Αναβίωση της Λυθείσας ΑΕ
(άρ.171 ν.4548/2018)
Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε εκτεταμένα με το ζήτημα της λύσης της ΑΕ. Υφίσταται, άραγε, η δυνατότητα ανατροπής των συνεπειών της; Η αναβίωση λυθείσας ΑΕ προβλέπεται ρητά στον νόμο. Φυσικά, υπό προϋποθέσεις. Περί του όλου θέματος και της προβληματικής του, το παρόν.
Δικαιολογική Βάση Πρόβλεψης
Η λύση της ΑΕ δεν οδηγεί άμεσα στην εξαφάνιση του νομικού προσώπου από τον νομικό και συναλλακτικό κόσμο. Η εξαφάνιση αυτή λαμβάνει χώρα με την ολοκλήρωση σειράς διαδικαστικών βημάτων (που συναποτελούν τα στάδια της εκκαθάρισης και της διαγραφής). Μέχρι την ολοκλήρωσή τους, ο νομοθέτης παρέχει τη δυνατότητα επιστροφής στην προτέρα κατάσταση, με ανατροπή των συντελεσμένων λόγων της λύσης. Η εν λόγω δυνατότητα εδράζεται σε δύο βάσεις και εξυπηρετεί κρίσιμους σκοπούς.
Πρώτον, η εταιρεία, ακόμα και μετά τη λύση της, δεν έχει εξαφανιστεί για να αποκλείεται η «επαναφορά» της. Η παύση της παραγωγικής της δραστηριότητας δεν καθιστά αδύνατη την επαναλειτουργία της.
Δεύτερον, η επαναλειτουργία της ΑΕ με εξ αρχής ίδρυση άλλης εταιρείας, με την ίδια μετοχική σύνθεση και τους ίδιους επιδιωκόμενους σκοπούς, δεν θα εξυπηρετούσε κανένα εύλογο συμφέρον. Με την αναβίωση και τη συνέχιση της λειτουργίας αποφεύγεται η σπατάλη χρόνου, κόπου και -ιδίως- οικονομικών πόρων.
Ο νομοθέτης, σεβόμενος την ιδιωτική αυτονομία, εκδήλωση της οποίας αποτελεί το δικαίωμα αναβίωσης της ΑΕ, παρέχει στους μετόχους τη δυνατότητα ανατροπής της λύσης. Αντίστοιχες, προβλέψεις υφίστανται, εξάλλου, τόσο στο δίκαιο των λοιπών κεφαλαιουχικών εταιρειών (άρ.105 ν.4072/2012 για ΙΚΕ και άρ.50α ν.3190/2955 για ΕΠΕ) όσο και των προσωπικών όμοιων (άρ.266 ν.402/2012).
Καταστατικός Αποκλεισμός Αναβίωσης
Κατά μία άποψη δεν είναι δυνατός ο αποκλεισμός της αναβίωσης με καταστατική ρήτρα: η τυχόν ύπαρξη ενός τέτοιου όρου αξιολογείται ως άκυρη. Κατ’ άλλη άποψη, η απόκλιση του καταστατικού από την εν λόγω πρόβλεψη είναι δυνατή, μιας και δεν προστατεύεται δημόσιο συμφέρον. Σε κάθε περίπτωση είναι δυνατή η προσθήκη στο καταστατικό των νομοθετικά προβλεπόμενων προϋποθέσεων.
Προϋποθέσεις
Ο νομοθέτης διέκρινε τις προϋποθέσεις αναβίωσης βάσει του λόγου λύσης. Όρισε, επίσης-ρητά, υπό ποιους λόγους λύσης χωρεί αναβίωση.
Στις λοιπές περιπτώσεις λύσης της ΑΕ που δεν αναφέρει ο νόμος (δηλ.: τη δικαστική λύση της ΑΕ-άρ. 165 & 166), δεν είναι δυνατή η αναβίωσή της. Οι αναγκαστικού δικαίου διατάξεις που οδηγούν σε έκδοση δικαστικής απόφασης καθώς και οι έννομες συνέπειες που επιφέρουν, δεν είναι δυνατό να ανατραπούν με βάση την ιδιωτική βούληση. Υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς είχε υποστηριχθεί η αναλογική εφαρμογή και σε αυτές τις περιπτώσεις, εφόσον ο λόγος λύσης είχε θεραπευτεί.
