Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αιτιώδης Σύνδεσμος & Ανεπίτρεπτο Ακύρωσης (άρ. 137 §§5 & 6)
Οι αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης, του ανώτατου εταιρικού οργάνου της ΑΕ, ενδέχεται, για συγκεκριμένους λόγους, να καθίστανται ακυρώσιμες. Ο νομοθέτης προβλέπει, ειδικά, τους λόγους αυτούς [οι οποίοι μας έχουν, ήδη, απασχολήσει: «Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ Αντίθεση Στον Νόμο & Το Καταστατικό, Μη Νόμιμη Σύγκληση & Συγκρότηση (άρ. 137 §1)» και «Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ Μη Χορήγηση Οφειλόμενων Πληροφοριών (άρ. 141) & Κατάχρηση Εξουσίας Πλειοψηφίας (άρ. 137 §2)»]. Αναφύονται, πάντοτε, ζητήματα σχετικά με την αναγκαιότητα ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ ελαττώματος και λήψης απόφασης, ως προϋπόθεση επέλευσης της ακυρωσίας. Τούτα θα μας απασχολήσουν στο παρόν. Θα μας απασχολήσουν, επίσης, και οι περιπτώσεις εκείνες που συγκεκριμένες αποφάσεις ΓΣ δεν είναι δυνατό να ακυρωθούν.
Αιτιώδης Σύνδεσμος Μεταξύ Πλημμέλειας & Ελαττώματος
Όπως και υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς, ο νομοθέτης (του ν. 4548/2018) δεν απαιτεί (ρητά) αιτιώδη σύνδεσμο ανάμεσα στη διαδικαστική πλημμέλεια και το ελάττωμα της απόφασης. Μοναδική εξαίρεση για την οποία υφίσταται ρητή μνεία για την εξάρτηση της ακυρωσίας από το διαδικαστικό σφάλμα αποτελούν οι συγκεκριμένες περιπτώσεις (αρ. 137 §5), οι οποίες και κατωτέρω θα μας απασχολήσουν. Όσον αφορά τις λοιπές περιπτώσεις ακυρωσίας, διαιωνίζεται έως και σήμερα η διχογνωμία που αφορά την ανάγκη (ή μη) συνδρομής αιτιώδους συνδέσμου.
Θεωρία Του Αιτιώδους Συνδέσμου
Κατά μία άποψη, προϋπόθεση επέλευσης του αποτελέσματος της ακυρωσίας αποτελεί η επιρροή (και συναφής αιτιώδης σύνδεσμος) της διαδικαστικής πλημμέλειας στη λήψη της απόφασης. Με άλλα λόγια: η επίδραση της πλημμέλειας στο αποτέλεσμα της απόφασης. Υποστηρίζεται όμως και η αντίθετη άποψη που στηρίζεται, κατά βάση, στη γραμματική ερμηνεία του νόμου (:ρητή αξίωση του νομοθέτη για την ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μόνον στην §5 αρ. 137 και η σιωπή του στις λοιπές περιπτώσεις). Πρόσθετο επιχείρημα της τελευταίας, αυτής, άποψης συνιστά και το γεγονός ότι η αξίωση ύπαρξης ενός τέτοιου, δυσαπόδεικτου, αιτιώδους συνδέσμου, θα καθιστούσε τη θέση της μειοψηφίας ιδιαιτέρως δυσχερή. Η άποψη αυτή μοιάζει και η ορθότερη. Έχει, μάλιστα, κριθεί πως στην περίπτωση παραβίασης των διατάξεων περί συγκρότησης, δημοσίευσης, απαρτίας και πλειοψηφίας, λόγω του αναγκαστικού δικαίου χαρακτήρα αυτών, δεν απαιτείται και επίδραση του σφάλματος στην απόφαση, προκειμένου τούτη να κριθεί ακυρώσιμη (3614/2018 ΜΕφΑθ, 410/2016 ΑΠ, ΤΝΠ QUALEX).
