Αποτελεί ευχέρεια, απλώς, του νόμου ή συνιστά ελάχιστη διασφάλιση των (ιδρυτικών και λοιπών) μετόχων αλλά και της ομαλής λειτουργίας και συνέχειας της ανώνυμης εταιρείας;
Η εμπειρία του παρελθόντος
Είναι γνωστό πως η Ανώνυμη Εταιρεία υπήρξε ανέκαθεν (και παραμένει κατά το νόμο) κεφαλαιουχική. Στη χώρα μας εντούτοις συνεχίζει να έχει, κατά κανόνα, έντονα προσωπικά χαρακτηριστικά.
Τους ιδρυτικούς (και μη) μετόχους πάντοτε βαρύνουν αρκετοί προβληματισμοί. Ένας τέτοιος είναι το ενδεχόμενο κάποιος από τους υπόλοιπους μετόχους (με τους οποίους μοιράστηκαν το «κοινό όνειρο») να μεταβιβάσει τις μετοχές του σε κάποιον τρίτο-άσχετο με την αρχική ομάδα. Ενδεχομένως κακοπροαίρετο ή/και ανταγωνιστή. Όταν τα δεδομένα το επέτρεπαν προχωρούσαμε σε καταστατικές προβλέψεις ανάλογα (κατά κύριο λόγο), με τις ανάγκες του βασικού μετόχου ή, καλύτερα, του μετόχου εκείνου που μας είχε επιλέξει ως δικηγόρους του.
Αυτές οι προβλέψεις στόχευαν στην προστασία των παραμενόντων μετόχων από τον δυνητικό αιφνιδιασμό της εμφάνισης ενός νέου «συνεταίρου». Ενός συνεταίρου με τον οποίο οι παλαιοί μέτοχοι όφειλαν (ανεξαρτήτως της προσωπικότητας και των προθέσεών του) να συνυπάρξουν και να συνδημιουργήσουν.
Οι συγκεκριμένες προβλέψεις αναφέρονταν, συνήθως, στην αναγνώριση δικαιώματος προτίμησης των υπολοίπων μετόχων όταν κάποιος μέτοχος εξωτερίκευε την πρόθεσή του να μεταβιβάσει μετοχές του. Κι ακόμα περισσότερο: όταν ο συγκεκριμένος μέτοχος είχε ήδη προσυμφωνήσει, με υποψήφιο αγοραστή, τη μεταβίβαση μετοχών του. Κάποιες φορές μάλιστα οι πολυδαίδαλες διαδικασίες που επιλέγονταν, σκοπό είχαν να καταστήσουν εκ των πραγμάτων ανέφικτη μια ενδεχόμενη μεταβίβαση μετοχών. Ιδίως στην περίπτωση που δεν θα το ενέκρινε συγκεκριμένος μέτοχος.
Η δυνατότητα άρνησης της αιτούμενης έγκρισης και η «κόκκινη γραμμή» στις δεσμεύσεις που είναι δυνατό να τεθούν
Ο νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες αποδέχεται, στη διάταξη του άρθρου 43, το ενδεχόμενο το αρμόδιο όργανο της εταιρείας (Διοικητικό Συμβούλιο ή Γενική Συνέλευση) να αρνηθεί την έγκριση της αιτούμενης μεταβίβασης. Όχι όμως αυθαίρετα αλλά στο πλαίσιο σχετικής καταστατικής πρόβλεψης (παρ. 1).
Στην ίδια διάταξη (παρ. 2) συστηματοποιούνται (ενδεικτικά όμως) κάποιες κοινές δεσμεύσεις που είναι δυνατό αλλά και ανεκτό, με βάση το καταστατικό, να βαρύνουν τις μετοχές της εταιρείας. Για τις συγκεκριμένες δεσμεύσεις τίθεται όμως μια σημαντική «κόκκινη γραμμή», με δύο σκέλη καθώς δεν γίνεται αποδεκτό: (α) να καθίσταται αδύνατη η αιτούμενη μεταβίβαση, (β) να παρέλθει άπρακτο τρίμηνο χωρίς η εταιρεία να απαντήσει σε σχετικό αίτημα του μετόχου.
