Ακυρώσιμες Αποφάσεις Γενικής Συνέλευσης: Αποτελέσματα Ακύρωσης, Προσωρινή Δικαστική Προστασία & Αγωγή Αποζημίωσης
(άρθρο 137 §§ 4, 9, 10, 11, 12)
Αποφάσεις της ΓΣ είναι ενδεχόμενο να καταλήξουν ελαττωματικές. Ανάλογα με το συγκεκριμένο ελάττωμα, είναι ενδεχόμενο η απόφαση να είναι ακυρώσιμη. Η ακύρωση της τελευταίας προϋποθέτει άσκηση αγωγής ακύρωσης. Τα αποτελέσματα της ενδεχόμενης αποδοχής της δεν είναι αμελητέα. Παραμένει, πάντοτε, δυνατή η παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας καθώς και η άσκηση αγωγής αποζημίωσης. Περί αυτών το παρόν!
Αποτελέσματα Ακύρωσης
Η ακύρωση (ακυρώσιμης) απόφασης ΓΣ προϋποθέτει τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η ακυρώσιμη, πάντως, απόφαση της ΓΣ παράγει τα αποτελέσματά της έως την τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης, που θα κρίνει σχετικά.
Η ακύρωση ισχύει αναδρομικά από τον χρόνο λήψης της˙ δεν θίγει, όμως, δικαιώματα τρίτων που αποκτήθηκαν με βάση την ακυρώσιμη απόφαση ή πράξη που έλαβε χώρα στη βάση αυτής. Ωστόσο, αν ο τρίτος είχε γνώση ή αγνοούσε μεν αλλά από βαριά αμέλεια το συγκεκριμένο ελάττωμα, η ακύρωση της σχετικής απόφασης έχει αναδρομική ισχύ και για τον συγκεκριμένο τρίτο (137 §10 εδ. γ΄).
Η απόφαση με την οποία γίνεται δεκτή η αγωγή, ισχύει έναντι πάντων (erga omnes –137 §10 εδ. α΄). Αποκλείεται, έτσι, η δυνατότητα άσκησης δεύτερης αγωγής από διαφορετικό ενάγοντα για το ίδιο θέμα. Αντίθετα, τυχόν απορριπτική απόφαση ισχύει μόνον έναντι των διαδίκων της εκάστοτε δίκης. Ως εκ τούτου έτερος, μη διάδικος μέτοχος ή μέλος ΔΣ είναι δυνατό να ασκήσει, εκ νέου, αγωγή με το ίδιο αντικείμενο. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, πως το επικαλούμενο ελάττωμα εξακολουθεί να υφίσταται και να μην έχει θεραπευτεί˙ να συντρέχουν, επίσης, οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τον νόμο για την άσκηση της αγωγής ακύρωσης της απόφασης της ΓΣ.
Η απόφαση για την ακύρωση απόφασης ΓΣ είναι διαπλαστική.
Το ΔΣ είναι υποχρεωμένο να λάβει τα μέτρα που επιβάλλει η κατάσταση, η οποία θα προκύψει από την ακύρωση (137 §10 εδ. β΄). Ο δικαστής, πάντως, δεν νομιμοποιείται να αντικαταστήσει την απόφαση της ΓΣ με την ορθή εκδοχή της, σε περίπτωση που καταλήξει στην ελαττωματικότητά της. Η (έγκυρη) απόφαση της ΓΣ, η οποία θα λαμβάνονταν τηρώντας τον νόμο και το καταστατικό, θα πρέπει να ληφθεί από το ίδιο το όργανο της εταιρείας και δεν επιτρέπεται να αντικατασταθεί το έργο του από τη δικαστική κρίση. Σε αντίθετη περίπτωση, αν το δικαστήριο διέθετε σχετική αρμοδιότητα και εξουσία, θα παραβιαζόταν η αυτονομία και η ανεξαρτησία του νομικού προσώπου της ΑΕ (23/2018 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Προσωρινή Δικαστική Προστασία
