Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μας απασχόλησε η διαδικασία χορήγησης άδειας για τη σύναψη συναλλαγών της ΑΕ με μέλη ΔΣ και συνδεδεμένα μέρη (άρ. 100 ν. 4548/2018). Ακριβέστερα, με τα αρμόδια για την παροχή της όργανα της ΑΕ αλλά και την ισχύ της χορηγούμενης άδειας. Στο παρόν θα μας απασχολήσουν τα επιμέρους στάδια της όλης διαδικασίας, η οριστικοποίησή της, οι συνέπειες από ενδεχόμενες παραβάσεις και, τέλος, η (ενδεχόμενη) εκ των υστέρων έγκριση σύμβασης/συναλλαγής που συνήφθη (πρόωρα και μη νόμιμα), με μέλος ΔΣ/συνδεδεμένο μέρος.
Στάδια Αδειοδότησης
Το Οριστικό Της Απόφασης Περί Άδειας
Διαπιστώσαμε, ήδη, πως το ΔΣ επιλέγεται από το νόμο ως, καταρχήν, αρμόδιο όργανο της ΑΕ για τη χορήγηση άδειας συναλλαγής/σύναψης σύμβασης με μέλος ΔΣ/συνδεδεμένο μέρος. Εξαιρετικά, ωστόσο, αρμόδια καθίσταται, σε κάποιες περιπτώσεις, η ΓΣ.
(α) Απευθείας Αρμοδιότητα ΓΣ: Πρόκειται για τη (μοναδική) περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων μελών του ΔΣ (που καλείται να εγκρίνει την επίμαχη σύμβαση/συναλλαγή) και αδυναμίας λήψης απόφασης λόγω ανεπάρκειας των εναπομενόντων μελών να σχηματίσουν απαρτία (άρ. 100 §2, σε συνδυασμό με άρ. 97 §3 εδ. β’). Η αδειοδότηση παραπέμπεται τότε, απευθείας από το νόμο, στη ΓΣ. Η σχετική (εγκριτική) απόφαση της ΓΣ παράγει, άμεσα, οριστικές συνέπειες.
(β) Αρμοδιότητα, καταρχήν, του ΔΣ και, ακολούθως της ΓΣ: Η αμέσως προηγούμενη περίπτωση κατά την οποία το θέμα της χορήγησης (ή μη) άδειας για σύναψη σύμβασης/συναλλαγής άγεται απευθείας ενώπιον της ΓΣ είναι μοναδική. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το συγκεκριμένο θέμα θα έχει, προηγουμένως, διέλθει από το (υποχρεωτικά) αρμόδιο ΔΣ. Δύο τα ενδεχόμενα: Είτε να καταστεί οριστική η (αρνητική ή θετική) απόφαση του ΔΣ, είτε να επιληφθεί, στη συνέχεια, η ΓΣ.
Επί αρνητικής απόφασης του ΔΣ, δυνατότητα παρέμβασης της ΓΣ, δεν υφίσταται. Η απόφαση του ΔΣ για μη χορήγηση άδειας σύναψης σύμβασης/συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος είναι οριστική.
Επί θετικής απόφασης του ΔΣ, παρέχεται η (αιτηθείσα) άδεια σύναψης συναλλαγής με μέλος ΔΣ ή συνδεδεμένο μέρος. Η ισχύς της, όμως, τελεί υπό την αναβλητική αίρεση:
Της άπρακτης παρέλευσης της δεκαήμερης προθεσμίας (από τη δημοσίευση-ανακοίνωσή της στο ΓΕΜΗ). Μέσα στην προθεσμία αυτή, μέτοχοι που εκπροσωπούν το 5% του μετοχικού κεφαλαίου (ή έως το 1% αυτού-εφόσον το προβλέπει το καταστατικό) διατηρούν το δικαίωμα να ζητήσουν τη σύγκληση της ΓΣ, προκειμένου αυτή οριστικά να αποφασίσει την παροχή (ή μη) της αιτούμενης άδειας (άρ. 100 §3 εδ. α΄). Η διαδικασία αδειοδότησης ολοκληρώνεται, στην περίπτωση αυτή, σε δύο στάδια. Η ΓΣ είναι που θα αποφασίσει, οριστικά, σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα. Εναλλακτικά:
Της έγγραφης δήλωσης των μετόχων ότι δεν επιθυμούν τη σύγκληση της ΓΣ και την απόρριψη της αιτηθείσας άδειας από την τελευταία. Η συγκεκριμένη δήλωση είναι δυνατό να συντελεστεί και πριν τη δημοσίευση της απόφασης του ΔΣ, οπότε θα ανακοινωθεί, απλώς, η οριστική αδειοδότηση της κρίσιμης σύμβασης/συναλλαγής.
