης, την παροχή από την ΑΕ ασφαλειών και εγγυήσεων προς τρίτους υπέρ των προσώπων αυτών. Για τούτες θεμελιώνεται, ως βασικός κανόνας, η απαγόρευσή τους-με την εξαίρεση της τήρησης των προβλεπόμενων μηχανισμών ενδοεταιρικής αδειοδότησης (άρ. 100) και δημοσιοποίησης (άρ. 101). Αν αυτοί δεν τηρηθούν, η σύναψη των εν λόγω συναλλαγών είναι άκυρη. Υφίστανται, ωστόσο, ορισμένες εξαιρέσεις, για τις οποίες επόμενη αρθρογραφία μας.
Οι ανωτέρω διατάξεις (μεταφορά στο ελληνικό δίκαιο των Οδηγιών 2007/36/ΕΚ και 2017/828/ΕΕ, ειδικά ως προς τις εισηγμένες ΑΕ) συνιστούν το ισχύον, ενιαίο (όπως κατωτέρω θα αναλυθεί) ρυθμιστικό καθεστώς των εν λόγω, εξαιρετικά, επισφαλών συμβατικών σχέσεων.
Η ιδιαίτερη και πολύπλοκη φύση των ανωτέρω, επίφοβων, συναλλαγών, προφανής. Οι κίνδυνοι για την ΑΕ και τους μετόχους της μειοψηφίας, εξόφθαλμοι. Πρόκειται για συναλλαγές που δημιουργούν σημαντικό κίνδυνο δημιουργίας περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων˙ που είναι δυνατό να καταλήξουν στην εξυπηρέτηση των προσωπικών, μόνο, συμφερόντων των συνδεδεμένων μερών· σε εξυπηρέτηση ιδιοτελών επιδιώξεων εις βάρος της ΑE όσο και, ιδίως, των μετόχων μειοψηφίας. Η ανάγκη για προστασία της ΑΕ και των τελευταίων μοιάζει, προφανώς, επιβεβλημένη.
Ειδικότερες Διατάξεις
Το ανωτέρω (γενικό) ρυθμιστικό πλαίσιο πρέπει να εξετάζεται σε σχέση με τυχόν ειδικότερες διατάξεις.
Οι συναλλαγές, λ.χ., των πιστωτικών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων με πρόσωπα που τελούν σε ειδική σχέση διέπονται, κατ’ αρχήν, από τις (τυχόν υπάρχουσες) ειδικότερες διατάξεις της χρηματοπιστωτικής νομοθεσίας (άρ. 99 § 1 περ. α΄). Δυνάμει της τελευταίας, συνεπώς, θα ρυθμίζονται τα σχετικά ζητήματα (λ.χ. κριτήρια ως προς την ύπαρξη, ή μη, ειδικής σχέσης).
Επιπλέον, το επιτρεπτό (ή μη) της παροχής χρηματοδοτικής συνδρομής (:παροχής πιστώσεων ή εγγυήσεων) εκ μέρους της εταιρείας προς τρίτους υπέρ των μελών του ΔΣ για απόκτηση μετοχών της θα κριθεί, αποκλειστικά, από τη σκοπιά της σχετικής, ειδικής, ρύθμισης (αρ. 51 §3).
Να σημειωθεί εδώ πως, γενικά, απαγορεύεται η σύναψη συμβάσεων του αντιπροσώπου με τον εαυτό του-στο όνομα, όμως, του αντιπροσωπευόμενου (235 ΑΚ). Στην κατηγορία αυτή θα ήταν δυνατό να ενταχθούν και οι συμβάσεις των μελών του ΔΣ με την ΑΕ. Οι προαναφερθείσες, όμως, ρυθμίσεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 99 επ.) εξοβελίζουν την εν λόγω απαγόρευση. Και τούτο γιατί η περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων, στο πλαίσιο της ΑΕ, αντιμετωπίζεται με τουλάχιστον ικανοποιητικά (ενδοεταιρικά) εχέγγυα.
Σημειώνεται, τέλος, πως μια συναλλαγή, ακόμη και έγκυρη υπό το πρίσμα των προαναφερθεισών διατάξεων (άρ. 99-101), είναι δυνατό να προσκρούει σε έτερους (απαγορευτικούς) κανόνες. Ιδίως εάν συνιστά περίπτωση υποκρυπτόμενης διανομής εταιρικής περιουσίας, όποτε θα ισχύουν, ενδεχομένως, οι ειδικότερες ρυθμίσεις (άρ. 22 § 2& άρ. 159).
