Κοινό πρόβλημα των απανταχού της γης μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών αποτελεί η απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας. Χωρίς την τελευταία (:επαγγελματική εμπειρία) μοιάζει εξαιρετικά δυσχερής η πρώτη, πολυπόθητη, πρόσληψη. Δυσχερής ακόμα και η πρόσβαση σε κάποιες, επιλεγμένες, μεταπτυχιακές σπουδές. Η λύση στο συγκεκριμένο πρόβλημα; Στην Ελλάδα, η σύμβαση μαθητείας. Σε παγκόσμιο επίπεδο το internship. Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος. Ποιο, άραγε, είναι το καθεστώς που τα διέπει; Το θέμα μοιάζει να απασχολεί (λιγότερο τους μαθητευόμενους και) περισσότερο τις επιχειρήσεις. Ο φόβος, λ.χ., της Επιθεώρησης Εργασίας και οι, δυνητικές, αγωγικές αξιώσεις και διοικητικές κυρώσεις. Ας επιχειρήσουμε όμως μια καλύτερη κατανόηση του όλου θέματος. Εξάλλου είναι σε εξέλιξη, λόγω του θέρους, περισσότερες τέτοιες συμβάσεις και σχέσεις.
Η σύμβαση μαθητείας-διαχρονικά
Η σύμβαση μαθητείας δεν είναι ένας θεσμός πρωτόφαντος ούτε «εισαγόμενος». Τον συναντούμε, εξάλλου, και στα αρχαία κείμενα. Το θέμα της ρύθμισης και των ορίων της συγκεκριμένης σχέση απασχολούσε, έκτοτε, τους εμπλεκόμενους.
Ο Έλληνας φιλόσοφος Αρίστιππος (435-355 π.Χ.), λέγεται πως ελάμβανε «μισθόν» από τους μαθητές του. Διευκρίνιζε όμως πως δεν ήταν για να φτιάξει τη ζωή του αλλά για να μάθουν εκείνοι να δαπανούν για τα καλά, τα σωστά, πράγματα. (:«Αρίστιππος παρά των μαθητών λαμβάνειν έφασκε μισθόν, ουχ όπως τον βίον επανορθώση, αλλ’ όπως εκείνοι μάθωσιν εις τα καλά δαπανάν»).
Στις παλαιότερες, ιδίως, ελληνικές ταινίες συναντάμε τον «παραγιό». Εκείνον δηλ. (παιδί, έφηβος ή νεαρός) που πασχίζει να «μάθει μια τέχνη» δίπλα στον μάστορα, στον τεχνίτη, στον επαγγελματία. Μα δεν ήταν μόνο στις ταινίες. Έτσι ήταν και στη ζωή. Ούτε λόγος όμως, τότε, για δικαιώματα του μαθητευόμενου και υποχρεώσεις της επιχείρησης…
Το internship
Όπως ήδη αναφέρθηκε, ο θεσμός του internship είναι ήδη ιδιαίτερα διαδεδομένος στις αναπτυγμένες χώρες. Δεδομένης της διάδοσής του παρουσιάζεται και περισσότερο συστηματοποιημένος. Τον συναντούμε σε περισσότερες μορφές. Ενδεικτικά: χωρίς αμοιβή ή με αμοιβή (πλήρη ή μερική), με φυσική παρουσία στην επιχείρηση ή από απόσταση, για την ανάπτυξη ενός συγκεκριμένου προγράμματος ή στο πλαίσιο της εν γένει δραστηριότητας της επιχείρησης κ.ο.κ.)
Ποια η οριοθέτηση της σύμβαση μαθητείας στη χώρα μας;
Η έκταση, σοβαρότητα και αξία της σύμβασης μαθητείας, προκύπτει ως αυτονόητη. Οι κίνδυνοι (όχι θεωρητικοί) για τις επιχειρήσεις, δεδομένοι. Δεν υφίσταται, εν τούτοις, πλήρης νομοθετική οριοθέτησή της. Το λόγο έλαβε, ως όφειλε, η νομολογία. Ως σύμβαση μαθητείας νοείται, λοιπόν, κατά τη νομολογία, «…η σύµβαση κατά την οποία ο ένας από τους συμβαλλόμενους αναλαµβάνει την υποχρέωση να μεταδώσει στον άλλο τις αναγκαίες εμπειρικές γνώσεις, για την άσκηση από τον τελευταίο ορισµένου επαγγέλματος ή ορισμένης τέχνης» (Ενδ.: 918/2017 ΑΠ 1592/2009 ΑΠ).