Ευθύνη Μετόχων
Από την διαδικασία έγκρισης (ή απόρριψης) της αιτηθείσας συναλλαγής επηρεάζεται και η τυχόν, συναφής, ευθύνη των μελών ΔΣ.
Σε κάθε περίπτωση χορήγησης άδειας από τη ΓΣ, ουδεμία ευθύνη είναι δυνατό να αποδοθεί στα μέλη του ΔΣ. H όποια (θεωρητική) ευθύνη ουδένα άλλον, πέραν των μετόχων, είναι δυνατό να βαρύνει.
Ωστόσο, τυχόν αδράνεια των μετόχων να συμπράξουν σε ΓΣ ύστερα από σχετική πρόσκληση του ΔΣ, δεν θα πρέπει, κατά την ορθότερη άποψη, να συνεπάγεται και μετριασμό της ευθύνης των μελών του έναντι της ΑΕ (υπό τις προϋποθέσεις του άρ. 102).
Δικαίωμα Εναντίωσης Των Μετόχων Μειοψηφίας
Σε περίπτωση που η χορήγηση άδειας για σύναψη συναλλαγής με μέλος ΔΣ/συνδεδεμένο μέρος ή η εκ των υστέρων έγκριση, ήδη, καταρτισθείσας συναλλαγής (:περίπτωση που κατωτέρω θα αναλυθεί) αχθεί ενώπιον της ΓΣ, προβλέπονται, ρητά, δύο διακριτά -ως προς τους όρους άσκησής τους- δικαιώματα εναντίωσης-αρνησικυρίας (:«veto) της μειοψηφίας των μετόχων (άρ. 100 §§4 και 5) –ήδη, γνωστά υπό το προϊσχύσαν καθεστώς (βλ. άρ. 23α §§3 και 4 κ.ν. 2190/1920).
Ως εναντίωση νοείται, αποκλειστικά, η καταψήφιση της σχετικής απόφασης άδειας (ή έγκρισης). Εναντίωση όμως δεν συνιστά, κατά την έννοια του νόμου, η απλή έκφραση αντίθετης γνώμης, τυχόν επιφύλαξη, η αποχή από την ψηφοφορία ή η λευκή ψήφος. Σε περίπτωση θετικής απόφασης (:υπερψήφισης), εναντίωση δεν νοείται.
Ειδικότερα, τόσο επί εισηγμένων όσο και επί μη εισηγμένων ΑΕ, σε περίπτωση που η ΓΣ καλείται ως αρμόδιο (αντί του ΔΣ) όργανο, προκειμένου να χορηγήσει τυχόν άδεια, η χορήγηση αυτής ματαιώνεται αν εναντιωθούν μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/3 του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 100 §5).
Μικρότερο ποσοστό μειοψηφίας απαιτείται σε περίπτωση που η ΓΣ καλείται να εγκρίνει εκ των υστέρων, ήδη, καταρτισθείσα συναλλαγή. Στην περίπτωση αυτή, μέτοχοι που εκπροσωπούν το 5% του μετοχικού κεφαλαίου (με δυνατότητα να μειωθεί, καταστατικά, έως το 1%) έχουν τη δυνατότητα να ματαιώσουν, ή αλλιώς να «μπλοκάρουν», την ισχύ μιας, κατά τα άλλα, νομίμως ειλημμένης (:με απλή απαρτία και πλειοψηφία, βλ. άρ. 132) απόφασης του ΔΣ (άρ. 100 §4).