Όταν, μετά την έκδοση δικαστικής απόφασης-αυτή εξαφανιστεί, δεν πρόκειται για αναβίωση της ΑΕ αλλά για αυτόματη επαναφορά στο παραγωγικό της στάδιο. Τα αντίστοιχα ισχύουν και στην περίπτωση (επιγενόμενης) εξαφάνισης εκδοθείσας απόφασης για την πτώχευση.
(α) Λύση ΑΕ Λόγω Παρόδου Του Χρόνου Διάρκειάς Της Ή Με Απόφαση ΓΣ
Όπως έχει ήδη αναλυθεί, η ΑΕ λύεται, μεταξύ άλλων, και λόγω παρόδου του προβλεπόμενου χρόνου διάρκειας της. Ακόμα, είναι δυνατή η λύση με λήψη απόφασης από τη ΓΣ των μετόχων. Η δυνατότητα αναβίωσης, και στις δύο αυτές περιπτώσεις λύσης, φαίνεται ιδιαιτέρως δικαιολογημένη. Η λύση σε προβλεπόμενο και αποφασισμένο από τους ίδιους χρόνο αποτελούν συνέπειες της ιδιωτικής βούλησης των μετόχων. Οι μέτοχοι, αντίστοιχα, έχουν τη δυνατότητα να μεταβάλλουν άποψη, αναιρέσουν αλλά και ανατρέψουν τα δεδομένα, που οι ίδιοι οι δημιούργησαν.
Στην περίπτωση λύσης της ΑΕ λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειας ή με απόφαση ΓΣ, η αναβίωση επέρχεται υπό τις εξής προϋποθέσεις:
(1) Λήψη Απόφασης από τη ΓΣ
Η απόφαση για αναβίωση λαμβάνεται με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία (άρ.130 §3 και άρ.132 §3). Είναι δυνατή η αύξηση των ποσοστών αυτών με καταστατική πρόβλεψη. Εφόσον προβλέπονται (καταστατικά) αυξημένα ποσοστά για λήψη απόφασης περί λύσης, αντίστοιχη απαρτία και πλειοψηφία απαιτείται και για την απόφαση αναβίωσης.
Η ΓΣ συγκαλείται από τους εκκαθαριστές, οι οποίοι διαθέτουν την εν λόγω αρμοδιότητα στο στάδιο της εκκαθάρισης.
Η απόφαση για αναβίωση αποτελεί και τροποποίηση του καταστατικού της ΑΕ. Η εν λόγω τροποποίηση στην περίπτωση λύσης της λόγω παρόδου του χρόνου διάρκειας που προβλέπει το καταστατικό, είναι δεδομένη. Με την απόφαση για λύση ουσιαστικά τροποποιείται και επεκτείνεται ο προσδιορισμένος ήδη με το καταστατικό χρόνος διάρκειας. Το ίδιο γίνεται δεκτό και στην περίπτωση λύσης με απόφαση ΓΣ. Η εν λόγω απόφαση οδηγεί ουσιαστικά στη σύντμηση του προβλεπόμενου στο καταστατικό χρόνου, με αποτέλεσμα η αναβίωση να απαιτεί τροποποίηση της σχετικής καταστατικής ρύθμισης (ΓΝΜ ΝΣΚ 139/1980). Επιπλέον, η απόφαση για αναβίωση αποτελεί συνάμα και τροποποίηση του καταστατικού λόγω μεταβολής του εταιρικού σκοπού. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, με τη λύση της ΑΕ ο σκοπός της μεταβάλλεται από παραγωγικό σε εκκαθαριστικό. Με τη λήψη απόφασης για αναβίωση επανέρχεται στην παραγωγική της λειτουργία. Κατά τούτο μεταβάλλεται, και πάλι, ο καταστατικός σκοπός της. Λόγω του τροποποιητικού χαρακτήρα της απόφασης αυτής υπόκειται σε διατυπώσεις δημοσιότητας. Η τήρηση της δημοσιότητας έχει συστατικό χαρακτήρα και, ελλείψει αυτής, δεν επέρχονται οι έννομες συνέπειες αναβίωσης.
