Βιώσαμε μια μακρά οικονομική κρίση. Διαπιστώσαμε ήδη, από την άνοιξη ακόμα, πως έχουμε εισέλθει σε μια νέα ελπίζουμε όχι βαθύτερη. Αντιληφθήκαμε (και οι εξ ημών μη οικονομολόγοι) πως το υψηλό δημόσιο χρέος δημιουργεί σοβαρά προβλήματα όχι μόνον στην οικονομία αλλά και την καθημερινότητα του καθενός από εμάς. Αντιληφθήκαμε επίσης πως (εξίσου και) το ιδιωτικό χρέος αποτελεί εστία δικαιολογημένης ανησυχίας από την άποψη της μακρο-οικονομικής σταθερότητας. Η Πολιτεία εκλαμβάνει, και ορθά, το ιδιωτικό χρέος ως ισοδύναμα ικανό για την ανατροπή του οικονομικού της σχεδιασμού. Υποχρεούται λοιπόν αποτελεσματικά να το διαχειριστεί και επιτυχώς αντιμετωπίσει. Ο νέος πτωχευτικός νόμος (όπως και κάθε προγενέστερο αυτού συναφές νομοθέτημα) κινείται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Διατρέξαμε ήδη τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του. Υπήρξε όμως αναγκαία, στην παρούσα φάση, η θέση του σε εφαρμογή; Για ποιο λόγο το συγκεκριμένο νομοθέτημα είναι τόσο σημαντικό; Γιατί αφορά, εν τέλει, όλους μας ανεξαιρέτως; Έρχεται στον κατάλληλο χρόνο;
Ας επιχειρήσουμε κάποιες πρώτες απαντήσεις στα σημαντικά αυτά ερωτήματα.
Το συνολικό Ιδιωτικό Χρέος στην Ελλάδα και η αναγκαιότητα να τιθασευτεί
Τα αίτια του ιδιωτικού χρέους στην Ελλάδα είναι πολυποίκιλα. Άλλα οφείλονται σε επιλογές μας (σε ατομικό, οικογενειακό κι επιχειρηματικό επίπεδο) άλλα σε κυβερνητικές/πολιτικές επιλογές κι άλλα σε εξωγενείς παράγοντες.
Ανεξάρτητα πάντως από τα αίτια, ένα είναι βέβαιο: το πρόβλημα του Ιδιωτικού Χρέους είχε λάβει, ήδη-από μακρού χρόνου, εκρηκτικές κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις. Η σε εξέλιξη ακόμα πανδημία (και οι δραματικές της συνέπειες) περαιτέρω το διόγκωσε. Καθώς είναι σε εξέλιξη ακόμα το φαινόμενο, δεν είμαστε σε θέση να προβλέψουμε, με ασφάλεια, το μέγεθος της ύφεσης. Πολύ περισσότερο που διεθνείς, ευρωπαϊκοί και εθνικοί Οργανισμοί κάνουν προβλέψεις οι οποίες, συχνά, επαναξιολογούνται.
Αυτό όμως που είμαστε σε θέση να λάβουμε υπόψη μας είναι τα παρόντα δεδομένα: Με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Τράπεζα της Ελλάδος και, πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με παρέμβαση του Υποδιοικητή της ΤτΕ κ. Μητράκου της 20.10.20, το σύνολο του ιδιωτικού χρέους της χώρας (ιδιώτες και επιχειρήσεις) ανέρχεται σε €315 δισ. ή στο 184% του ΑΕΠ της χώρας. Αναλυτικότερα:
(α) Σε €147,7 δισ. ανέρχεται το υπόλοιπο της συνολικής χρηματοδότησης (δάνεια, εταιρικά ομόλογα, τιτλοποιημένα δάνεια με διαχειριστές πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοδότηση από ΤτΕ) του ιδιωτικού τομέα της εγχώριας οικονομίας (σε επιπλέον €45,2 δισ. ανέρχεται η χρηματοδότηση της Γενικής Κυβέρνησης). Πιο συγκεκριμένα:
(αα) €73,8 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης προς επιχειρήσεις (εκ των οποίων: €67,6 δισ. προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και €6,2 δισ. προς ασφαλιστικές επιχειρήσεις)
(αβ) €65,3 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης προς νοικοκυριά (€49,6 δισ. στεγαστικά δάνεια και 15,1 δισ. καταναλωτικά δάνεια)
(αβ) €8,6 δισ. το υπόλοιπο της χρηματοδότησης ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ατομικές επιχειρήσεις.