Υποκειμενικό Πεδίο Εφαρμογής
Η Συμβαλλόμενη ΑΕ
Οι ενωσιακής προέλευσης ρυθμίσεις και απαγορεύσεις του νόμου για τις ΑΕ (άρ. 99 επ.) καταλαμβάνουν το σύνολο των ΑΕ με καταστατική έδρα στην ελληνική επικράτεια. Η πραγματική έδρα της ΑΕ, ο πραγματικός, δηλ., τόπος άσκησης της διοίκησής της, δεν ενδιαφέρει για τον προσδιορισμό του εφαρμοστέου δικαίου.
Περαιτέρω, ως προς την εφαρμογή των προαναφερθεισών διατάξεων (άρ. 99 επ.), ενδιαφέρει αν πρόκειται για εισηγμένη ή μη ΑΕ. Ο Έλληνας νομοθέτης, καθ’ υπέρβαση του πεδίου εφαρμογής της σχετικής ενωσιακής Οδηγίας, συμπεριέλαβε, στο ρυθμιστικό του πεδίο (και) τις μη εισηγμένες ΑΕ. Επίσης, τις ΑΕ, οι μετοχές των οποίων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε πολυμερή μηχανισμό διαπραγμάτευσης (:«λοιπές εταιρείες», άρ. 99 §2 περ. β΄, σε αντίστιξη με τις εταιρείες με «μετοχές εισηγμένες» της περ. α΄). Αναλόγως αν πρόκειται για εισηγμένες ή μη διαφέρει το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής και η διαδικασία χορήγησης της σχετικής άδειας.
Ενδιαφέρει, επίσης, αν η εταιρεία με καταστατική έδρα στην Ελλάδα είναι ενταγμένη σε διεθνή όμιλο επιχειρήσεων, οπότε και ενδέχεται να συναλλάσσεται με άλλες εταιρείες του ομίλου που εδρεύουν στην αλλοδαπή. Στην περίπτωση των ως άνω ενδοομιλικών συναλλαγών, υποστηρίζεται, καταρχήν-ως γενικός κανόνας, ότι τυγχάνουν εφαρμογής τα εταιρικά δίκαια και των δύο συμβαλλόμενων ΑΕ.
Αυτονοήτως, προϋποτίθεται να υφίσταται η ΑΕ. Συναλλαγές, κατά το στάδιο της ίδρυσής της, διέπονται από ειδική ρύθμιση (άρ. 10 §1-167/1985 ΑΠ, 1790/2002 ΕφΘεσσ, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Τα Συνδεδεμένα Μέρη
Η προαναφερθείσα απαγόρευση συμβάσεων και συναλλαγών με την ΑΕ (αρ. 99 §1) αφορά, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν ήδη, στα συνδεδεμένα μέρη. Ειδικότερα:
Ως Προς Τις Εισηγμένες ΑΕ
Ως προς τις εισηγμένες εταιρείες, τα συνδεδεμένα με αυτές πρόσωπα ορίζονται με βάση τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα 24 και 27 (άρ. 99 §2 περ. α΄). Η εν λόγω νομοθετική επιλογή αξιολογείται, ωστόσο, ατυχής: Τα εν λόγω ΔΛΠ ενδέχεται να μεταβληθούν/καταργηθούν. Επίσης, την έννοια των συνδεδεμένων μερών αφορούν και άλλα ΔΛΠ/ΔΠΧΑ. Ορθότερος, προκρίνεται, κατά τούτο, ο προσδιορισμός των κρίσιμων σχέσεων και των ουσιαστικών κριτηρίων για τον καθορισμό της εδώ κρινόμενης έννοιας βάσει των εκάστοτε ισχυόντων, εντός της ΕΕ, ΔΛΠ/ΔΠΧΑ.
Στο ΔΛΠ 24 εμπεριέχεται λεπτομερής, αποκλειστικός κατάλογος ως προς τα φυσικά πρόσωπα και τις λοιπές «οντότητες» που θεωρούνται ως συνδεδεμένα μέρη.
Στα συνδεδεμένα μέρη εντάσσονται τα πρόσωπα εκείνα (φυσικά ή νομικά) που ασκούν σημαντικό έλεγχο και επιρροή στην εταιρεία. Το ίδιο και όσα επιφορτίζονται με κρίσιμα διοικητικά καθήκοντα (συμπεριλαμβανομένων και των ανώτατων διοικητικών στελεχών). Επίσης, τα στενά μέλη της οικογένειάς τους και οι εταιρείες συμφερόντων τους.
Δεν αποκλείεται, τέλος, υπό το πρίσμα του δικαίου κεφαλαιαγοράς, οι συναλλαγές μεταξύ των εισηγμένων και των ως άνω προσώπων να καταλαμβάνονται, επιπλέον, από τη νομοθεσία περί κατάχρησης της αγοράς.