Η συγκεκριμένη σύμβαση αυτή μπορεί να συνάπτεται τόσο ως ορισμένης όσο και ως αόριστης διάρκειας; Εμπίπτει, άραγε, στα όρια και αρμοδιότητες του εργατικού δικαίου; Θα ήταν δυνατό ο Αρίστιππος, αν ζούσε σήμερα, να συνεχίζει να αξιώνει μισθό από τους μαθητές του; Ή, μήπως, ο ίδιος θα όφειλε; Ή κανένας από τους δύο; Και τι θα συνέβαινε άραγε όσον αφορά την κοινωνική ασφάλιση;
Ο τρόπος που η έννομη τάξη, και ιδίως η νομολογία, προσεγγίζουν τη σύμβαση μαθητείας θα μας θα μας συνδράμει στις απαντήσεις στα επιμέρους ερωτήματα. Ας ξεκινήσουμε όμως με τις επιμέρους μορφές της.
Οι Μορφές Της Σύμβασης Μαθητείας
Προκειμένου οποιαδήποτε σύμβαση να υπαχθεί στις διατάξεις μιας ρυθμισμένης (επώνυμης) σύμβασης, αναζητείται ο σκοπός στον οποίο αποβλέπουν με τη σύναψή της οι εμπλεκόμενοι. Αυτό αποτελεί κοινό τόπο για τους εξ ημών νομικούς.
Αντίστοιχα και στη σύμβαση μαθητείας πράττουμε. Μολονότι δεν υπάρχει νομοθετική ρύθμιση, διακρίνεται στις ειδικότερες μορφές της, με βάση τον σκοπό που προέχει κάθε φορά. Πρόκειται για τις ειδικότερες μορφές: (α) της γνήσιας σύμβασης μαθητείας και (β) τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μαθητευομένου.
Ειδικότερα:
(α) Η Γνήσια Σύμβαση Μαθητείας
Στη γνήσια σύμβαση μαθητείας, ο σκοπός που προέχει είναι η παροχή εκπαίδευσης στον μαθητευόμενο. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, πως ο μαθητευόμενος πρέπει να απέχει από την παροχή οποιασδήποτε εργασίας. Μια τέτοια παραδοχή θα αποστερούσε τη σύμβαση μαθητείας από την πρακτική και εμπειρική της διάσταση. Ως εκ τούτου, και όπως παγίως δέχεται η νομολογία, κατά την εκτέλεση της συγκεκριμένης μορφής της μαθητείας σύμβασης, «η τυχόν παροχή εργασίας από τον μαθητευόμενο δεν γίνεται με σκοπό εκτέλεσης παραγωγικού έργου, αλλά για τις ανάγκες της εκπαίδευσης και της εξοικείωσής του με το αντικείμενο του επαγγέλματος ή της τέχνης του.» (Ενδ.: 1373/2018 ΑΠ, 1791/2017 ΕφΘεσσαλ, 1592/2009 ΑΠ).
Αναφέρθηκε ήδη η έλλειψη σχετικής, ειδικής, νομοθετικής ρύθμισης. Στη βάση του συγκεκριμένου δεδομένου, ζητούμενο αποτελεί το πλέγμα των διατάξεων που διέπουν τη γνήσια σύμβαση μαθητείας. Ισχύουν, αυτονόητα, όσα συμφωνούνται ανάμεσα στους συμβαλλόμενους (361ΑΚ-αρχή ελευθερίας των συμβάσεων). Συμπληρωματικά και, βεβαίως, αναλογικά είναι δυνατό να τύχουν εφαρμογής οι διατάξεις για τη σύμβαση εργασίας του ΑΚ. Απαραίτητη προϋπόθεση να συνάδουν οι διατάξεις του ΑΚ με τη φύση και τον σκοπό της γνήσιας σύμβασης μαθητείας.