(β) Σε €106 δισ. € το χρέος των ιδιωτών προς τις φορολογικές αρχές
(γ) Σε €36 δισ. το χρέος των ιδιωτών προς τα ασφαλιστικά ταμεία
(δ) Σε €30 δισ. τα δάνεια που έχουν πουληθεί από τις εμπορικές τράπεζες και βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος
Η τιθάσευση του δραματικά υψηλού ιδιωτικού χρέους αυτού υπήρξε (και παραμένει) εθνική ανάγκη: πίσω από τα νούμερα αυτά βρίσκονται άνθρωποι-όλοι εμείς. Αυτονοήτως και η χώρα.
Οι προσπάθειες και καλές προθέσεις δεν έλειψαν σε πολιτικό επίπεδο. Αποδείχθηκαν όμως, εκ του αποτελέσματος, ατελέσφορες. Η αναγκαιότητα της δραστικής διαχείρισής του περισσότερο από προφανής. Μας έλειπαν, άραγε, οι νόμοι;
Το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο
Το μέχρι την 31.12.20 θεσμικό πλαίσιο αποτελεί προϊόν πολλαπλών νομοθετικών παρεμβάσεων.
Ο υφιστάμενος από το 2007 ελληνικός πτωχευτικός κώδικας έχει υποστεί αλλεπάλληλες τροποποιήσεις τα τελευταία χρόνια: εννέα τροποποιήσεις (εκτός της απολύτως πρόσφατης-Οκτ. 2020) τα τελευταία δέκα τρία χρόνια.
Κατά την τελευταία, μόλις, πενταετία αναθεωρήθηκε (με την τεχνική έννοια του όρου) έξι φορές: ν. 4336/2015 (Α΄ 94), ν. 4446/2016 (Α΄240), ν. 4472/2017 (Α΄ 74), ν. 4491/2017 (Α΄ 153), ν. 4512/2018 (Α΄ 5), ν. 4549/2018 (Α΄ 105). Συναφή ζητήματα εντάχθηκαν στο ρυθμιστικό πεδίο, μεταξύ άλλων, του ν. 4469/2017 (Α΄ 62), του ν. 4605/2019 (Α΄ 52). Επίσης με τις πολλαπλές τροποποιήσεις του ν. 3869/2010, όπως και στο ν. 4307/2014. Συνολικά: ων ο αριθμός ουκ έστιν…
Σημαντικό βέβαια να επισημανθεί πως οι προαναφερθείσες μεταρρυθμίσεις (:της τελευταίας πενταετίας) έλαβαν χώρα στο πλαίσιο προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής ή σταθερότητας. Το δεδομένο αυτό είναι δηλωτικό της σημασίας που αποδίδεται στο πτωχευτικό δίκαιο σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Βεβαίως και για την τρέχουσα-την σε σημαντικό βαθμό οφειλόμενη στη αντίστοιχη υγειονομική.
Το ίδιο δεδομένο όμως υποδηλώνει και κάτι ακόμα: το σύνολο των ρυθμίσεων που καταργεί ο συγκεκριμένος νόμος ακολουθούσε τα ισχύοντα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ελάμβανε υπόψη του τις βέλτιστες, διεθνείς, πρακτικές.
Όφειλε πάντως και κατά το ελλείπον [:πρόνοιες Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1023] να προσαρμοστεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.
Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023
Η Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20.6.2019 (που λειτουργεί συμπληρωματικά με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/848 της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας) υπήρξε η αφορμή για το νέο «πτωχευτικό» νόμο.