Ως Προς Τις Μη Εισηγμένες ΑΕ
Ως προς τις μη εισηγμένες ΑΕ, τα πρόσωπα που καθορίζονται ως συνδεδεμένα μέρη είναι (άρ. 99 §2 περ. β΄):
(α) Τα μέλη του ΔΣ: Τούτα δε, καταλαμβάνονται, ανεξαρτήτως του τρόπου (και των τυχόν ελαττωμάτων) εκλογής ή (δι)ορισμού τους. Επίσης (και) τα υποκατάστατα όργανα (άρ. 87) και τα μέλη της εκτελεστικής επιτροπής. Επίσης, καταλαμβάνονται και οι εκκαθαριστές (άρ. 167 §5).
Τη συγκεκριμένη ιδιότητα θα πρέπει, καταρχήν, να έχουν κατά τον χρόνο κατάρτισης της επίμαχης συναλλαγής με την εταιρεία (506/2000 ΜονΠρωτΛΑρ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Υποστηρίζεται, ωστόσο, η ευρεία ερμηνεία ως προς το εν λόγω ζήτημα, με σκοπό την αποφυγή καταστρατηγήσεων. Τέτοια, ενδέχεται να συνιστά η περίπτωση κατά την οποία οι συναλλαγές επιχειρούνται με πρόσωπο, αμέσως, πριν την ανάληψη εκ μέρους του διοικητικού ρόλου. Ομοίως, αφότου προηγήθηκε, μόλις, η παραίτηση του συγκεκριμένου μέλους από το ΔΣ. Ιδίως δε, εάν ακολουθήσει ανακατάληψη της θέσης από αυτό.
(β) Πρόσωπα που ελέγχουν την ΑΕ: Για την αποσαφήνιση της έννοιας του ελέγχου, η σχετική διάταξη (του άρ. 99) παραπέμπει, εν προκειμένω, στην περιπτωσιολογία του άρθρου 32 ν. 4308/2014. Μεταξύ των προσώπων που ασκούν κυριαρχική επιρροή ή έλεγχο στην εταιρεία, συμπεριλαμβάνονται: ο μέτοχος που συγκεντρώνει την πλειοψηφία των δικαιωμάτων ψήφου στη ΓΣ (άρ. 32 §2 περ. α΄). Επίσης, ο μέτοχος, ο οποίος έχει το δικαίωμα να διορίζει ή/και να παύει την πλειοψηφία των μελών του ΔΣ (άρ. 32 §2 περ. β΄).
(γ) Τα στενά μέλη της οικογένειας των μελών του ΔΣ ή των προσώπων που ελέγχουν την ΑΕ: Ως στενά μέλη της οικογένειας προσδιορίζονται όσα απαριθμούμενα στο Παράρτημα Α΄ ν. 4308/2014. Πρόκειται, ειδικότερα, για: τον/την σύζυγο (όχι διαζευγμένο) ή σύντροφο με τον/την οποίο/α συγκατοικεί μέλος ΔΣ ή πρόσωπο που ελέγχει την ΑΕ. Επίσης, τα εξαρτώμενα μέλη, συμπεριλαμβανομένων συγγενών (ανιόντων και κατιόντων), του μέλους ΔΣ ή προσώπου που ελέγχει την ΑΕ, του/της συζύγου ή συντρόφου αυτών με τον/την οποίο/α συγκατοικούν.
(δ) Τα ελεγχόμενα νομικά πρόσωπα: Πρόκειται για τις (οποιασδήποτε νομικής μορφής) εταιρείες, οι οποίες ελέγχονται, με οποιονδήποτε τρόπο, από μέλη του ΔΣ ή πρόσωπα που ελέγχουν τη συμβαλλόμενη ΑΕ, καθώς και τα στενά μέλη της οικογένειάς τους.
Δυνατότητα Καταστατικής Διεύρυνσης
Στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής του άρθρου 99 είναι δυνατό να εμπίπτουν και πρόσωπα, στα οποία η εφαρμογή των άρθρων 99-101 έχει επεκταθεί με καταστατική πρόβλεψη (άρ. 99 §2 περ. γ΄).
Τέτοια πρόσωπα ενδέχεται, ιδίως, να είναι, για της μη εισηγμένες εταιρείες (διότι για τις εισηγμένες είναι, σε κάθε περίπτωση βάσει του ΔΛΠ 24), οι γενικοί διευθυντές ή διευθυντές της ΑΕ. Εφόσον, βέβαια, δεν συνδέονται με την ΑΕ με οργανική σχέση, οπότε και θα καταλαμβάνονταν ως υποκατάστατα όργανα, έτσι κι αλλιώς, από το άρθρο 99 (265/2020 ΜονΠρωτΓιανν, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Δεν αποκλείεται, επιπλέον, να επεκτείνεται η εφαρμογή του άρθρου 99 και, εν γένει, σε εργαζομένους της ΑΕ. Ακόμη και σε μετόχους μειοψηφίας ή θυγατρικές εταιρείες.
