Με προηγούμενη αρθρογραφία μας, προσεγγίσαμε βασικές ενότητες του νέου «πτωχευτικού» νόμου. Εξετάσαμε τις βασικές πρόνοιες και καινοτομίες του, την αναγκαιότητα, το ρυθμιστικό πεδίο και τη σημασία του. Προχωρήσαμε στις επιμέρους προβλέψεις του. Ξεκινήσαμε από την έγκαιρη προειδοποίηση και προχωρήσαμε στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών.
Ο βηματισμός του νομοθέτη, τον οποίο ακολουθούμε σε αυτή μας τη συγγραφική διαδρομή, μας οδηγεί στη θεματική ενότητα της προπτωχευτικής διαδικασίας της εξυγίανσης (άρθρα 31 έως 69 του ν. 4738/2020).
Εστιάζουμε στις κυριότερες προβλέψεις της, τους βασικούς αρμούς της οποίας επιχειρούμε να αναδείξουμε.
Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Η προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης αφορά τη γνωστή σε όλους μας «διαδικασία του άρθρου 99» (ν. 3588/2007). Η συγκεκριμένη διαδικασία είχε ήδη αναμορφωθεί εκ βάθρων (με τον ν. 4446/2016 που αντικατέστησε τα άρθρα 99 έως 106στ και κατήργησε τα άρθρα 106ζ έως 106ια του ν. 3588/2007).
Η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών παραμένει θεμελιώδης και υπό το καθεστώς του νέου νόμου (βλ. άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 3588/2007 και άρθρο 31 του ν. 4738/2020).
Οι αντίστοιχες ρυθμίσεις (της διαδικασίας εξυγίανσης) εκτείνονται (μόλις) στα άρθρα 99 έως 106στ ν. 3588/2007. Υπό το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο καταλαμβάνει πληθώρα άρθρων (:άρθρα 31 έως 69 ν. 4738/2020).
Εύλογα δημιουργείται το ερώτημα, αν πρόκειται για συνολική (και εκ βάθρων) αλλαγή όσων ισχύουν μέχρι σήμερα.
Η απάντηση είναι ωστόσο αρνητική.
Περιορισμένες είναι οι κρίσιμες αλλαγές (κάποιες από αυτές θετικές) που έλαβαν χώρα. Ο νομοθέτης επέλεξε, κατά βάση, την επαναμορφοποίηση του σχετικού κεφαλαίου στη λογική των πολλών μικρών άρθρων-έναντι λίγων και μακροσκελών. Πρόκειται για επιλογή η οποία καθιστά περισσότερο εύληπτο και εύχρηστο το κείμενο του νόμου. Με την ευκαιρία αυτή προχώρησε, κατά περίπτωση, σε προσθήκες και αναδιατυπώσεις.
Σκοπός της εξυγίανσης
Ο σκοπός της διαδικασίας εξυγίανσης παραμένει ο ίδιος: η «διατήρηση, αξιοποίηση, αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης» (βλ. άρθρο 99 παρ. 2 του ν. 3588/2007 και άρθρο 31 του ν. 4738/2020).