Περιεχόμενο της απόφασης της ΓΣ για αναβίωση της ΑΕ αποτελεί και ο ορισμός του νόμιμου εκπρόσωπου της εταιρείας. Τα μέλη του ΔΣ είναι δυνατό να ορισθούν είτε με την απόφαση της ΓΣ (:προτιμητέο) είτε κατ’ άρθρο 69 ΑΚ.
Αντικείμενο τροποποίησης του καταστατικού μπορεί να αποτελέσει, με την ίδια απόφαση της ΓΣ, και σειρά άλλων ζητημάτων. Είναι δυνατή η λήψη απόφασης για εταιρικό μετασχηματισμό της ΑΕ ή αναβίωσης και μετατροπής της σε άλλο εταιρικό τύπο. Η τελευταία δυνατότητα προβλέφθηκε για πρώτη φορά με τον νέο νόμο για τις ΑΕ. Απαραίτητη προϋπόθεση, σε αυτήν την περίπτωση, είναι η τήρηση τυχόν άλλων προαπαιτούμενων του νόμου για τη σύσταση του διαφορετικού εταιρικού τύπου.
(2) Ελάχιστο Ύψος Ιδίων Κεφαλαίων
Προϋπόθεση, η οποία δεν προβλεπόταν (όχι ορθά) υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, αποτελεί το ελάχιστο ύψος της καθαρής θέσης της ΑΕ. Η εταιρεία πρέπει να μην εμφανίζει καθαρή θέση ελαττωμένη σε σχέση με το νομοθετικά προβλεπόμενο ύψος του ελάχιστου κεφαλαίου. Το ελάχιστο κεφάλαιο εξαρτάται από τον εταιρικό τύπο, υπό τον οποίο θα λειτουργήσει η αναβιώσασα ΑΕ.
(β) Λύση λόγω Κήρυξης σε Πτώχευση
Δυνατή είναι η αναβίωση της ΑΕ, ακόμα και αν αυτή λύθηκε λόγω πτώχευσης. Σε αυτήν την περίπτωση πέραν των αναφερόμενων ανωτέρω προϋποθέσεων (:λήψη απόφασης ΓΣ και ελάχιστο ύψος ιδίων κεφαλαίων), προβλέπεται μια ακόμα προϋπόθεση. Απαραίτητη είναι η εξόφληση του συνόλου των πιστωτών (άρ.189 ν.4738/2020). Η αναβίωση σε αυτήν την περίπτωση δικαιολογείται λόγω της περάτωσης της πτώχευσης. Όμως, η περάτωση δεν συνεπάγεται, αυτοδίκαια, αναβίωση. Απαραίτητη είναι η λήψη απόφασης ΓΣ, η οποία συγκαλείται από το ΔΣ. Το τελευταίο αναλαμβάνει και πάλι, μετά την αναβίωση, τα καθήκοντα του. Όπως και στην προηγούμενη περίπτωση, συστατικό στοιχείο της αναβίωσης αποτελεί η δημοσίευση της απόφασης της ΓΣ.
Έννομες Συνέπειες Αναβίωσης
Με την αναβίωση της ΑΕ, αυτή επανέρχεται και πάλι στο παραγωγικό της στάδιο. Διακόπτεται η εκκαθαριστική της διαδικασία και παύει η εξουσία των εκκαθαριστών.
Δεν πρόκειται για σύσταση νέας ΑΕ αλλά για συνέχιση της ήδη υφιστάμενης. Οι ενδεχομένως υφιστάμενες έννομες σχέσεις και εκκρεμείς δίκες δεν επηρεάζονται˙ συνεχίζονται κανονικά.
Η αναβίωση της ΑΕ είναι, υπό προϋποθέσεις, δυνατή-εφόσον η λύση και εκκαθάρισή της δεν αποφασίστηκε με δικαστική απόφαση. Κι όταν η ΑΕ αναβιώσει, η συνέχιση της λειτουργίας της απρόσκοπτα θα συνεχιστεί. Προσοχή όμως στις λεπτομέρειες˙ ενίοτε καθίστανται καθοριστικές.-
Managing Partner
Koumentakis and Associates Law Firm
Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).