Γίνεται κοινά δεκτό, πάντως, από την νομολογία πως κάποιες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας δεν εφαρμόζονται στη γνήσια σύμβαση μαθητείας. Ενδεικτικά: εκείνες που αναφέρονται στα χρονικά όρια εργασίας, τις νόμιμες αποδοχές, την καταγγελία της σύμβασης εργασίας, την αποζημίωση απόλυσης κ.ο.κ. Δικαιολογητική βάση αποτελεί το γεγονός ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις προϋποθέτουν παροχή εξαρτημένης εργασίας, προϋπόθεση που δεν αποτελεί προέχον στοιχείο στη γνήσια σύμβαση μαθητείας (Ενδ.: 1373/2018 ΑΠ, 1791/2017 ΕφΘεσ, 1592/2009 ΑΠ).
Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, ο μισθός του μαθητευόμενου αποτελεί προϊόν συμφωνίας με τον εργοδότη. Η συμφωνία αυτή δεν υπάγεται στους περιορισμούς της εργατικής νομοθεσίας. Μπορεί, επομένως, να συμφωνηθεί ότι ο εργοδότης θα καταβάλλει στον μαθητευόμενο μισθό (κατώτερο από τον μισθό του καταρτισμένου μισθωτού) για την ωφέλεια που αντλεί από την εργασία του τελευταίου. Κι ακόμα περισσότερο: είναι δυνατό να συμφωνηθεί πως ο μαθητευόμενος είτε δεν θα λαμβάνει καθόλου μισθό είτε θα καταβάλλει ορισμένο ποσό στον εργοδότη για τη μαθητεία του. (Φαίνεται λοιπόν πως αν σήμερα δραστηριοποιούνται ο Αρίστιππος δεν θα κινδύνευε ούτε με αγωγές ούτε με πρόστιμα από το ΣΕΠΕ).
(β) Ως Προς Τη Σύμβαση Εξαρτημένης Εργασίας Μαθητευομένου
Στη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μαθητευομένου (σε αντίθεση με τη σύμβαση μαθητείας) προέχων σκοπός είναι η παροχή εργασίας σε επιχείρηση ή εκμετάλλευση. Η παράλληλη επιδίωξη εκπαίδευσης του μισθωτού, στην περίπτωση αυτή, δεν συνιστά ιδιαίτερη υποχρέωση του εργοδότη. Κι από άλλη οπτική γωνία ιδωμένο το ίδιο ζήτημα: η τυχόν παράλληλη απόκτηση γνώσεων ή ικανότητας σε ορισμένη ειδικότητα ή επάγγελμα και η εκμάθηση τέχνης του μισθωτού, επέρχονται ως αυτόματη συνέπεια της εφαρμογής της συμβάσεως και μέσα στο πλαίσιο της συνήθους λειτουργίας της (ενδ.: 1373/2018 ΑΠ, 1791/2017 ΕφΘεσ, 1592/2009 ΑΠ).
Εξάλλου, γίνεται πάγια δεκτό από την νομολογία πως στη συγκεκριμένη μορφή σύμβασης εφαρμόζονται τόσο οι γενικές, όσο και οι ειδικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας (918/2017 ΑΠ, 2052/1990 ΑΠ), «…εφόσον προέχων σκοπός της ανωτέρω σύμβασης είναι η παροχή εκ μέρους του μαθητευομένου εργασίας, έναντι αμοιβής και παρεπόμενος σκοπός η εκμάθηση τέχνης ή επαγγέλματος από τον μαθητευόμενο, σύμφωνα με τις οδηγίες και κατευθύνσεις του εργοδότη».
Η Ανάγκη Τήρησης Έγγραφου Τύπου
Τα όρια μεταξύ της σύμβασης μαθητείας και της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αποδεικνύονται ρευστά και δυσδιάκριτα. Αυτό γίνεται ακόμα περισσότερο κατανοητό καθώς καταλήξαμε ήδη (βλ. προηγούμενη αρθρογραφία μας), πως η οριοθέτηση και αυτής της ίδιας της σύμβασης εργασίας αποτελεί, κάποιες φορές, «πρόβλημα για δυνατούς λύτες».