Η μοναδική συλλογική, προπτωχευτική, διαδικασία
Σε αντίθεση με το παρελθόν, η διαδικασία εξυγίανσης συνιστά πλέον τη μοναδική, όντως συλλογική, προπτωχευτική διαδικασία. Για τρεις, κατά βάση, λόγους:
(α) Αφορά το σύνολο των πιστωτών
Από τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών εξαιρούνται οι μη θεσμικοί πιστωτές (βλ. άρθρο 5). Εξαιρούνται οι προμηθευτές, λ.χ., του οφειλέτη. Ως εκ τούτου δεν πρόκειται ούτε για συλλογική ούτε άλλωστε για, κατ’ ακρίβεια, ισότιμη διαδικασία: επιφυλάσσεται προνομιακή μεταχείριση στους χρηματοδοτικούς φορείς. Αντίθετα, η διαδικασία εξυγίανσης αφορά το σύνολο των πιστωτών
(β) Αδυναμία υποβολής νέων αιτήσεων ειδικής διαχείρισης
Από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, παύει η δυνατότητα υποβολής νέων αιτήσεων ειδικής διαχείρισης βάσει των διατάξεων των άρθρων 68 έως και 77 του ν. 4307/2014 (βλ. άρθρο 265 παρ. 1 περ. γ), η οποία αποτελούσε μια προπτωχευτική λύση, με ιδιαίτερη αξία τα τελευταία χρόνια. Ο νέος νόμος αξιοποιεί μόνο τις εκκαθαριστικής υφής προβλέψεις του θεσμού της ειδικής διαχείρισης και, αποκλειστικά, στο στάδιο της πτώχευσης⸱
(γ) Κατάργηση ενδοπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης
Ο νέος νόμος καταργεί τον θεσμό της ενδοπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης με την υποβολή σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρθρα 108 επ. του ν. 3588/2007), ο οποίος διασφάλιζε μια διέξοδο έναντι της ρευστοποίησης σε περίπτωση πτώχευσης. Ο νέος νόμος αναδεικνύει τη ρευστοποίηση ως μοναδικό μέσο συλλογικής ικανοποίησης σε περίπτωση πτώχευσης (βλ. άρθρο 75).
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, η προπτωχευτική διαδικασία της εξυγίανσης αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική δυνατότητα συλλογικής ικανοποίησης, η οποία δεν προηγείται, απλώς, χρονικά από την πτώχευση. Έχει ως σκοπό την αποτροπή της.
Πεδίο εφαρμογής
Υπό το νέο νόμο διευρύνονται τα όρια του πεδίου εφαρμογής του θεσμού της εξυγίανσης:
(α) Όσον αφορά το υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής
Αφορά κάθε πρόσωπο το οποίο «ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα» (και όχι «κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό με πτωχευτική ικανότητα», όπως ορίζει το άρθρο 99 παρ. 1 του ν. 3588/2007). Τα πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα είναι δυνατό, υπό τις λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 32 παρ. 1, να ζητήσουν από το αρμόδιο δικαστήριο την επικύρωση της συνυποβαλλόμενης συμφωνίας εξυγίανσης (του άρθρου 34). Μην ξεχνάμε εξάλλου πως πτωχευτική ικανότητα αναγνωρίζεται πλέον σε κάθε φυσικό πρόσωπο. (Ας σημειωθεί εδώ πως η πτωχευτική ικανότητα αποσυνδέεται πλέον από την εμπορική ιδιότητα (άρθρο 76)-σε αντίθεση με το καθεστώς του ν. 3588/2007). Εξάλλου, και η υπό ενσωμάτωση οδηγία 2019/1023 παραπέμπει σε επιχειρηματίες (βλ. άρθρο 2 παρ. 1 περ. 9 της οδηγίας).
(β) Όσον αφορά το αντικειμενικό πεδίο εφαρμογής
Τα πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα έχουν δικαίωμα να προσφύγουν στη διαδικασία της εξυγίανσης. Και τούτο ακόμη και όταν δεν συντρέχει «παρούσα ή επαπειλούμενη αδυναμία εκπλήρωσης» (όπως ο προηγούμενος νόμο απαιτούσε). Αρκεί, απλώς, πιθανότητα αφερεγγυότητας, η οποία να μπορεί να αρθεί με την υπαγωγή τους σε εξυγίανση (βλ. άρθρο 32 παρ. 2).