Bάση για την έκδοσή της αποτέλεσε, μεταξύ άλλων (:αιτιολ. σκέψη 7η), η προσπάθεια για άρση της αβεβαιότητας σχετικά με τους κανόνες περί αφερεγγυότητας στα επιμέρους κράτη- μέλη. Επίσης, η προσπάθεια για σύντμηση χρονοβόρων και απλοποίησης πολύπλοκων διαδικασιών που αποτελούν βασικό αντικίνητρο επενδύσεων ή/και αποφυγής επιχειρηματικών σχέσεων σε άλλο κράτος μέλλον. Κι η προσπάθεια, εν τέλει, της άρσης τέτοιων στοιχείων που υπονομεύουν την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
Αξιολογήθηκε επίσης (:αιτιολ. σκέψη 11η) πως ακόμα και αμιγώς εθνικού χαρακτήρα περιπτώσεις αφερεγγυότητας μπορεί να έχουν επιπτώσεις στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μέσω του λεγόμενου φαινομένου του ντόμινο. Και τούτο γιατί η αφερεγγυότητα ενός οφειλέτη μπορεί να προκαλέσει (και πράγματι προκαλεί) αλυσιδωτές περιπτώσεις αφερεγγυότητας.
Στόχος της υπήρξε:
(α) Όσον αφορά τις βιώσιμες επιχειρήσεις και τους επιχειρηματίες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες: να έχουν πρόσβαση σε αποτελεσματικά εθνικά πλαίσια προληπτικής αναδιάρθρωσης, τα οποία θα τους επιτρέψουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους,
(β) Όσον αφορά τους έντιμους (αφερέγγυους ή υπερχρεωμένους) επιχειρηματίες: να μπορούν να απαλλάσσονται πλήρως από τα χρέη τους μετά από εύλογο διάστημα, ώστε να απολαμβάνουν μια δεύτερη ευκαιρία και
(γ) Η βελτίωση της αποτελεσματικότητα των διαδικασιών αναδιάρθρωσης και αφερεγγυότητας, η ταχύτερη ολοκλήρωσή τους αλλά και η ταχύτερη επάνοδος των επιχειρήσεων σε παραγωγική λειτουργία.
Η συγκεκριμένη οδηγία κινείται σε δύο βασικούς άξονες:
Οι βιώσιμες επιχειρήσεις θα πρέπει να βοηθούνται στη συνέχιση της λειτουργίας τους (υπό την προϋπόθεση πως οι οικονομικές δυσκολίες που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν δεν ακυρώνουν τη βιωσιμότητά τους). Η εν λόγω βοήθεια θα πρέπει να λαμβάνει χώρα μέσα από αποτελεσματικά εργαλεία προληπτικής αναδιάρθρωσης, στα οποία θα πρέπει να έχουν πρόσβαση το ταχύτερο δυνατό.
Οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις θα πρέπει να εισέρχονται το ταχύτερο στο στάδιο της εκκαθάρισης για την αποφυγή συσσώρευσης ζημιών. Για τους έντιμους επιχειρηματίες/οφειλέτες οι οποίοι απέτυχαν σε κάποια επιχειρηματική τους δράση θα πρέπει να διασφαλίζεται η δυνατότητα μιας (νέας) αρχής ώστε, πιο έμπειροι πλέον, να μπορούν να δραστηριοποιηθούν, ξανά, στον επιχειρηματικό στίβο.
Αξίζει κανείς να επισημάνει επίσης πως το πνεύμα από το οποίο εμφορείται ο ενωσιακός νομοθέτης είναι πνεύμα ισόρροπης διαφύλαξης των συμφερόντων όλων των εμπλεκόμενων: ενδιαφερόμενος επιχειρηματίας, εργαζόμενοι, τρίτοι συναλλασσόμενοι, χρηματοπιστωτικό σύστημα, εθνική οικονομία, ενωσιακή αγορά.
Πρόληψη λοιπόν της αφερεγγυότητας με εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης και πρώιμης αποτελεσματικής αναδιάρθρωσης από τη μια, ταχεία εκκαθάριση αλλά και γρήγορη επάνοδο στην επιχειρηματική ζωή και πραγματική οικονομία από την άλλη.