Αντικειμενικό Πεδίο Εφαρμογής
Στις ρυθμίσεις των άρθρων 99 επ. υπάγονται, καταρχήν, όλες, ανεξαιρέτως, οι (εναλλακτικά αναφερόμενες ως) «συναλλαγές» ή «συμβάσεις» της ΑΕ με τα ανωτέρω συνδεδεμένα πρόσωπα. Ειδικότερα, με τη νέα ρύθμιση δεν υπάρχει, πλέον, η διάκριση μεταξύ δανειακών και πιστωτικών συμβάσεων, από τη μια μεριά και «άλλων συμβάσεων» από την άλλη, αλλά όλες οι συμβάσεις υπάγονται σε ενιαίο καθεστώς, όπως επιτάσσει η ενωσιακή Οδηγία (βλ. σχετικά, Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 99).
Η ισχύουσα διάταξη καταλαμβάνει, δηλαδή, κάθε δικαιοπραξία, αμφοτεροβαρή, ετεροβαρή, ατελή αμφοτεροβαρή (ενδ.: πώληση, μίσθωση, δωρεά, δάνειο). Υπό την προϋπόθεση να αναπτύσσεται σχέση παροχής μεταξύ της εταιρείας και του συνδεδεμένου μέρους. Συνεπώς, στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 99 επ. εμπίπτει τυχόν ενοχική (και όχι η, μεταγενέστερη χρονικά, εμπράγματη, εφόσον τηρήθηκαν οι διατυπώσεις για την ενοχική) δικαιοπραξία, ως η κατεξοχήν ιδρύουσα υποχρεώσεις.
Καθώς ελλείπει σχετική, ρητή, διάκριση (και για λόγους ασφάλειας δικαίου) καταλαμβάνονται, εξίσου, και οι επωφελείς -κατά την κρίση του ΔΣ- συναλλαγές για την εταιρεία. Ο (αστάθμητος και ανεξέλεγκτος) παράγοντας της σκοπιμότητας δεν είναι δυνατό, συνεπώς, να λειτουργήσει ως εγγύηση για την προάσπιση των εταιρικών συμφερόντων (248/1998 ΑΠ, 465/2011 ΕφΛαρ, 9135/2005 ΕφΑθ, όλες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ομοίως, εταιρικές πράξεις που έχουν χαρακτήρα σύμβασης (λ.χ. ίδρυση εταιρείας μεταξύ της ΑΕ και συνδεδεμένου μέρους).
Στις παραπάνω περιπτώσεις (και ρυθμιστικό πλαίσιο) δεν εντάσσονται οι μονομερείς δηλώσεις βούλησης (όπως η καταγγελία, λ.χ., σύμβασης εργασίας). Το ίδιο ισχύει και ως προς την τυχόν παράλειψη κατάρτισης κάποιας σύμβασης.
Διευκρινίζεται, επιπλέον, το εξής: τυχόν συμβάσεις της ΑΕ με τρίτους υπέρ των συνδεδεμένων μερών (όπως λ.χ. η εκμίσθωση ακινήτου από την ΑΕ και παραχώρησή του ως κατοικία σε μέλος του ΔΣ) μπορούν να αξιολογηθούν, καταρχήν-μόνον, υπό το πρίσμα της αμοιβής (άρ. 109). Είναι άλλο, όμως, εάν ο εκμισθωτής-τρίτος λειτούργησε ως παρένθετο πρόσωπο για τον συγκεκριμένο-επωφελούμενο διοικητή (6/2016 ΠολΠρωτΜεσολ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Οι διοικητές (:μέλη ΔΣ και υποκατάστατα όργανα) και οι μέτοχοι πλειοψηφίας συχνά (λανθασμένα όμως) ταυτίζουν το προσωπικό τους συμφέρον με εκείνο της ΑΕ. Την περιουσία της τελευταίας με τη δική τους. Για τη διασφάλιση των συμφερόντων της ΑΕ αλλά και, ιδίως, των μετόχων μειοψηφίας, ο νόμος ορίζει ως, κατ’ αρχήν, απαγορευμένη τη σύναψη συμβάσεων και διενέργεια συναλλαγών της ΑΕ με μέλη του ΔΣ και συνδεδεμένα πρόσωπα (ενδ.: στενά μέλη της οικογένειάς τους και εταιρείες αυτών). Όμως, τέτοιας φύσης συναλλαγές είναι κάποιες φορές χρήσιμες για την ΑΕ, ενίοτε αναγκαίες και, όχι σπάνια, επιβεβλημένες. Ο γενικός, αυτός, κανόνας έχει, κατά τούτο, ανάγκη σημαντικών εξαιρέσεων. Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Μαρτίου 2023.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.