Θεωρία Βαρύτητας Παρανομιών Ή Συνάφειας
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω αμφιγνωμιών, αναπτύχθηκε έτερη άποψη. Βάσει αυτής, αναγκαία είναι η εξεύρεση έτερου κριτηρίου, για το ακυρώσιμο ή μη της απόφασης. Συγκεκριμένα, ενδεδειγμένο κριτήριο, κατά την άποψη αυτή, συνιστά η βαρύτητα της παρανομίας και η επίδραση της στα δικαιώματα συμμετοχής, ενημέρωσης και ψήφου του μετόχου. Αν τούτη είναι ιδιαιτέρως σοβαρή και επηρεάζει σημαντικά τα εν λόγω μετοχικά δικαιώματα, η απόφαση καθίσταται ακυρώσιμη.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για μια αξιολογική εκτίμηση των επιπτώσεων παρανομίας. Υιοθετώντας την ανωτέρω θέση, η ανάγκη ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου επεκτείνεται και σε περαιτέρω περιπτώσεις, πέραν των –κατωτέρω αναφερόμενων- περιπτώσεων της §5 του άρ. 137. Μπορεί, επομένως, να υπάρξουν ελαττώματα που ακόμη και αν δεν συγκαταλέγονται στην εν λόγω διάταξη, ομοίως, να μην οδηγούν στην ακυρωσία. Τούτο, γιατί δεν θίγονται διοικητικά δικαιώματα μετόχων. Παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων, συνιστούν, λ.χ., η ανακριβής αναγραφή της ώρας συνεδρίασης στο πρακτικό της ΓΣ, η μικρή καθυστέρηση στην έναρξη της συνεδρίασης.
Λόγοι Ακυρωσίας …Υπό Προϋποθέσεις
Ο νομοθέτης, όπως ήδη σημειώθηκε, κινήθηκε προς τη λογική εξάρτησης της ακυρωσίας από ορισμένο σφάλμα. Κατέγραψε, λοιπόν, και απέκλεισε, συνάμα, μια σειρά από διαδικαστικές πλημμέλειες, οι οποίες δεν είναι δυνατό, καταρχήν, να καταστήσουν ακυρώσιμη τυχόν απόφαση της ΓΣ. Εκτός και αν πληρούται, εν προκειμένω, η (ρητά επιφυλασσόμενη) προϋπόθεση του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ διαδικαστικής πλημμέλειας και λήψης απόφασης.
Πρόκειται για τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Καταρχάς, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας συμμετοχής σε αυτή προσώπων που δεν είχαν το δικαίωμα αυτό (σχετικά με τους νομιμοποιούμενους προς τούτο, βλ. «Δικαιούμενοι Συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση ΑΕ»). Τούτο, εκτός αν η συμμετοχή τους ήταν αποφασιστική για την επίτευξη απαρτίας ή η ψήφος τους αποφασιστική για την επίτευξη πλειοψηφίας (άρ. 137 §5 περ. α΄). Το βάρος απόδειξης της μη νομιμοποίησης συμμετέχοντος προσώπου και της ύπαρξης αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της μη νομιμοποιούμενης συμμετοχής και του αποφασιστικού της χαρακτήρα για την επίτευξη απαρτίας και πλειοψηφίας φέρει ο ενάγων.
Η εν λόγω πρόβλεψη εισήχθη υπό το προϊσχύσαν καθεστώς του ν. 3604/2007. Ωστόσο, προ της εν λόγω εισαγωγής, γινόταν δεκτό ότι τυχόν συμμετοχή μη νομιμοποιούμενου προσώπου επέφερε την ακυρότητα της ληφθείσας απόφασης. Τούτο, όχι μόνον όταν η συμμετοχή αυτή καθίστατο κρίσιμη για την επίτευξη απαρτίας ή πλειοψηφίας. Αλλά και σε περίπτωση ψυχολογικού επηρεασμού των υπόλοιπων συμμετεχόντων εξαιτίας αυτής (ΣυμβΕφΑθ 1749/2000 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Πλέον, η ακυρωσία εξαρτάται από καθαρά αντικειμενικά κριτήρια.
