Ο πρόσφατος εργασιακός νόμος (νόμος 5053/2023) μας έφερε, αιφνιδιαστικά, αντιμέτωπους με μία ακόμα, νέα, κατηγορία όρων της εργασιακής σχέσης: τους, αποκαλούμενους, «βασικούς όρους». Καθώς ο ίδιος ο νόμος δεν απαντούσε στο ερώτημα ποιοι, τέλος πάντων, είναι αυτοί οι «βασικοί όροι εργασίας», απομείναμε να αναρωτιόμαστε για το είδος και το περιεχόμενό τους. Απάντηση ήρθε, επιτέλους, να δώσει η πολυαναμενόμενη και (απολύτως προσφάτως εκδοθείσα) με αριθμό 113169/18.12.203 Υπουργική Απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΕΚ Β΄ 7421/28.12.2023).
«Βασικοί όροι εργασίας» εισαγωγικές παρατηρήσεις
Ουσιώδεις Όροι & Σύμβαση Εργασίας
Μέχρι τη θέση σε ισχύ του πρόσφατου εργασιακού νόμου και την εισαγωγή των βασικών όρων, οι απαριθμούμενοι στον νόμο ουσιώδεις όροι της εργασιακής σχέσης γνωστοποιούνταν, υποχρεωτικά, στον εργαζόμενο. Τούτη, δε, η υποχρέωση απέρρεε από το (παλαιότερο) π.δ. 156/1994. Η γνωστοποίηση ελάμβανε χώρα, συνήθως, μέσω του εντύπου γνωστοποίησης ουσιωδών όρων.
Παράλληλα, δε, (κάποιες φορές, μάλιστα, υποχρεωτικά), το σύνολο των όρων της εργασιακής σχέσης συμφωνούνταν μεταξύ των μερών στην έγγραφη σύμβαση εργασίας. Τα δύο τούτα έγγραφα (:γνωστοποίηση ουσιωδών όρων και έγγραφη σύμβαση δεν πρέπει, ακόμα, να συγχέονται (μολονότι, συχνά, ενσωματώνονται σε ενιαίο έγγραφο). Η διάκριση της γνωστοποίησης των ουσιωδών όρων από την έγγραφη σύμβαση εργασίας μας έχει, ήδη, απασχολήσει στο άρθρο μας για την Σύμβαση εργασίας.
Ο ν. 5053/2023, ενσωματώνοντας την 2019/1152/ΕΕ Οδηγία, κατήργησε, από την έναρξη ισχύος του (:ήτοι, την 26.09.2023), το ως άνω π.δ. Επιπλέον, δε, εμπλούτισε -όπως, ήδη, έχουμε αναλύσει- τους ουσιώδεις όρους της σύμβασης ή σχέσης εργασίας, τους οποίους οι εργοδότες υποχρεούνται να γνωστοποιούν στους εργαζομένους, με την εισαγωγή νέων στοιχείων, σε σχέση με το υφιστάμενο καθεστώς (Αιτ. Έκθ. ν. 5053/2023 επί του άρ. 6).
Εισήχθησαν, συγκεκριμένα, νέες (πέραν όσων προβλέπονταν στο π.δ. 156/1994), περιπτώσεις παροχής πληροφοριών (:άρ. 6 ν. 5053/2023 που αντικατέστησε το άρθρο 70 π.δ. 80/2022). Μεταξύ άλλων, πληροφορίες σχετικά με τον χώρο εργασίας και τη διαδικασία λύσης της σύμβασης ή σχέσης εργασίας µε καταγγελία, τη διάρκεια και τους όρους της δοκιμαστικής περιόδου απασχόλησης, το δικαίωμα κατάρτισης καθώς και το πρόγραμμα οργάνωσης του χρόνου εργασίας-όταν τούτο είναι εξ ολοκλήρου ή ως επί το πλείστον µη προβλέψιμο (Διαβάστε σχετικά: Γνωστοποίηση και περιεχόμενο ουσιωδών όρων σύμβασης)
Ουσιώδεις Όροι: Τρόπος Ενημέρωσης
Η ενημέρωση των εργαζομένων ως προς τους ουσιώδεις όρους λαμβάνει χώρα (§1 αρ. 71 π.δ. 80/2022 -όπως αυτό τροποποιήθηκε από το άρ. 5 ν. 5053/2023, το οποίο ενσωμάτωσε τα άρθρα 3 και 5 της Οδηγίας 2019/1152/ΕΕ):
(α) με παράδοση εντύπου ή
(β) σε ηλεκτρονική μορφή.