Γίνεται, συνεπώς, αντιληπτό πως η εναντίωση της μειοψηφίας (όπου προβλέπεται) δεν επενεργεί στο έγκυρο της ληφθείσας με, απλή πλειοψηφία, απόφασης. Την απογυμνώνει, αντίθετα, από έννομες συνέπειες και αποτελέσματα. Να επισημανθεί, ωστόσο, ότι τα αποτελέσματα της εγκριτικής απόφασης σώζονται και η συναλλαγή νόμιμα διενεργείται, εφόσον (δικαστικά) διαπιστωθεί περίπτωση καταχρηστικής άσκησης των δικαιωμάτων της μειοψηφίας (άρ. 281 ΑΚ).
Παράβαση Διαδικασίας Αδειοδότησης: Έννομες Συνέπειες
H τήρηση των μηχανισμών που προβλέπονται από το νόμο για την ενδοεταιρική αδειοδότηση και δημοσιότητα, υπερακοντίζουν την απαγόρευση σύναψης συμβάσεων και συναλλαγών μεταξύ της ΑΕ, των μελών του ΔΣ και των συνδεδεμένων με αυτή μερών.
Μοιάζει, επομένως, λογική συνέπεια η ακυρότητα τέτοιων (απαγορευμένων κατ’ αρχήν) συμβάσεων/συναλλαγών, που συνήφθησαν κατά παράβαση της νομοθετικά προβλεπόμενης διαδικασίας αδειοδότησης (εξάλλου: κατά το άρ. 99 §1 «απαγορεύεται και είναι άκυρη η σύναψη οποιωνδήποτε συμβάσεων της εταιρείας με τα πρόσωπα της παρ. 2 του άρθρ. 99…»). Και τούτο διότι ο Έλληνας νομοθέτης, αξιοποιώντας την πλήρη διακριτική ευχέρεια που ο ενωσιακός νομοθέτης παραχώρησε (βλ. άρ. 9γ Οδηγία 2007/36/ΕΚ, ως εισήχθη δυνάμει της από 2017/828/ΕΕ Οδηγίας), προέκρινε ως βασική έννομη κύρωση την ακυρότητα-και μάλιστα απόλυτη, κατ’ άρ. 174 ΑΚ. Επομένως, έχει τη δυνατότητα να την επικαλεστεί όποιος δικαιολογεί έννομο συμφέρον. Παράλληλα, όμως, λαμβάνεται (και) αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο.
Σε περίπτωση ακυρότητας, ανάλογα με την εκτέλεση ή μη της επίμαχης σύμβασης/συναλλαγής με το συνδεδεμένο μέρος, καθώς και τη φύση και το είδος της (λ.χ. υποσχετική ή εκποιητική, αιτιώδης ή αναιτιώδης) διαμορφώνονται οι εκατέρωθεν υποχρεώσεις των συμβαλλομένων. Συνοπτικά: (ας αναφερθεί πως) σε περίπτωση εκτέλεσης, παρά το νόμο, της επίμαχης σύμβασης/συναλλαγής, γεννάται υποχρέωση εκκαθάρισης, η οποία καταλήγει σε επιστροφή των παροχών που ελήφθησαν εκατέρωθεν (εφόσον αυτές είναι δυνατό, από τη φύση τους, να επιστραφούν).
Δεν αποκλείεται, τέλος, να ανακύψουν -δυνάμει και του ν. 4548/2018- (και) ποινικές κυρώσεις σε βάρος των προσώπων εκείνων που προβαίνουν σε σύναψη σύμβασης συναλλαγής με μέλος ΔΣ/συνδεδεμένο μέρος χωρίς τις απαιτούμενες άδειες και δημοσιότητα (βλ. άρ. 179 §1). Το αξιόποινο, ωστόσο, αίρεται σε περίπτωση εκ των υστέρων έγκρισης, για την οποία αμέσως στη συνέχεια.
Έγκριση (Μη Νομίμως) Καταρτισθείσας Συναλλαγής
Ιδιαίτερο νομικό ζήτημα αποτελεί η δυνατότητα της εκ των υστέρων έγκρισης, ήδη, καταρτισθείσας συναλλαγής της ΑΕ με μέλος ΔΣ/συνδεδεμένο μέρος. Πρόκειται για ζήτημα που (συνεχίζει να) ταλανίζει, και υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς θεωρία και νομολογία.
Δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο να κληθεί το αρμόδιο προς χορήγηση άδειας όργανο να αποφασίσει για την τύχη μιας ήδη καταρτισθείσας συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος για την οποία, ωστόσο, δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις του νόμου.
Η συγκεκριμένη περίπτωση ρυθμίζεται, ειδικά, στο νόμο (§4 άρ. 100 και συμπεριλαμβανομένει -υπό το ισχύον δίκαιο- όλων των ειδών τις συναλλαγές-μεταξύ των οποίων παροχή εγγυήσεων και ασφαλειών). Στη βάση της γραμματικής ερμηνείας της εν λόγω διάταξης, συνάγεται ότι η εκ των υστέρων έγκριση των συναλλαγών επαφίεται, αποκλειστικά, στη ΓΣ. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να εξετασθεί υπό το πρίσμα των εκάστοτε σταδίων της διαδικασίας αδειοδότησης, όπως αυτά ανωτέρω αναλύθηκαν.
(α) Κατάρτιση σύμβασης/συναλλαγής κατόπιν άδειας του ΔΣ πριν την πλήρωση των διαδικαστικών προϋποθέσεων (άρ. 100 §3 εδ. γ΄): Όπως, ήδη, ανωτέρω αναλύθηκε, το ΔΣ έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει την -καθόλα έγκυρη- χορήγηση άδειας για τη σύναψη σύμβασης/συναλλαγής με μέλος ΔΣ/συνδεδεμένο μέρος. Τούτη, ωστόσο, τελεί καταρχάς υπό αναβλητική αίρεση (έως ότου παρέλθει άπρακτη η προθεσμία των 10 ημερών).
Ενδέχεται, όμως, μετά την χορήγηση άδειας από το ΔΣ και πριν την τυχόν χορήγηση άδειας από τη ΓΣ (εφόσον αχθεί η εν λόγω περίπτωση ενώπιον της), η ΑΕ να συνάψει την επίμαχη σύμβαση/συναλλαγή.
Στην περίπτωση αυτή προβλέπεται (άρ. 100§4) ότι: «αν μέχρι να χορηγηθεί άδεια από τη γενική συνέλευση, έχει ήδη συναφθεί η σύμβαση της παραγράφου 1 του άρθρου 99 ή έχει παρασχεθεί η εγγύηση ή η ασφάλεια, τότε η χορήγηση της άδειας από την γενική συνέλευση ματαιώνεται, αν αντιταχθούν σε αυτήν μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/20 του εκπροσωπούμενου στη συνέλευση κεφαλαίου…».
Η ΓΣ, επομένως, έχει τη δυνατότητα, στην περίπτωση αυτή, να εγκρίνει, εκ των υστέρων, την ήδη, καταρτισθείσα σύμβαση/συναλλαγή. Αρκεί να μην εναντιωθούν μέτοχοι που εκπροσωπούν το προβλεπόμενο από το νόμο ή το καταστατικό (έως 1%) ποσοστό του κεφαλαίου. Στην περίπτωση μιας τέτοιας εναντίωσης, η αιτούμενη άδεια οριστικά απορρίπτεται.
Συνέπεια της εκ των υστέρων έγκρισης συνιστά η αναδρομική (από τον χρόνο κατάρτισης) ισχυροποίηση της σύμβασης/συναλλαγής. Υποστηρίζεται (και ορθά) πως η αναδρομική ισχυροποίηση της σύμβασης/συναλλαγής θα πρέπει να επέλθει και σε μία, ακόμα, περίπτωση: αυτή της σύναψης της σύμβασης/συναλλαγής χωρίς να έχει παρέλθει η 10ήμερη προθεσμία, εντός της οποίας οι μέτοχοι της μειοψηφίας δικαιούνται να παραπέμψουν το θέμα στη ΓΣ. Άπρακτη παρέλευση της εν λόγω, 10ήμερης, προθεσμίας, θα ισχυροποιήσει, αναδρομικά, τη συναφθείσα σύμβαση/συναλλαγή.