Σημειώνεται ότι τυχόν ακυρωσία δεν επέρχεται σε περίπτωση συμμετοχής προσώπου χωρίς σχετικό δικαίωμα, εφόσον συμμετείχε στη ΓΣ δυνάμει απόφασης ασφαλιστικών μέτρων και εν συνεχεία, αποδείχθηκε ότι δεν ήταν μέτοχος και απορρίφθηκε, ως εκ τούτου, η σχετική του αγωγή (ΟλΑΠ, 20/2019 ΠΠρ Αθηνών, αμφότερες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Και τούτο, διότι ακόμα και η προσωρινή ρύθμιση κατάστασης με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων (ήτοι: συμμετοχή και ψηφοδοσία στην ΓΣ) είναι αμετάκλητη.
(β) Επίσης, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας ακυρότητας ή ακυρωσίας επί μέρους ψήφων, εκτός αν οι ψήφοι αυτές ήταν αποφασιστικές για την επίτευξη πλειοψηφίας (άρ. 137 §5 περ. β΄). Ομοίως, το βάρος απόδειξης της ακυρότητας/ακυρωσίας ψήφου και του προαναφερόμενου αιτιώδους συνδέσμους φέρει ο ενάγων.
(γ) Περαιτέρω, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας ανακρίβειας, αοριστίας ή πλημμελειών τήρησης του σχετικού πρακτικού. Τούτο, εκτός αν για τους λόγους αυτούς δεν είναι δυνατόν να διαγνωσθεί το περιεχόμενο της απόφασης (άρ 137 §5 περ. γ΄). Λαμβάνεται, δηλαδή, εν προκειμένω, υπόψη ο σκοπός τήρησης των πρακτικών (130/2015 ΠΠρ Ρόδου, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Σχετικές πλημμέλειες μόνο συνδυαστικά με την αδυναμία διάγνωσης του περιεχομένου της απόφασης που έχει ληφθεί, μπορούν να καταστήσουν την απόφαση ακυρώσιμη (λ.χ. δεν μπορεί να διαπιστωθεί ποια από τις προτάσεις των μετόχων ψηφίστηκε). Αντίθετα, στην περίπτωση που η γνώση του περιεχομένου της απόφασης δύναται να επιτευχθεί με άλλο τρόπο, δεν οδηγούμαστε σε σχετικό ελάττωμα και δεν μπορεί η απόφαση να ακυρωθεί.
(δ) Επιπλέον, απόφαση της ΓΣ δεν μπορεί να ακυρωθεί εξαιτίας ελαττώματος της απόφασης του ΔΣ, με την οποία συγκλήθηκε η ΓΣ. Τούτο, εκτός αν για το λόγο αυτόν δεν υπήρξε έγκαιρη και επαρκής πληροφόρηση των μετόχων (άρ. 137 §5 περ. δ΄). Το σχετικό βάρος απόδειξης φέρει ο ενάγων.
Τα ως άνω ελαττώματα δεν οδηγούν, άνευ ετέρου, στην ακυρωσία. Εκτός κι αν υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στο εκάστοτε σφάλμα και στη λήψη της πλημμελούς απόφασης. Ωστόσο, δεν είναι ακυρώσιμη (άρ. 137 §5 περ. ε’):
(i) Απόφαση ΓΣ, επειδή, προηγουμένως, δεν ικανοποιήθηκε το ακόλουθο αίτημα ατομικής πληροφόρησης του μετόχου μη εισηγμένης ΑΕ: να του αποστέλλει, κατόπιν αιτήματος του, από ΑΕ, με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ατομική πληροφόρηση για την επικείμενη ΓΣ, τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από την ημέρα της συνεδρίασης (άρ. 122 §4).
(ii) Απόφαση ΓΣ, επειδή, προηγουμένως, δεν τηρήθηκαν από την ΑΕ οι πρόσθετες υποχρεώσεις πληροφόρησης των μετόχων πριν τη ΓΣ (άρ. 123 §§ 3-5).
(iii) Απόφαση ΓΣ, εξαιτίας μη τήρησης ή πλημμελούς τήρηση των διατάξεων για την αντιπροσώπευση (άρ. 128).