Η αναγκαιότητα(;) της ψήφισης του νέου νομοθετήματος
Είναι δεδομένο πως η νομοθετική πολυδιάσπαση και πολυνομία δεν είναι ωφέλιμες. Επίσης δεδομένο είναι πως δεν αποδεικνύεται καθόλου χρήσιμη ή δόκιμη η αντιμετώπιση συναφών θεμάτων από περισσότερα του ενός νομοθετήματα.
Επίσης δεδομένο είναι πως η συγκέντρωση των επιμέρους νομικών θεμάτων και λογικών ενοτήτων στο νέο πτωχευτικό νόμο θα αποδειχθεί, το δίχως άλλο, ωφέλιμη. Η αναγκαιότητα όμως της ψήφισης του νέου νομοθετήματος ήδη συζητείται. Και από την επιστημονική κοινότητα.
Ευκταίο πάντως θα ήταν (για ένα τόσο σημαντικό νομοθέτημα) να διέλθει (υπό το φως του ήλιου) από τη βάσανο μιας εγνωσμένου κύρους νομοπαρασκευαστικής επιτροπής (χωρίς όμως καθόλου να υποτιμάται η επιστημοσύνη των συντακτών του). Ευκταίο θα ήταν να διέλθει το (τελικό του) κείμενο από τη διαδικασία της διαβούλευσης. Ευκταία επίσης και η ολιστική προσέγγιση του όλου θέματος και επιμέρους ρυθμίσεων. Δεν συνέβη.
Κι ακόμα περισσότερο: Η πληθώρα των εξουσιοδοτικών διατάξεων του παραπέμπει, δυστυχώς, στην ελλιπή επεξεργασία του συγκεκριμένου νομοθετήματος. Δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την «ετοιμότητα» του νόμου να τεθεί σε άμεση εφαρμογή. Και, περαιτέρω, εγείρει ζήτημα πληρότητας του νόμου και συμβιβασμού με τη διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του 4048/2012 «Ρυθμιστική Διακυβέρνηση: Αρχές, Διαδικασίες και Μέσα Καλής Νομοθέτησης» (Α΄34)
Συμπερασματικά: Εξαιρετική η επιλογή της συνολικής και ολιστικής προσέγγισης των επιμέρους θεμάτων που ο νέος πτωχευτικός νόμος πραγματεύεται. Ευκταίο όμως θα ήταν να ακολουθηθεί η πορεία της Καλής Νομοθέτησης που η αναμόρφωση τέτοιας σοβαρότητας νομοθετημάτων και κωδίκων επιβάλλει.
Ποιους και τι αφορά ο νέος Πτωχευτικός Νόμος;
Εισαγωγικά να θυμηθούμε πως ο συγκεκριμένος νόμος φέρει τον τίτλο «Ρύθμιση Οφειλών και Παροχή Δεύτερης Ευκαιρίας».
Θα μπορούσαμε να πούμε, με μη αμιγώς νομικούς όρους, πως χωρίζεται σε πέντε μεγάλες ενότητες:
(α) την Προειδοποίηση της Αφερεγγυότητας & την Έγκαιρη Προειδοποίηση-(άρθρα 1 έως 4)
(β) τις Διαδικασίες Πρόληψης της Αφερεγγυότητας (:Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών και Προπτωχευτική Διαδικασία Εξυγίανσης)-(άρθρα 5 έως 74) και
(γ) την Πτώχευση (άρθρα 75 έως 211)
(δ) τους Ευάλωτους Οφειλέτες (άρθρα 212 έως 224) και τέλος
(ε) τους Διαχειριστές Αφερεγγυόητας (άρθρα 225 έως 259)
Από την απαρίθμηση και μόνον των συγκεκριμένων ενοτήτων ένα ασφαλές συμπέρασμα εξάγεται:
Αφορά όλους εκείνους (νομικά και φυσικά πρόσωπα-έχοντα ή μη την εμπορική ιδιότητα, νοικοκυριά κι επιχειρήσεις-ανεξαρτήτως μεγέθους) που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες-ακόμα και ρευστότητας.
Δεν αφορά όμως αυτούς μόνον!