Διαπιστώσαμε, ήδη, πως η ακύρωση της απόφασης ΓΣ προϋποθέτει τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η τελευταία (:τελεσίδικη απόφαση) είναι εκείνη που θα ανατρέψει τις έννομες συνέπειες της ελαττωματικής απόφασης που θα έχουν επέλθει μέχρι τότε. Μέχρι, όμως, την έκδοσή της, τα συμφέροντα του αιτούντος και της εταιρείας θα παραμένουν σε εκκρεμότητα. Προβλέπεται στην περίπτωση αυτή, για την ασφάλεια των συναλλαγών, η δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων (347/2014 ΜονΠρωτΚαβάλας, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Να σημειωθεί, βέβαια, καθώς η συγκεκριμένη δυνατότητα θα υπήρχε, ούτως ή άλλως, και στη βάση των γενικών διατάξεων για τα ασφαλιστικά μέτρα του ΚΠολΔ. Προϋποτίθεται φυσικά, για τη λήψη τους (και επί ακυρώσιμης απόφασης ΓΣ) η ύπαρξη επικείμενου κινδύνου ή επείγουσας περίπτωσης.Η προσωρινή ρύθμιση της προβληματικής κατάστασης που δημιουργείται από μια ακυρώσιμη απόφαση διευθετείται (πρόσκαιρα) με τη λήψη του προβλεπόμενου ασφαλιστικού μέτρου: της προσωρινής, δηλ., αναστολής ισχύος της ακυρώσιμης απόφασης (άρ. 137 §11 εδ. δ΄). Το συγκεκριμένο, ωστόσο, ασφαλιστικό μέτρο συνδέεται, άρρηκτα, με την αγωγή ακύρωσης της ελλαττωματικής απόφασης. Κατά συνέπεια, σε περίπτωση τροπής του διαπλαστικού αιτήματος ακύρωσης της απόφασης σε καταψηφιστικό αίτημα αποζημίωσης (κατ’ άρ. 137 §9, εδ. β΄-επί μεταβίβασης των μετοχών των εναγόντων κατά τον χρόνο κατάθεσης των προτάσεων), δεν είναι δυνατή η χορήγηση ασφαλιστικών μέτρων. Και, εφόσον έχουν ληφθεί τέτοια, φυσικά και είναι δυνατή η άμεση ανάκλησή τους.
Τα ασφαλιστικά μέτρα είναι δυνατό να διαταχθούν και πριν την άσκηση της αγωγής ακύρωσης (άρ. 137 §11 εδ. α΄). Στην περίπτωση, όμως, αυτή η αγωγή πρέπει να ασκηθεί μέσα σε δέκα πέντε (15) ημέρες από την έκδοση της απόφασης που διέταξε τα ασφαλιστικά μέτρα. Τα ασφαλιστικά μέτρα, σε διαφορετική περίπτωση, αίρονται αυτοδικαίως (άρ. 137 §11 εδ. β΄). Το ίδιο θα συμβεί και στην περίπτωση που η αγωγή ασκηθεί μετά την πάροδο της τετράμηνης αποσβεστικής προθεσμίας άσκησης της αγωγής ακύρωσης (κατ’ άρ. 137 §8 –άρ. 137 §11 εδ. γ΄).
Το αρμόδιο δικαστήριο μπορεί να υποχρεώσει σε παροχή εγγύησης εκείνους που ζητούν προσωρινή δικαστική προστασία. Τούτο, αφού σταθμίσει όχι μόνον την ανάγκη προστασίας εκείνων αλλά και την ενδεχόμενη ζημία της εταιρείας από την αναστολή αυτή (άρ. 137 §11 εδ. ε΄). Στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένου του γράμματος του νόμου, έχει διατυπωθεί η άποψη πως εγγυοδοσία είναι δυνατό να διαταχθεί μόνο στην περίπτωση που διατάσσεται το ασφαλιστικό μέτρο της αναστολής ισχύος της απόφασης. Δεν θα ήταν, πάντως, δυνατό να αποκλειστεί η, με βάση τις γενικές διατάξεις, δυνατότητα του Δικαστή να τη διατάξει (την εγγυοδοσία).
Δημοσιότητα
Η ακυρωσία απόφασης δεν εμποδίζει την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρ. 137 §12 εδ. α΄).