Για την ως άνω ρύθμιση έχουν διατυπωθεί (και όχι αδικαιολόγητα) σοβαρές ενστάσεις. Όπως, ήδη, έχουμε επισημάνει (βλ. «Αντιπροσώπευση Μετόχων»), ορθότερο, κατά τούτο, κρίνεται-τελολογικά ερμηνεύοντας τη συγκεκριμένη ρύθμιση, να μη εφαρμόζεται επί παραβάσεων που θίγουν το δικαίωμα του μετόχου να διορίζει αντιπρόσωπο και να συμμετέχει μέσω αυτού στη ΓΣ. Απαγόρευση, ως εκ τούτου, μετόχου να συμμετάσχει (και ψηφίσει) δι’ αντιπροσώπου στη ΓΣ, θα πρέπει να οδηγεί σε ακυρωσία της ακόλουθης απόφασής της λόγω κακής συγκρότησης.
(iv) Απόφαση ΓΣ, εξαιτίας πλημμελούς τήρησης των διατάξεων για την εκλογή και τις αρμοδιότητες του Προέδρου της ΓΣ (άρ. 129). Άλλωστε, και στην §3 του άρθρου 129 προβλέπεται, ήδη, ότι η μη εκλογή ή η μη σύννομη εκλογή προέδρου, καθώς και η μη τήρηση των διατυπώσεων περί των αρμοδιοτήτων του Προέδρου (της §2 του άρ. 129) δεν επηρεάζουν το κύρος των αποφάσεων της ΓΣ, αν δεν συντρέχουν άλλα, πρόσθετα, ελαττώματα.
Οι ως άνω (υπό i έως iv) περιπτώσεις συνιστούν «ήσσονος σημασίας» ρυθμίσεις, που εισάγουν, απλώς, «πρόσθετες πτυχές» στη διαδικασία λήψης απόφασης από τη ΓΣ (βλ. Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί άρ. 137). Κρίνεται, ως εκ τούτου, συμφερότερο για την ΑΕ, η παράβαση αυτών να μην ανάγεται σε λόγο ακυρωσίας των αποφάσεων της ΓΣ
Περιπτώσεις Απαγόρευσης Ακύρωσης Απόφασης ΓΣ
Πλέον των ως άνω, ο νομοθέτης καθορίζει, ρητά, το πρώτον με τον ν. 4548/2018, δύο περιπτώσεις οι οποίες δεν μπορούν να οδηγήσουν σε ακυρωσία της απόφασης ΓΣ (άρ. 137 §6). Πρόκειται για τις εξής:
(α) Αποφάσεις ΓΣ Περί Έκδοσης Τίτλων Προς Εισαγωγή Σε Ρυθμιζόμενη Αγορά Ή ΠΜΔ
Καταρχάς ορίζεται ότι δεν μπορούν να ακυρωθούν αποφάσεις της γενικής συνέλευσης που έχουν ως αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ (137 §6 εδ. α΄).
Η εν λόγω πρόβλεψη περί του μη επιτρεπτού της ακύρωσης των ως άνω αποφάσεων της ΓΣ τέθηκε με γνώμονα τις σοβαρές πρακτικές δυσχέρειες που θα μπορούσε η ακύρωση αυτή να επιφέρει (ιδίως όσων αφορά τυχόν αποφάσεις για αύξηση κεφαλαίου ή έκδοση νέων µετοχών µε µείωση της ονοµαστικής αξίας των µετοχών – split, ή έκδοση οµολογιών). Εξαιτίας, λοιπόν και κατά κύριο λόγο εξαιτίας της ανάµειξης και -αναγκαία- της ενιαίας συναλλακτικής κυκλοφορίας των άυλων δικαιωµάτων προτίµησης και των εν γένει άυλων τίτλων της εταιρεία προτάθηκε να μην επιτρέπεται η ακύρωσή τους. Εξάλλου, στην περίπτωση που μέτοχος θίγεται από ελάττωμα σχετικής απόφασης (που δεν είναι δυνατό να ακυρωθεί), η προστασία του από το εν λόγω ελάττωμα θα είναι η αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από την απόφαση εξαιτίας των γεγονότων, που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρ. 137. Σαφώς, υπό την προϋπόθεση ότι ο μέτοχος δεν παρέστη στην επίμαχη ΓΣ (άρ. 137 §6 εδ. β΄). Ή, άλλως, ότι αντιτάχθηκε στην απόφαση από την οποία και θίγεται. Το θιγόµενο, δε, πρόσωπο µπορεί να αξιώσει αποζημίωση και από άλλα, πλην της εταιρείας, πρόσωπα, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των γενικών διατάξεων (βλ. σχετικά Αιτιολογική Έκθεση ν. 4548/2018 επί του άρ. 137).