Σε κίνδυνο τελούν τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι εργαζόμενοι. Οι τελευταίοι από τη σύναψη συμβάσεων, κατ’ επίφαση, μαθητείας. Οι πρώτες (:επιχειρήσεις) από τη δυσκολία απόδειξης συναφθείσας σύμβασης μαθητείας. Κοινή η λύση και για τα δύο αυτά προβλήματα: ο έγγραφος τύπος της σύμβασης μαθητείας.
Το περιεχόμενο της (έγγραφης) σύμβασης μαθητείας είναι σημαντικό να περιλαμβάνει τους επιμέρους όρους της. Το είδος, ιδίως, της επιδιωκόμενης εκπαίδευσης. Με τον τρόπο αυτό, εναργέστερα θα προκύπτει και ο σκοπός της εκπαίδευσης. Ο σκοπός που τη διακρίνει από τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.
Όροι όπως η διάρκεια της σύμβασης, ο τυχόν καταβαλλόμενος μισθός και το ωράριο πρέπει να προκύπτουν, με σαφήνεια, από το συμβατικό κείμενο. Τα αντίστοιχα κενά, εξάλλου, στη συμφωνία δεν είναι δυνατό να συμπληρωθούν από αντίστοιχες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.
Ο Ορθός Νομικός Χαρακτηρισμός
Ο χαρακτηρισμός από τους συμβαλλομένους μιας σύμβασης ως μαθητείας δεν είναι δεσμευτικός.
Όπως επισημάναμε, ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, ο δικαστής είναι εκείνος που κυριαρχικά αξιολογεί οποιαδήποτε περίπτωση αμφισβήτησης του χαρακτηρισμού μιας σύμβασης, η οποία φέρεται ενώπιόν του. Καθώς, ο ακριβής (ορθός) χαρακτηρισμός μιας σύμβασης αποτελεί κατ` εξοχήν έργο της δικαιοδοτικής λειτουργίας (Ενδ.: ΑΠ 602/2017, ΑΠ 608/2014, ΟλΑΠ 7 & 8/2011, ΟλΑΠ 6/2001).
Ειδικότερες Συμβάσεις Μαθητείας
Η Ειδική Σύμβαση Μαθητείας
Πρόκειται για μια νομοθετικά ρυθμιζόμενη, κατ’ εξαίρεση, σύμβαση. Συνάπτεται ανάμεσα στον εργοδότη και άτομα που έχουν συμπληρώσει το 15ο έτος έως και το 18ο έτος της ηλικίας τους (άρθρο 74 παρ. 9 ν. 3863/2010 και άρθρο 1 παρ. 1 ΠΥΣ 6/2012). Η μέγιστη διάρκεια της δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Οι όροι αμοιβής, ασφάλισης και ωραρίου των ανωτέρω μαθητευομένων είναι, επίσης, από την ίδια διάταξη ρυθμιζόμενοι. Οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας δεν εφαρμόζονται στη συγκεκριμένη περίπτωση. Εφαρμόζονται όμως, κατ’ εξαίρεση, εκείνες που αφορούν την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων.
Συμβάσεις Μαθητείας Μέσω Εκπαιδευτικών Δομών
Όσα ανωτέρω αναπτύχθηκαν, εφαρμόζονται στις συμβάσεις μαθητείας που συνάπτονται ανάμεσα στον εργοδότη και τον μαθητευόμενο. Χωρίς την παρέμβαση τρίτου, χωρίς την παρέμβαση δομής εκπαίδευσης.
Στην Ελλάδα όμως, ήδη από το 1952, λειτουργεί το οργανωμένο σύστημα μαθητείας των Επαγγελματικών Σχολών (ΕΠΑΣ) του ΟΑΕΔ. Πλέον, πέραν των ΕΠΑΣ, η μαθητεία προκρίνεται, αντιστοίχως, από ΕΠΑΛ και δημόσια ΙΕΚ.