Στην τελευταία, αυτή, περίπτωση (που για πρώτη φορά προβλέπεται με τον ν. 5053/2023), προϋποτίθεται η δυνατότητα πρόσβασης από τον εργαζόμενο στις σχετικές πληροφορίες και (εκ περισσού) αποθήκευσης και εκτύπωσής τους.
Ουσιώδεις Όροι: Χρόνος Ενημέρωσης
Ως προς τους ουσιώδεις όρους, ο ν. 5053/2023, επέφερε αλλαγές -όπως, ήδη, σημειώσαμε σε προηγούμενη αρθρογραφία μας- (και) στον χρόνο εντός του οποίου ο εργοδότης υποχρεούται να προβεί στην ενημέρωση ως προς τους ουσιώδεις όρους.(Διαβάστε περισσότερα: Γνωστοποίηση Όρων Σύμβασης Εργασίας: Προβληματισμοί). Ειδικότερα, για ορισμένους -ρητά απαριθμούμενους στον νόμο- εξ αυτών, η ενημέρωση πρέπει να λάβει χώρα
(α) μέσα σε μία εβδομάδα, ενώ για άλλους,
(β) εντός μηνός από την έναρξη της σύμβασης εργασίας.
Σύμβαση Εργασίας: Ανάρτηση
Ως προς την (τυχόν) υφιστάμενη σύμβαση εργασίας, η κατά τα άνω, προσφάτως εκδοθείσα, ΥΑ προβλέπει ότι η ανάρτησή της πρέπει να λαμβάνει χώρα εντός επτά (7) ημερών από την έναρξη της εργασίας (δικαιώνοντας τη σχετική θέση μας).
«Βασικοί όροι εργασίας» & Οι απαντήσεις της ΥΑ | Ο προβληματισμός μας
Γνωστή, ήδη, η έννοια των ουσιωδών όρων καθώς και των όρων της σύμβασης εργασίας. Όμως, κατά τα άνω, εύλογη απορία και προβληματισμός υφίστατο, μέχρι την έκδοση της ως άνω ΥΑ, σχετικά με την έννοια των βασικών όρων.
Συγκεκριμένα, μολονότι ο ν. 5053/2023 προβαίνει σε εκτεταμένη αναφορά στους βασικούς όρους της εργασίας και αξιώνει την εκπλήρωση ειδικών υποχρεώσεων όσον αφορά τη διαχείρισή τους, δεν εξειδικεύει ποιοι είναι αυτοί. Η προαναφερθείσα ΥΑ προβαίνει σε καταγραφή λεπτομερειών αναφορικά με τη δήλωση των βασικών όρων στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ. Παράλληλα, όπως είχαμε πιθανολογήσει, η πρόσβαση στο πρότυπο «Βασικών Όρων Εργασίας», το οποίο αποτελεί τμήμα της ως άνω ΥΑ, πράγματι παρέχει περισσότερα στοιχεία ως προς τον καθορισμό, εν τέλει, των όρων αυτών.«Βασικοί όροι εργασίας» Δήλωση (& Μεταβολή)
Ειδικότερα, όπως προβλέπει ο ν. 5053/2023, κάθε εργοδότης, ο οποίος προσλαμβάνει εργαζόμενο με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, υποχρεούται να αναρτήσει ηλεκτρονικά στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ II τους βασικούς όρους εργασίας του εργαζομένου. Το σημαντικότερο: πριν από την έναρξη της εργασίας (άρ. 21 §1, περ. α΄).