(β) Κατάρτιση σύμβασης/συναλλαγής χωρίς προηγούμενη άδεια της αποκλειστικά αρμόδιας ΓΣ: Στην περίπτωση αυτή (:της σύγκρουσης συμφερόντων -άρ. 100 §2 εδ. β΄ σε συνδυασμό με το άρ. 97 §3 εδ. β΄), αρμόδια για τη χορήγηση άδειας είναι αποκλειστικά η ΓΣ-πριν από την κατάρτιση της σύμβασης/συναλλαγής.
Εφόσον, όμως, η σύμβαση/συναλλαγή συναφθεί, χωρίς την προηγούμενη άδεια της ΓΣ είναι δυνατή η εκ των υστέρων έγκριση (κατ’ άρ. 100§4-κατ’ αναλογική εφαρμογή ή τελολογική διαστολή). Ισχύουν, και στην περίπτωση αυτή, όσα αμέσως ανωτέρω (υπό α) αναπτύχθηκαν.
(γ) Κατάρτιση σύμβασης/συναλλαγής χωρίς προηγούμενη άδεια του ΔΣ: Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, αρμόδιο για τη χορήγηση άδειας είναι, καταρχήν, το ΔΣ, το οποίο αποφασίζει συλλογικά. Η αρμοδιότητα αυτή δεν επιδέχεται περαιτέρω ανάθεσης (άρ. 100 §2 εδ. α΄). Ενδέχεται, ωστόσο, υποκατάστατο του ΔΣ όργανο, χωρίς την προηγούμενη άδεια του τελευταίου, να προβεί σε σύναψη σύμβασης/συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος.
Η έλλειψη απόφασης του ΔΣ για παροχή άδειας σύναψης της σύμβασης/συναλλαγής δεν είναι δυνατό να αναπληρωθεί από την εκ των υστέρων έγκριση της μη αρμόδιας σε πρώτο στάδιο ΓΣ. Δεν εφαρμόζεται, στην περίπτωση αυτή η §4 του άρ. 100.
Έχει, άραγε, το ΔΣ τη δυνατότητα να εγκρίνει εκ των υστέρων μια τέτοια, χωρίς την άδειά του, συναφθείσα σύμβαση/συναλλαγή; Υποστηρίζεται, μεταξύ άλλων, η δυνατότητα της εκ των υστέρων έγκρισης της σύμβασης/συναλλαγής από όλους τους μετόχους με αναδρομική ισχύ (άρ. 238 ΑΚ). Στον αντίποδα, προβάλλεται η θέση περί χορήγησης εκ των υστέρων άδειας από το ΔΣ, για το μέλλον-ωστόσο, και υπό την προϋπόθεση της τήρησης της διαδικασίας αδειοδότησης και δημοσιότητας (:άρ. 100 §§1 και 3). Ορθότερη θα ήταν η, σε πρακτικό επίπεδο, διαχείριση μιας τέτοιας υπόθεσης, στη βάση των πραγματικών δεδομένων μιας εκάστης συναλλαγής.
Ο νόμος προβλέπει (και ορθά) σειρά προϋποθέσεων για τη σύναψη (κατ’ αρχήν απαγορευμένων) συμβάσεων/συναλλαγών με μέλη του ΔΣ και συνδεδεμένα μέρη. Ενδεχόμενη παράκαμψή τους όχι μόνον δημιουργεί ακυρότητες αλλά και, το σημαντικότερο, ευθύνες των εμπλεκομένων προσώπων. Στην πλειονότητα, πάντως, των περιπτώσεων είναι (θεωρητικά) δυνατή η εκ των υστέρων παροχή των αναγκαίων εγκρίσεων. Καθώς, όμως, η εκ των υστέρων έγκριση ποτέ δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, μια τέτοια προσδοκία (και πρακτική) μοιάζει απολύτως παρακινδυνευμένη. Επί εισηγμένων, πάντως, εταιρειών υφίσταται μια πρόσθετη προϋπόθεση: αυτή της έκθεσης αξιολόγησης, για την οποία επόμενη αρθρογραφία μας.-
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 15 Απριλίου 2023.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.