Σε δημοσιότητα, περαιτέρω, υπόκεινται τόσο η αγωγή ακύρωσης απόφασης της ΓΣ, που έχει καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., όσο και η δικαστική απόφαση παντός βαθμού δικαιοδοσίας που απαγγέλλει την ακύρωσή της. Επιπλέον, η δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα ή αναστέλλεται η ισχύς της απόφασης (άρ. 137 §12 εδ. β΄). Να σημειωθεί, πάντως, πως η συγκεκριμένης φύσης δημοσιότητα των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων είναι δηλωτική και δεν προϋποτίθεται να λάβει χώρα για να επέλθουν τα αποτελέσματά τους.
Αγωγή Αποζημίωσης
…Σε Περίπτωση Μη Συγκέντρωσης Του Απαιτούμενου Ποσοστού Μετοχικού Κεφαλαίου Για Άσκηση Αγωγής Ακύρωσης
Για την άσκηση αγωγής ακύρωσης νομιμοποιούνται ενεργητικά οι μέτοχοι της εταιρείας, εφόσον εκπροσωπούν το 2/100 του μετοχικού κεφαλαίου (άρ. 137 §3 εδ. α΄). Εναλλακτικά, οι μέτοχοι που εκπροσωπούν το 1/20 του μετοχικού κεφαλαίου, στην περίπτωση άσκησης αγωγής για ακύρωση απόφασης, η οποία ελήφθη πλημμελώς λόγω μη παροχής οφειλόμενων πληροφοριών, που αφορούν το θέμα της ληφθείσας απόφασης (κατ’ άρ. 137 §2 περ. α΄ -άρ. 137 §3 εδ. δ΄).
Οι μέτοχοι, που δεν μπορούν να ζητήσουν την ακύρωση της ΓΣ, επειδή δεν συγκεντρώνουν το απαιτούμενο ποσοστό μετοχών, μπορούν να ασκήσουν αγωγή αποζημίωσης. Συγκεκριμένα, να στρέψουν την αγωγή κατά της ΑΕ και να αξιώσουν από αυτή την αποκατάσταση της ζημίας, που υπέστησαν «…εξαιτίας του γεγονότος ότι η απόφαση λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό ή κατά κατάχρηση της εξουσίας της πλειοψηφίας ή από γενική συνέλευση που δεν συγκλήθηκε ή δεν συγκροτήθηκε νόμιμα ή εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν έλαβαν τις πληροφορίες που ζήτησαν. Αξίωση αποζημίωσης έχουν κατά τις γενικές διατάξεις οι μέτοχοι και αν ακόμη η απόφαση ακυρώθηκε.» (137 §4 εδ. α΄).
Ο μέτοχος που αδυνατεί να ασκήσει αγωγή ακύρωσης απόφασης ΓΣ λόγω μη συγκέντρωσης του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που απαιτείται για τη νομιμοποίησή του οφείλει να δικαιολογήσει το έννομο συμφέρον του για την άσκηση της αγωγής αποζημίωσης. Προϋποτίθεται, για την τεκμηρίωσή του, πως ο μέτοχος είτε δεν παραστάθηκε στη σχετική ΓΣ είτε ότι εναντιώθηκε στη λήψη της ακυρώσιμης απόφασης. Ομοίως κι όταν δεν του χορηγήθηκαν οι πληροφορίες τις οποίες ζήτησε στο πλαίσιο επιμέρους θεμάτων της ημερήσιας διάταξης της ΓΣ.
Οι μέτοχοι εκείνοι που συγκέντρωναν τα ανωτέρω ποσοστά κατά το χρόνο άσκησης της αγωγής -όχι όμως κατά τον χρόνο κατάθεσης των προτάσεων- δικαιούνται, επίσης, με τις τελευταίες να αξιώσουν την αποζημίωσή τους. Τούτο, τρέποντας το διαπλαστικό τους αίτημα περί ακύρωσης της απόφασης ΓΣ σε καταψηφιστικό αποζημίωσής τους.
Η αγωγή αποζημίωσης αποσκοπεί, ακριβώς, στην αποκατάσταση της ζημίας, την οποία υπέστη ο μέτοχος λόγω της ακυρώσιμης απόφασης της ΓΣ. Τούτη συνίσταται στην περιουσιακή χειροτέρευση της θέσης του. Η διαπίστωση της ζημίας γίνεται μέσω της σύγκρισης της ενεστώσας περιουσιακής κατάστασης του μετόχου με την κατάσταση, στην οποία θα βρισκόταν, αν δεν είχε ληφθεί η ακυρώσιμη απόφαση. Η ζημία που αποκαθίσταται είναι μόνο η άμεση, θετική και αποθετική, του ζημία (όχι η αντανακλαστική του ζημία, λόγω της ζημίας που υπέστη, άμεσα, η ΑΕ).