Για την ισχύ των βασικών όρων εργασίας (αλλά και για την ανάρτηση της ατομικής σύμβασης εργασίας), απαιτείται η συνυπογραφή τους από τον εργαζόμενο. Τούτη μπορεί να τεθεί με φυσικό ή ψηφιακό τρόπο. Συγκεκριμένα, ιδιοχείρως ή με εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή ή με ψηφιακή βεβαίωση (μέσω gov.gr-Ενιαία Ψηφιακή Πύλη) ή με αποδοχή αυτών από τον εργαζόμενο μέσω του πληροφοριακού συστήματος «MyErgani» (άρ. 21 §1, περ. β΄). Περαιτέρω, στην ως άνω ΥΑ προβλέπεται ότι, στην περίπτωση που ο εργαζόμενος απορρίψει τους βασικούς όρους, ο εργοδότης μπορεί, προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία υποβολής της δήλωσής τους, να υποβάλλει νέα δήλωση βασικών όρων εργασίας. Πάντα πριν την έναρξη εργασίας.
Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπει, πλέον, η ΥΑ, ο εργοδότης πρέπει να προβαίνει πριν από την έναρξη της εργασιακής σχέσης σε Δήλωση Βασικών Όρων Εργασίας στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ. Τούτη θα συνοδεύει, από 01.03.2024 (:ημερομηνία έναρξης ισχύος της ΥΑ ως προς το σχετικό της τμήμα), την Ψηφιακή Αναγγελία της έναρξης εργασίας. Σε αυτή συγχωνεύονται στοιχεία του παλαιού εντύπου Ενιαίο έντυπο αναγγελίας πρόσληψης (Ε3 Αναγγελία Πρόσληψης και Ε4 Συμπληρωματικός Πίνακας Προσωπικού Νέας Πρόσληψης).
Περαιτέρω, κάθε μεταβολή των βασικών όρων εργασίας είναι αναγκαίο να αναρτάται, ομοίως, ηλεκτρονικά στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ II (άρ. 21 §2). Ειδικότερα, σύμφωνα με την ως άνω ΥΑ, ο εργοδότης υποχρεούται σε τροποποίηση των στοιχείων που περιλαμβάνονται στη Δήλωση Βασικών Όρων Εργασίας σε περίπτωση μεταβολής τους, σύμφωνα με την ως άνω διαδικασία. Ωστόσο, δεν απαιτείται αποδοχή από τον εργαζόμενο ως προς τις υποχρεωτικές μεταβολές ένεκα νομοθετικού ή κανονιστικού πλαισίου. Προβλέπεται, δε, στην εν λόγω ΥΑ ότι η ψηφιακή δήλωση μεταβολών της εργασιακής σχέσης υποβάλλεται πριν την πραγματοποίηση της μεταβολής με εξαίρεση: (α) τη μεταβολή μισθού, η οποία υποβάλλεται εντός 15 ημερών από την πραγματοποίησή της και (β) τη μεταβολή μισθού, η οποία προβλέπεται από νόμο ή κανονιστική πράξη ή από ΣΣΕ εντός 30 ημέρων από την πραγματοποίησή της.
Το Πρότυπο Των Βασικών Όρων Εργασίας
Στην ως άνω ΥΑ περιλαμβάνεται, ως ήδη αναφέραμε, το πολυαναμενόμενο Πρότυπο Βασικών Όρων. Βάσει του προτύπου αυτού -όπως ρητά προβλέπεται στην εν λόγω ΥΑ- θα λαμβάνει χώρα η –κατά τα άνω- Δήλωση Βασικών Όρων Εργασίας στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ.
Από την μελέτη του ως άνω προτύπου προκύπτει ότι δεν ταυτίζονται βασικοί και ουσιώδεις. Μάλιστα, στην εν λόγω ΥΑ προβλέπεται ρητά ότι βασικοί όροι αναγραφόμενοι σε ισχύουσα, κατά τη στιγμή της γνωστοποίησης των ουσιωδών όρων του άρ. 70 π.δ. 80/2022 «Δήλωση Βασικών Όρων Εργασίας» δεν επιτρέπεται να διαφέρουν από τους ουσιώδεις όρους, εφόσον αφορούν στο ίδιο θέμα.