Σε περίπτωση παραβίασης της προαναφερθείσας «κόκκινης» γραμμής, η εταιρεία υποχρεούται να αγοράσει η ίδια τις μετοχές για τις οποίες το σχετικό αίτημα, με τη διαδικασία που ο νόμος ορίζει. Στη σχετική διάταξη (άρθρο 45) προβλέπεται η μεσολάβηση δικαστικής απόφασης, ο από μέρους της προσδιορισμός του τιμήματος της εξαγοράς, το ενδεχόμενο μεσολάβησης πραγματογνωμοσύνης. Επίσης η απειλή της λύσης της εταιρείας σε περίπτωση μη συμμόρφωσης σε όσα εκείνη (η δικαστική απόφαση) διατάξει.
Δεσμεύσεις και εγκριτικά όργανα
Η σχετική διάταξη του νόμου για τις Ανώνυμες Εταιρείες αναφέρεται σε κάποιους περισσότερο συνήθεις περιορισμούς που είναι δυνατόν να τεθούν στο καταστατικό όσον αφορά τη μεταβίβαση των μετοχών. Η σχετική αναφορά είναι ενδεικτική καθώς δεν προβλέπεται άλλος περιορισμός εκτός από την προαναφερθείσα «κόκκινη» γραμμή.
Η εμπλοκή καταστατικού οργάνου της εταιρείας ήταν πάντοτε (και παραμένει ήδη) δεδομένη και αναγκαία όταν υφίσταται καταστατική πρόβλεψη σχετικά με τη (με βάση προκαθορισμένη διαδικασία) μελλοντική μεταβίβαση των μετοχών. Η Γενική Συνέλευση ή το Διοικητικό Συμβούλιο (συνηθέστερα το τελευταίο) επιλέγονταν ως το όργανο εκείνο το οποίο θα έδινε τις αναγκαίες εγκρίσεις. Έτσι εκείνος από τους μετόχους που είχε την πλειονότητα των ψήφων στη Γενική Συνέλευση ή των μελών στο Διοικητικό Συμβούλιο ήταν ο ρυθμιστής του σχετικού θέματος. Ο απόλυτος, λιγότερο ή περισσότερο, άρχων!
Βεβαίως και με το νέο νόμο τα πράγματα δεν διαφοροποιούνται. Λογικό.
Δυνητικές δεσμεύσεις
Η διάταξη του αρθρ. 45 παρ. 2 προβλέπει, ενδεικτικά, κάποιους περιορισμούς που είναι δυνατό να τεθούν σε ενδεχόμενη μεταβίβαση μετοχών.
Στο πλαίσιο αυτό γίνεται αποδεκτή η υποχρέωση προσφοράς των μετοχών από μέρους του αιτούντος τη μεταβίβαση μετόχου στους λοιπούς ή σε ορισμένους από αυτούς (παρ. 2, περ. α-αναγνωρίζοντας ουσιαστικά δικαίωμα προτίμησής τους). Προσδιορίζεται επίσης ως ανεκτή η υποχρεωτική μεταβίβαση των επίμαχων σ’ εκείνον, ΜΟΝΟΝ, που θα υποδειχθεί από την εταιρεία (παρ. 2, περ. β).
Περισσότερο ενδιαφέροντες, σε νομικό και πρακτικό επίπεδο, είναι δύο άλλοι περιορισμοί. Αυτοί που στη διεθνή ορολογία συναντούμε ως Tag Along Right (παρ. 2, περ. γ) και Drag Along Right (παρ. 2, περ. δ) ως δυνητικές και ανεκτές καταστατικές προβλέψεις. Αυτοί που, λίγο πρωτοτυπώντας και λίγο ακροβατώντας, ενσωματώναμε ως καταστατικές προβλέψεις ή ρυθμίσεις εξωκαταστατικής συμφωνίας μετόχων.
Στη πρώτη περίπτωση (:Tag Along Right) ο τρίτος-υποψήφιος αγοραστής μετοχών υποχρεούται (προκειμένου να εγκριθεί η απόκτηση μετοχών από μέρους του) να αποκτήσει αντίστοιχο αριθμό μετοχών και άλλων μετόχων (και όχι μόνον του ενός με τον οποίο αρχικά «συμφώνησε»).