(β) Επικυρωθείσες Αποφάσεις ΓΣ
Περαιτέρω, δεν μπορούν να ακυρωθούν αποφάσεις της ΓΣ, τις οποίες η τελευταία επικύρωσε με νεότερη απόφασή της. Και συγκεκριμένα, διορθώνοντας ή αποκαθιστώντας την πλημμέλεια που αποτελούσε το λόγο της ακυρωσίας (άρ. 137 §6 εδ. γ΄).
Υπό το προϊσχύσαν καθεστώς, η ως άνω δυνατότητα επικύρωσης με αναδρομική ενέργεια δεν γινόταν δεκτή. Άλλο ήταν το ζήτημα της δυνατότητας μεταβολής της χωρίς το εκάστοτε ελάττωμα με ισχύ, σαφώς, για το μέλλον. Ωστόσο, ο ν. 4548/2018 μετέβαλλε το σχετικό καθεστώς. Πλέον, η επικύρωση ακυρώσιμης απόφασης με αναδρομική ισχύ είναι δυνατή. Απαραίτητη, βέβαια, προϋπόθεση, η δυνατότητα διόρθωσης της σχετικής πλημμέλειας. Κατόπιν, δε, της επικύρωσης, ακύρωση της θεραπευθείσας απόφασης δεν νοείται.
Στο ως άνω πλαίσιο, σε περίπτωση που ασκήθηκε αγωγή ακύρωσης για επικυρωθείσα απόφαση, προβλέπεται ρητά ότι «τρίτοι» δικαιούνται να ζητήσουν από την εταιρεία τα έξοδα της δίκης ακύρωσης, στα οποία υποβλήθηκαν. Επίσης, την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστησαν λόγω της επικύρωσης (άρ. 137 §6 εδ. δ΄). Μολονότι ο νομοθέτης χρησιμοποιεί την έννοια του τρίτου, στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται συγκεκριμένα, μόνον, πρόσωπα. Ειδικότερα, οι ενεργητικά νομιμοποιούμενοι να ασκήσουν αγωγή ακύρωσης: οι μέτοχοι και τα μέλη ΔΣ. Επίσης και οι ενεχυρούχοι δανειστές & οι επικαρπωτές, εφόσον διαθέτουν, βέβαια, τη σχετική εξουσία.
Οι αποφάσεις της ΓΣ είναι, κατά κανόνα, ιδιαίτερης σημασίας, βαρύτητας και αξίας. Το ενδεχόμενο και δυνατότητα της ακύρωσής τους προϋποθέτει, κατά κανόνα, σχέση (:αιτιώδη σύνδεσμο) ανάμεσα στο ελάττωμα και την (προβληματική) απόφαση της ΓΣ. Κάποιες αποφάσεις είναι, υπό προϋποθέσεις, ακυρώσιμες και κάποιες άλλες καθίστανται, επίσης από τον νόμο, μη ακυρώσιμες. Ακόμα, όμως, και οι τελευταίες δημιουργούν αξιώσεις υπέρ εκείνων που ζημιώνονται. Ιδιαίτερη, κατά τούτο, η σημασία που πρέπει να δίδεται σ’ εκείνους που έχουν την ευθύνη της λήψης τους. Προς όφελος της εταιρείας και, φυσικά, των πλειοψηφούντων μετόχων.-
Γράφει ο Σταύρος Κουμεντάκης Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm
Σημ.: Το άρθρο Ακυρωσία Αποφάσεων ΓΣ: Αιτιώδης Σύνδεσμος & Ανεπίτρεπτο Ακύρωσης αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στις ενότητες «Γενική Συνέλευση ΑΕ», «Νόμος 4548/2018 Ανώνυμες Εταιρείες» και «Μετοχές και μέτοχοι ΑΕ». Στις ενότητες αυτές επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ και για τη Γενική Συνέλευση
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί Αποποίηση ευθύνης