Σε ευρωπαϊκό πεδίο έχουν αναπτυχθεί δράσεις ενίσχυσης του θεσμού της μαθητείας. Ενδεικτικά παραδείγματα αποτελούν αφενός το πρόγραμμα Erasmus+ αφετέρου δράσεις που εντάσσονται στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ 2007-2013 και του ΕΣΠΑ 2014-2020. Κάποιες από αυτές έχουν υιοθετηθεί και από τη χώρα μας. Δεν είναι λοιπόν ασύνηθες να συναντούμε προγράμματα και συμβάσεις μαθητείας που υλοποιούνται με την παρέμβαση, λ.χ., πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ή άλλων δομών εκπαίδευσης στα οποία φοιτούν οι μαθητευόμενοι.
Η υλοποίηση των συγκεκριμένων προγραμμάτων διέπεται, κάποιες φορές, από ειδικές ρυθμίσεις (ενδ.: η υπ’ αριθμ. 26385/2017 ΚΥΑ «Πλαίσιο Ποιότητας Μαθητείας»). Με τις ρυθμίσεις αυτές γίνεται η διαχείριση θεμάτων όπως η αποζημίωση των μαθητευομένων, η αναγγελία των συμβάσεών τους στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ, η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, οι συνθήκες απασχόλησης τους κ.ο.κ..
Η σύμβαση μαθητείας είναι (και θα πρέπει να αντιμετωπισθεί ως) προφανής ευκαιρία.
Πρώτα-πρώτα για τους μαθητευόμενους, καθώς, μέσω αυτής, τους δίνεται η δυνατότητα να αποκτήσουν πολύτιμα επαγγελματικά εφόδια και εμπειρία-αναγκαία για τα επόμενα επαγγελματικά τους βήματα.
Κι ύστερα για τις επιχειρήσεις: Οι τελευταίες αποκτούν τη δυνατότητα να αναζητήσουν από την (δυνητικά) τεράστια δεξαμενή των μαθητευομένων τους μελλοντικούς τους εργαζόμενους. Επιπρόσθετα: να διεκπεραιώσουν χωρίς κόστος (ή με μικρό, έστω, κόστος) απλούστερες εργασίες. Να αναδείξουν το κοινωνικό τους πρόσωπο συμβάλλοντας στην επαγγελματική εκπαίδευση των νέων που πρόκειται να ενταχθούν άμεσα στο εργατικό/στελεχιακό δυναμικό της χώρας. Εκείνων, επίσης, που είναι σε διαδικασία επαναπροσδιορισμού (reskilling) των δεξιοτήτων τους.
Τα οφέλη από την αξιοποίηση του θεσμού της μαθητείας είναι και απτά και πολλαπλά. Για τους μαθητευόμενους, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία. Δεν μένει παρά, περαιτέρω. να αξιοποιηθούν.
Η πολιτεία θα πρέπει να αναλάβει, και εδώ, τον ρόλο που της αρμόζει. Είναι αναγκαίο να μετριασθεί η ανασφάλεια δικαίου που δημιουργείται από την έλλειψη ικανού ρυθμιστικού πλαισίου. Είναι αναγκαίο να λάβει χώρα σαφής οριοθέτηση των επιμέρους μορφών συμβάσεων μαθητείας. Των επιμέρους δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των εμπλεκομένων (:επιχείρηση-εργαζόμενος). Είναι κρίσιμο (αν όχι, επίσης, αναγκαίο) να δημιουργηθούν κίνητρα (λ.χ. φορολογικά) για την υποβοήθηση της ανάπτυξης του θεσμού.
Εξάλλου: Η υψηλού επιπέδου εκπαίδευση και η συμπλήρωση της με επαγγελματική εμπειρία δεν είναι πολύτιμη μόνον για τους μελλοντικούς εργαζόμενους. Είναι και για τις επιχειρήσεις που πρόκειται να απασχοληθούν και, αυτονοήτως, για την εθνική οικονομία.
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 2 Αυγούστου 2020.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.