Στη δεύτερη περίπτωση (:Drag Along Right) οι λοιποί μέτοχοι αποδέχονται την υποχρέωση να συμμεταβιβάσουν στον τρίτο αντίστοιχο αριθμό μετοχών με τον μεταβιβάζοντα.
Η εμπειρία έχει δείξει πως οι συγκεκριμένες εναλλακτικές συχνά έχουν επιτυχώς αντιμετωπίσει και επιλύσει σύνθετα προβλήματα που συναρτώνται με τις σχέσεις μεταξύ των μετόχων.
Καταστατικές ρυθμίσεις
Το καταστατικό της εταιρείας είναι δυνατό να προβλέπει (ή όχι) την ύπαρξη δεσμεύσεων, όπως οι παραπάνω, όσον αφορά τις μεταβιβάσεις των μετοχών. Σε καταφατική περίπτωση οφείλει να ρυθμίζει «τη διαδικασία, τους όρους και την προθεσμία μέσα στην οποία η εταιρεία εγκρίνει τη μεταβίβαση ή προβαίνει στην υπόδειξη αγοραστή». Σε περίπτωση παρέλευσης μιας τέτοιας προθεσμίας η αιτούμενη μεταβίβαση είναι ελεύθερη. Αν, παρ’ ελπίδα, λάβει χώρα μεταβίβαση μετοχών κατά παράβαση των καταστατικών προβλέψεων, η μεταβίβαση προσδιορίζεται ως άκυρη.
Άρση ισχύος των περιορισμών μεταβίβασης
Οι ενδεχομένως υφιστάμενοι καταστατικοί περιορισμοί στη μεταβίβαση των μετοχών δεν ισχύουν ανεξαίρετα. Όπως, λ.χ. σε περίπτωση θανάτου μετόχου. Επίσης σε περίπτωση κατάσχεσης της περιουσίας του, πτώχευσής του ή υπαγωγής του σε άλλη συλλογική διαδικασία μεταβίβασης της περιουσίας του. Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατό να προβλεφθεί καταστατικά: (α) η υπόδειξη αγοραστή μέσα σε έναν μήνα από τότε που θα πληροφορηθεί η εταιρεία το σχετικό γεγονός-το τίμημα προσδιορίζεται από το δικαστήριο ή, εναλλακτικά, (β) το δικαίωμα προτίμησης των λοιπών μετόχων.
Αξιολογούνται ως απολύτως εύλογοι και οι λόγοι άρσης των καταστατικών περιορισμών όπως και επιβεβλημένες οι καταστατικές προβλέψεις για την αντίστοιχη διαχείριση τέτοιων περιστατικών. Οι τελευταίες μάλιστα διασφαλίζουν τη συνέχεια της εταιρείας στο πλαίσιο όσων οι ιδρυτικοί (ή επιγενόμενοι) μέτοχοι είχαν οραματισθεί.
Αντίστοιχοι (δυνητικοί) περιορισμοί και επί ομολογιών
Αντίστοιχοι περιορισμοί με αυτούς που παραπάνω αναφέρονται είναι δυνατό να τεθούν με την απόφαση του αρμόδιου οργάνου όταν εκδίδεται ομολογιακό δάνειο μετατρέψιμο σε μετοχές.
Εν κατακλείδι
Οι καταστατικές δεσμεύσεις που αφορούν τη μεταβίβαση των μετοχών μιας ανώνυμης εταιρείας συμβάλλουν αποτελεσματικά στη συνέχιση της ομαλής της λειτουργίας όταν κάποιος από τους μετόχους εκδηλώσει την επιθυμία να μεταβιβάσει μετοχές του.
Οι σχετικές καταστατικές προβλέψεις θα πρέπει όμως να είναι λελογισμένες και να μην οδηγούν σε αδιέξοδα (καθόσον θα αυτοαναιρούνται). Επιπρόσθετα: να μην δημιουργούν το υπόβαθρο εκβιαστικών συμπεριφορών από μέρους οποιουδήποτε από τους μετόχους.
Ο νέος νόμος μας παρέχει τα κατάλληλα εργαλεία.
Σ’ εμάς εναπόκειται η κατάλληλη αξιοποίησή τους παράλληλα μ’ εκείνη των εμπειριών του παρελθόντος.
Σταύρος Κουμεντάκης
Senior Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 20 Ιανουαρίου 2019.