Συμφωνία εξυγίανσης και απαιτούμενη πλειοψηφία πιστωτών
Το άρθρο 34 αποτελεί κομβικής σημασίας διάταξη του θεσμού της εξυγίανσης (βλ. σε συνδυασμό με το άρθρο 100 του ν. 3588/2007). Πιο συγκεκριμένα, το άρθρο 34 αναφέρεται σε δύο ενδεχόμενα:
(α) Ο οφειλέτης συναινεί στη συμφωνία εξυγίανσης
Στην περίπτωση αυτή είναι αναγκαίο να συμφωνούν οι πιστωτές που εκπροσωπούν το πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων που έχουν ειδικό προνόμιο και το πενήντα τοις εκατό (50%) των λοιπών απαιτήσεων (§ 1). Υπό το καθεστώς του ν. 3588/2007 το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν στο εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων, στο οποίο περιλαμβάνεται το σαράντα τοις εκατό (40%) των τυχόν εμπραγμάτως ή με προσημείωση υποθήκης εξασφαλισμένων απαιτήσεων (άρθρο 100 παρ. 1 του ν. 3588/2007).
(β) Ο οφειλέτης δεν συναινεί στη συμφωνία εξυγίανσης
Οι πιστωτές είναι δυνατό να επιχειρήσουν επικύρωση συμφωνίας εξυγίανσης ακόμη και όταν δεν συναινεί ο οφειλέτης. Με βάση όσα ίσχυαν υπό τον προϊσχύσαντα νόμο (ν. 3588/2007), «αναγκαστική εξυγίανση» προβλεπόταν μόνο όταν ο οφειλέτης βρισκόταν κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας σε παύση πληρωμών. Ο νέος νόμος προβλέπει τρεις επιπλέον νέες περιπτώσεις (βλ. άρθρα 34, παρ. 2 περ. β έως δ). Περισσότερο «ενδιαφέρουσα» εκείνη που ο οφειλέτης έχει παραλείψει να υποβάλει προς καταχώριση οικονομικές καταστάσεις δυο (2) τουλάχιστον διαδοχικών διαχειριστικών χρήσεων.
Επικύρωση της συμφωνίας εξυγίανσης
Συναφές προς το άρθρο 34 είναι το άρθρο 54, το οποίο αφορά την επικύρωση της συμφωνία εξυγίανσης.
Στο άρθρο 54 λοιπόν εισάγεται, στο πλαίσιο μεταφοράς της οδηγίας 2019/2013, ο θεσμός της «διακατηγοριακής παράκαμψης», τον οποίο δεν συναντήσαμε στο αντίστοιχο άρθρο 106β του ν. 3588/2007.
Είναι λοιπόν ενδεχόμενο να μη συναινούν ανέγγυοι πιστωτές. Προκειμένου να (παρα)καμφθεί τυχόν αντίδρασή τους, προβλέπεται [υπό προϋποθέσεις-εναλλακτικά προς τις προαναφερθείσες πλειοψηφίες (άρθρο 34 §1: 50% & 50%)], επικύρωση συμφωνίας που έχει εγκριθεί από πιστωτές που εκπροσωπούν περισσότερο από το εξήντα τοις εκατό (60%) του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη και περισσότερο από πενήντα τοις εκατό (50%) των απαιτήσεων με ειδικό προνόμιο.
Νομοθετικές επιλογές, πέραν της προοπτικής ενσωμάτωσης της οδηγίας 2019/1023.
Πέρα από τις αναγκαίες βελτιώσεις και προσαρμογές με βάση τη οδηγία 2019/1023, ο νομοθέτης προχώρησε και σε ορισμένες επιπλέον επιλογές. Ενδεικτικά, οι ακόλουθες:
Το τεκμήριο της συναίνεσης του Δημοσίου και των Δημοσίων Φορέων
Η συναίνεση του Δημοσίου και των δημοσίων φορέων στη διαδικασία εξυγίανσης δεν είναι πάντοτε αναγκαίο να είναι ρητή. Με το άρθρο 37 παρ. 2, εισάγεται (υπό προϋποθέσεις) τεκμήριο συναίνεσής τους σε συμφωνία εξυγίανσης, ακόμα και αν δεν την υπογράφουν. Με τη διάταξη αυτή ο νομοθέτης επιδιώκει να επιλύσει το πρόβλημα που ανέκυπτε στην πράξη, το Δημόσιο και γενικά οι φορείς του δημοσίου να μην συναινούν «σχεδόν ποτέ» (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 124) .