Συγκεκριμένα, όροι που απαριθμούνται στο πρότυπο ως βασικοί όροι εργασίας, αλλά δεν συγκαταλέγονται στους ουσιώδεις είναι η προϋπηρεσία και το καθεστώς απασχόλησης (πλήρης, μερική, εκ περιτροπής, κατά παραγγελία). Παράλληλα, ξεχωριστό πεδίο στο πρότυπο αυτό αποτελεί η -μείζονος σημασίας- πρόβλεψη για τον καθορισμό του ωρομισθίου (διαβάστε: Περί ωρομισθίου ο λόγος…). Περαιτέρω, μέσω της υποβολής δήλωσης των βασικών όρων θα λαμβάνει, πλέον, χώρα η δήλωση στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ η κτήση της ιδιότητας της περ. α’ του άρθρου 2 της Διεθνούς Συμβάσεως της Διεθνούς Διασκέψεως της Ουασινγκτώνος (:ιδιότητα διευθύνοντος υπαλλήλου).
Αντίστοιχα, ανήκουν στους ουσιώδεις, αλλά δεν απαριθμούνται στους βασικούς όροι όπως:
- η κατάρτιση που παρέχεται από τον εργοδότη-αν υφίσταται τέτοια παροχή προς τον εργαζόμενο,
- η διάρκεια της άδειας με αποδοχές, που δικαιούται ο εργαζόμενος καθώς και ο τρόπος και χρόνος χορήγησής της,
- η διαδικασία που ακολουθείται από τον εργοδότη και τον εργαζόμενο σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (ιδίως: η υποχρέωση έγγραφης καταγγελίας, οι προθεσμίες προειδοποίησης, ο προσδιορισμός του ύψους της αποζημίωσης και η ύπαρξη σπουδαίου λόγου, εφόσον τέτοιος απαιτείται για την καταγγελία),
- η συλλογική σύμβαση που καθορίζει τους ελάχιστους όρους αμοιβής και εργασίας του εργαζομένου καθώς και οι συλλογικοί φορείς που τη συνυπογράφουν,
- οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης στους οποίους είναι ασφαλισμένος ο εργαζόμενος (προσώρας: ΕΦΚΑ-αποκλειστικά) καθώς και κάθε άλλη παροχή από τον εργοδότη που σχετίζεται με την κοινωνική ασφάλιση.
Δεδομένης της πρόβλεψης για τη συγκεκριμένη διαδικασία δήλωσης της μεταβολής των βασικών όρων στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ, η μη συμπερίληψη σε αυτούς του συνόλου των ουσιωδών όρων, ίσως προσδίδει ευελιξία. Λ.χ. τυχόν μεταβολή ετησίως (ή κάθε δύο έτη) τυχόν σ.σ.ε. που αφορά στους εργαζομένους του (και δη στο σύνολο αυτών), θα ανάγκαζε την εταιρεία σε χρονοβόρα γραφειοκρατία. Αντιθέτως, οι ουσιώδεις όροι είναι δυνατό να γνωστοποιηθούν με ευχερέστερους τρόπους.
Σε κάθε περίπτωση, τα μέρη της εργασιακής σχέσης οφείλουν να κατανοήσουν(!) και διαχειριστούν(!!) τις διακρίσεις και τυχόν αλληλοεπικαλύψεις, μεταξύ άλλων, των όρων της έγγραφης σύμβασης εργασίας, των βασικών και ουσιωδών ομοίων. Για τον εργοδότη, το θέμα καθίσταται μείζονος σημασίας και σοβαρότητας.
Τον έλληνα νομοθέτη διακρίνει η ανάγκη(;) – επιθυμία(;) – τάση(;) για υπερρύθμιση. Το γεγονός αυτό δημιουργεί πολλαπλά προβλήματα και στρεβλώσεις. Η επιχείρηση (μικρότερη ή μεγαλύτερη) είναι αναγκαίο να έχει, σε κάθε της βήμα, τους απολύτως εξειδικευμένους, έμπειρους, μελετηρούς και πάντοτε καταρτισμένους: δικηγόρο, λογιστή και φοροτεχνικό.
Εφικτό; Αδιάφορο απαντά ο νομοθέτης.-
Γράφει ο Σταύρος Κουμεντάκης Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm
ΥΓ. Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί Αποποίηση ευθύνης