[Να σημειωθεί, πάντως, πως από τα δυσκολότερα στοιχεία κάθε αγωγής αποζημίωσης, φυσικά και της συγκεκριμένης, είναι ο προσδιορισμός και απόδειξη της ζημίας: πεδίον δόξης λαμπρόν, επομένως, για τους συντάκτες της!]
Στο ως άνω πλαίσιο, ο μέτοχος που ασκεί την αγωγή φέρει το βάρος επίκλησης και απόδειξης: (α) του λόγου που καθιστά την απόφαση ακυρώσιμη, (β) τη ζημίας που υπέστη, καθώς και (γ) τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ της ζημίας του και της ακυρώσιμης απόφασης. Πριν όμως λάβει το αρμόδιο δικαστήριο την απόφασή του για ύπαρξη ζημίας, θα κληθεί να εξετάσει (προδικαστικά) την ύπαρξη (ή μη) ελαττώματος της επίμαχης απόφασης της ΓΣ.
Κατά την ως άνω αγωγή αποζημίωσης δεν απαιτείται επίκληση και απόδειξη της υπαιτιότητας των οργάνων της ΑΕ για τη θεμελίωση της ευθύνης της τελευταίας, ως παθητικά νομιμοποιούμενης (αντικειμενική ευθύνη).
…Σε Περίπτωση Ακύρωσης Της Ελαττωματικής Απόφασης ΓΣ
Αξίωση αποζημίωσης έχουν, κατά τις γενικές διατάξεις, οι μέτοχοι και αν ακόμη η απόφαση ακυρώθηκε (137 §4 εδ. α΄). Την εν λόγω αγωγή δικαιούται να ασκήσει κάθε μέτοχος. Κι αυτό ανεξάρτητα από τη συγκέντρωση ή όχι του ελάχιστου ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου για την άσκηση αγωγής ακύρωσης.
Θα πρέπει, εδώ, να επισημανθεί η διαφοροποίηση της συγκεκριμένης αγωγής αποζημίωσης ως προς την παθητική νομιμοποίηση. Συγκεκριμένα, η αγωγή αποζημίωσης που ασκείται κατά τις γενικές διατάξεις στρέφεται κατ’ εκείνων που προκάλεσαν τη ζημία και κατέστησαν με την πράξη ή την παράλειψή τους ακυρώσιμη την απόφαση της ΓΣ. Τα συγκεκριμένα πρόσωπα μπορεί να είναι τα μέλη του ΔΣ που συγκάλεσαν μη νόμιμα τη ΓΣ. Εναλλακτικά, οι μέτοχοι που έλαβαν απόφαση κατά κατάχρηση της πλειοψηφίας. Σαφώς και η ίδια η ΑΕ. Τούτο, λ.χ., όταν η ΓΣ προέβη στη λήψη απόφασης, χωρίς την προηγούμενη χορήγηση των νομίμως αιτούμενων από μέτοχο πληροφοριών.
Και στην περίπτωση αυτή, ο αιτών την αποζημίωση οφείλει να επικαλεστεί και να αποδείξει: (α) την πράξη ή παράλειψη δυνάμει των οποίων η απόφαση της ΓΣ καθίσταται ακυρώσιμη (εφόσον τούτη δεν έχει, ήδη, ακυρωθεί), (β) την υπαιτιότητα του παθητικώς νομιμοποιούμενου προσώπου, (γ) την (πάντοτε δυσχερώς αποδείξιμη) ζημία του και τέλος, (δ) τον αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ πράξης/παράλειψης και ζημίας.
…Σε Περίπτωση Μη Επιτρεπτού Ακύρωσης Απόφασης
Όπως ήδη έχει αναλυθεί σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ορισμένες αποφάσεις, αν και ακυρώσιμες, δεν μπορούν να ακυρωθούν.
Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπεται, δεν είναι δυνατό να ακυρωθούν αποφάσεις της ΓΣ που έχουν ως αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ. Στην περίπτωση αυτή, μέτοχος που δεν παρέστη στη συνέλευση ή αντιτάχθηκε στην απόφαση και θίγεται από αυτήν, μπορεί να αξιώσει από την ΑΕ αποκατάσταση της ζημίας του (τούτο, εξαιτίας των γεγονότων της §4 -άρ. 137 §6 εδ. α΄).