Η έλλειψη ευθύνης των υπαλλήλων
Με το άρθρο 38 καθιερώνεται η απαλλαγή κάθε υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α του Ποινικού Κώδικα, που υπογράφει τη συμφωνία εξυγίανσης ή ψηφίζει θετικώς, από οποιαδήποτε ποινική, αστική ή πειθαρχική ευθύνη. Γίνεται δε ρητή παραπομπή στις προβλέψεις του άρθρου 65 §§1 & 2 ν. 4472/2017. Επισημαίνεται ωστόσο ότι όσον αφορά τα λοιπά συμπράττοντα στελέχη και δη των χρηματοδοτικών φορέων καταργούνται οι αντίστοιχες προβλέψεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 65 του ν. 4472/2017 (βλ. άρθρο 265 παρ. 2). Ύστατο και μόνο προστατευτικό των αγαθών ανάχωμα: οι περί απιστίας προβλέψεις του άρθρου 390ΠΚ (η ενεργοποίηση των οποίων προϋποθέτει υποβολή εγκλήσεως).
Η (συνοπτική) αιτιολογία των σχετικών δικαστικών αποφάσεων
Το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος αξιώνει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογίας στις δικαστικές αποφάσεις.
Όμως, με το άρθρο 56 του νέου «πτωχευτικού» νόμου, εισάγεται για πρώτη φορά (όχι μόνο στο πεδίο της εξυγίανσης αλλά και γενικότερα της έννομης τάξης ενδεχομένως), η πρόβλεψη η απόφαση με την οποία επικυρώνεται η συμφωνία εξυγίανσης να περιέχει συνοπτική μόνον αιτιολογία με απλή αναφορά στο κεφάλαιο της έκθεσης του εμπειρογνώμονα, από την οποία προκύπτει η συνδρομή κάθε απαιτούμενου για την επικύρωση της συμφωνίας στοιχείου (εφόσον δεν έχει ασκηθεί παρέμβασή κατά της επικύρωσης της συμφωνίας). Ήδη διαφαίνεται η δυσκολία συμβιβασμού της πρόβλεψης αυτής με το δικαίωμα τριτανακοπής κατά της επικυρωτικής απόφασης από πρόσωπο που δεν παρέστη στη συζήτηση και δεν είχε κλητευθεί νομίμως (βλ. άρθρο 57).
Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών και διαδικασία εξυγίανσης: Ομοιότητες και διαφορές
Τόσο ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών όσο και η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης εντάσσονται στο δεύτερο μέρος του πρώτου βιβλίου του νέου «πτωχευτικού» νόμου, με σκοπό την πρόληψη της αφερεγγυότητας. Υπ’ αυτήν την έννοια κρίνεται σκόπιμο να καταγραφούν ορισμένες prima facie διαφορές μεταξύ των δύο θεσμών.
Ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, αποτελεί μια εξωδικαστική διαδικασία. Η προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης είναι, αντίθετα, μια διαδικασία η οποία εκκινεί μεν εκτός δικαστηρίου, απαιτείται ωστόσο η δικαστική της επικύρωση της συμφωνίας η οποία ενδεχομένως επιτευχθεί (βλ. άρθρα 33, 54).
Στην διαδικασία της εξυγίανσης ενδέχεται επίσης να «συρθεί», εκών-άκων, ο οφειλέτης. Αντίθετα η οικειοθελής συμμετοχή του τελευταίου στον εξωδικαστικό μηχανισμό προϋποτίθεται ως δεδομένη (εκεί, εξάλλου, το ζητούμενο μάλλον έγκειται στην εν γένει υποστήριξη του θεσμού από τους χρηματοδοτικούς φορείς).
Προς ευόδωση μιας διαδικασίας εξυγίανσης προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ενδιάμεση χρηματοδότηση (βλ. άρθρο 39 παρ. 1 περ. θ) και μεγαλύτερα περιθώρια αναστολής των ατομικών διώξεων (βλ. άρθρα 50, 52) κ.ά.