Αφορά και κάθε υγιή επιχείρηση και επιχειρηματία που δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα οικονομικής φύσεως. Και τούτο γιατί κάποιος/κάποιοι (ίσως αρκετοί-ίσως πολλοί) από εκείνους με τους οποίους συναλλάσσονται θα ενταχθούν στο ρυθμιστικό πεδίο του συγκεκριμένου νόμου.
Αφορά επίσης τους επενδυτές που θα θελήσουν να επενδύσουν στη χώρα.
Αφορά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα οικονομικά τους.
Αφορά, εν τέλει, τη χώρα και τον καθένα από εμάς.
Οι συνθήκες της σύνταξης και η «βιάση» στην έναρξη της εφαρμογής του νέου πτωχευτικού νόμου
Ο νέος πτωχευτικός νόμος δεν είναι «ένας ακόμα νόμος».
Είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό νομοθέτημα με πολυεπίπεδες συνέπειες στο σύνολο της οικονομικής ζωής του τόπου. Βεβαίως και στην εθνική οικονομία.
Αξιοποιώντας οι συντάκτες του το πρόσχημα της ευθυγράμμισης με την Οδηγία (ΕΕ) 2019/1023 προέβησαν σε συνολική επαναπροσέγγιση απολύτως πρόσφατων (και εκσυγχρονισμένων μάλιστα) ρυθμίσεων. Αξιοσημείωτο είναι μάλιστα πως η εν λόγω (συνολική) επαναπροσέγγιση έλαβε χώρα ανάμεσα στο στάδιο της διαβούλευσης του νομοσχεδίου (ενός διαφορετικού νομοσχεδίου) και της κατάθεσής του για ψήφιση. Δημιουργεί απορίες ο χρόνος της έναρξης της ισχύος ενός τόσο σημαντικού νομοθετήματος. Ας θυμηθούμε το νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες (:ν. 4548/18). Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 13.6.18 και η έναρξη της ισχύος του ορίστηκε την πρώτη του επομένου έτους (:1.1.2019).
Προς τι άραγε η σχετική βιάση για το νέο πτωχευτικό νόμο;
Έχει διατυπωθεί η εύλογη πρόταση για παράταση του χρόνου έναρξης εφαρμογής του για το νέο δικαστικό έτος. Μεταξύ άλλων γιατί σημαντικό μέρος της μεταρρύθμισης επωμίζεται πλέον το Ειρηνοδικείο, οι υπηρετούντες δικαστές των οποίων έχουν συγχρόνως επιφορτιστεί με τη διευθέτηση της δικαστικής εκκρεμότητας υποθέσεων του ν. 3869/2010 μέχρι 15.06.2021. Η εξοικείωση λοιπόν με το νέο πλαίσιο αλλά και η διαφύλαξη αναγκαίων ανθρώπινων πόρων είναι παράγοντες που θα ήταν κρίσιμο να ληφθούν υπόψη.
Θα είναι εύκολο, για μια ακόμα, φορά να πετροβολήσουμε την βραδυπορούσα Δικαιοσύνη.
Θα είναι όμως κι άδικο καθώς η επιλογές και σχετική ευθύνη θα βαρύνει, αποκλειστικά, την νομοθετική εξουσία. Ακόμα κι αν η εκτελεστική λάβει τη σκυτάλη αξιώνοντας τα αδύνατα.
Ο νέος πτωχευτικός νόμος αποτελεί ένα κρίσιμο νομοθέτημα για την εθνική οικονομία.
Για την υποβοήθηση της (απολύτως αναγκαίας) ανόρθωσης αλλά και ανάκαμψής της.
Για την υποβοήθηση της (ευκταίας) αναπτυξιακής πορείας της χώρας.
Οι συνθήκες υπό τις οποίες συνετάγη δημιουργούν προβληματισμούς.
Αντίστοιχα και οι ασφυκτικές προθεσμίες μέχρι την έναρξη της εφαρμογής του.
Ας ελπίσουμε πως οι συγκεκριμένες επιλογές δεν θα αποβούν σε βάρος των (υψηλών) στόχων των συντακτών του αλλά και των αναγκών της εθνικής μας οικονομίας.
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 3 Ιανουαρίου 2021.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.