Δεν είναι δυνατό, επίσης, να ακυρωθούν αποφάσεις της ΓΣ, τις οποίες η τελευταία επικύρωσε με νεότερη απόφασή της, διορθώνοντας ή αποκαθιστώντας την πλημμέλεια που αποτελούσε το λόγο της ακυρωσίας. Στην περίπτωση αυτή, τρίτοι (:οι μέτοχοι και τα μέλη ΔΣ που ενεργητικά νομιμοποιούνται για την άσκηση της αγωγής ακύρωσης) δικαιούνται να ζητήσουν από την ΑΕ τα έξοδα της δίκης ακύρωσης, στα οποία υποβλήθηκαν, καθώς και την αποκατάσταση της όποιας, ενδεχομένως, ζημίας υπέστησαν λόγω της επικύρωσης (άρ. 137 §6 εδ. β΄ και γ΄).
Προθεσμία Άσκησης Αγωγής Αποζημίωσης
Η αγωγή αποζημίωσης ασκείται εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υπόκειται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο ΓΕ.ΜΗ (άρ. 137 §8 εδ. β΄).
Παρά το γεγονός ότι ο νόμος δεν προβαίνει σε σχετική διάκριση, ορθότερο είναι να δεχθούμε πως η συγκεκριμένη, εξαιρετικά σύντομη, αποσβεστική προθεσμία δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση άσκησης αγωγής αποζημίωσης στη βάση των γενικών διατάξεων: υπόκειται, επομένως, η τελευταία στην προβλεπόμενη κατά τις γενικές διατάξεις 5ετή παραγραφή (άρ. 937 ΑΚ).
Το Ενδεχόμενο Συμβιβασμού
Η άσκηση της αγωγής ακύρωσης μιας ακυρώσιμης απόφασης ΓΣ μπορεί να αποφευχθεί ύστερα από συμβιβασμό της ΑΕ με τον αιτούντα μέτοχο. Αντίστοιχα συμβιβασμός μπορεί να υπάρξει και επί ενδεχομένως ασκηθησόμενης αγωγής αποζημίωσης, τον οποίο (συμβιβασμό) θα ακολουθήσει παραίτηση. Οποιοσδήποτε, όμως, συμβιβασμός προϋποθέτει ανταλλάγματα. Εναπόκειται στο ΔΣ να λάβει τις σχετικές αποφάσεις. Δεν αποκλείεται, βέβαια-για λόγους τακτικής, να συνομολογήσει η ΑΕ, διά του ΔΣ, μια τέτοια αγωγή.
Θα πρέπει προσεκτικά να λάβουν χώρα τέτοιες ενέργειες καθώς ενδεχόμενος συμβιβασμός ή/και συνομολόγηση αγωγής γεννά όχι μόνον υποψίες αλλά και, δυνητικά, ευθύνες (αστικές και ποινικές). Σε περίπτωση, πάντως, που η ίδια η ΑΕ εντοπίζει και δέχεται ότι η απόφαση πάσχει από ελάττωμα, οφείλουν τα μέλη του ΔΣ να προβούν στα κατά νόμο αναγκαία, ώστε να διασφαλιστεί η νόμιμη λειτουργία της ΑΕ.
Οι ακυρώσιμες αποφάσεις της ΓΣ παράγουν τα αποτελέσματά τους μέχρις ότου ακυρωθούν με τελεσίδικη δικαστική απόφαση, εκτός κι αν μεσολαβήσει απόφαση ασφαλιστικών μέτρων που προσωρινά αναστέλλει την ισχύ τους. Όσοι βλάπτονται από τις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις δικαιούνται, υπό προϋποθέσεις να αποζημιωθούν. Για την ΑΕ πάντοτε υπάρχουν, πάντοτε, δυνατότητες ελιγμών. Απαιτείται η δέουσα οξύνεια και επιμέλεια των μελών του ΔΣ. Το σημαντικότερο: η δέουσα προσοχή για την διαχείριση (δυνητικά) προβληματικών καταστάσεων.-
Managing Partner
Koumentakis and Associates Law Firm
Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).