Το προϊσχύσαν δίκαιο και η αξιοποίηση των προβλέψεών του
Η ελληνική έννομη τάξη διέθετε ήδη και πριν από τον ν. 4738/2020 επαρκές προπτωχευτικό πλαίσιο, ιδίως όσον αφορά την εξυγίανση, καθ’ ομολογίαν του νομοθέτη του (βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 122, ν.4738/2020).
Ο νομοθέτης του 4738/2020 ορθώς λοιπόν αξιοποίησε το πλαίσιο του ν. 3588/2007, το οποίο άλλωστε με τον ν. 4446/2016 είχε εναρμονιστεί με το υπό διαμόρφωση τότε νέο ενωσιακό πλαίσιο σε πολύ μεγάλο βαθμό. Επίσης, ορθά μετέφερε στην ελληνική έννομη τάξη τις τελικώς αποκρυσταλλωμένες ρυθμίσεις της οδηγίας 2019/1023, επικαιροποιώντας το ισχύον καθεστώς κατά το ελλείπον μέρος.
Η εξισορρόπηση αντίθετων συμφερόντων
Ο νομοθέτης όμως επιχείρησε και ορισμένες αλλαγές σε σχέση με τα προϊσχύοντα. Αλλαγές που προβληματίζουν τον θεωρητικό του δικαίου˙ ενδεχομένως αύριο και τον εφαρμοστή του.
Ο νομοθέτης επιλέγει (και ορθά) ένα ευέλικτο σχήμα προκειμένου να αποτραπεί η πτώχευση, προβλέποντας εργαλεία ώστε να επιτυγχάνεται η άρση της εκάστοτε κωλυσιεργίας (λ.χ. των μετόχων κατ’ άρθρο 35 παρ. 3 και 101 του ν. 3588/2007) αλλά και του Δημοσίου ή/και αυτού ακόμη του οφειλέτη).
Είναι δεδομένη και από όλους αποδεκτή η σπουδαιότητα του θεσμού της εξυγίανσης ως του μοναδικού, κατ’ ουσίαν, εργαλείου συλλογικής προληπτικής αναδιάρθρωσης. Απόκειται σε όλους μας (νομικούς της θεωρίας και της πράξης, εφαρμοστές του δικαίου αλλά και, προεχόντως, πιστωτές και οφειλέτες-κατά το μέτρο της ευθύνης του καθενός), η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση του συγκεκριμένου εργαλείου-προληπτικού και αποτρεπτικού της πτώχευσης. Επίσης: η διαρκής προσπάθεια αξιοποίησης και βελτιστοποίησής του, λ.χ. με την παροχή κινήτρων για τη χρήση του, τη διασφάλιση εγγυημένα αξιόπιστων επιχειρηματικών σχεδίων (βλ. άρθρο 43), εμπλοκή διαρκώς επιμορφούμενων εμπειρογνωμόνων (άρθρα 65 επ) κ.ο.κ.
Στην περίπτωση μη επαρκούς αξιοποίησης του συγκεκριμένου θεσμού, ως μόνη εναλλακτική θα απομένει η πτώχευση. Απευκταίο, αυτονοήτως, για τις βιώσιμες επιχειρήσεις.
Μην ξεχνάμε, εξάλλου, πως κάθε υγιής επιχείρηση θα βρεθεί κάποιες φορές σε πρόσκαιρες (περισσότερο ή λιγότερο σημαντικές) οικονομικές δυσκολίες. Άλλες φορές τα αίτια θα αφορούν την ίδια. Άλλες θα συνδέονται με απροσδόκητα φαινόμενα-όπως η παρούσα υγειονομική και οικονομική κρίση. Η παροχή των κατάλληλων εργαλείων για να τις υπερβούν, η διάσωση (και γιατί όχι) ο πολλαπλασιασμός των θέσεων εργασίας, είναι, το δίχως άλλο, επιβεβλημένη.
Συνιστά ηθική και πολιτική αξίωση μιας κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης.
Αποτελεί, κατά τούτο, καθήκον όλων μας.
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Φεβρουαρίου 2021.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.