Με την έλευση της πανδημίας στη χώρα μας, η Πολιτεία έπραξε ό,τι αξιολογούσε πως όφειλε για την αντιμετώπιση της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης. Μεταξύ αυτών: για την προστασία της ζωής, της υγείας, των θέσεων εργασίας και των επιχειρήσεων. (Ανεπιτυχώς-σε σημαντικό βαθμό…)
Ζούμε, για δεύτερη φορά ήδη, την απαγόρευση κυκλοφορίας και (φυσιολογικής) λειτουργίας. Ξαναθυμηθήκαμε τι σημαίνει η συνύπαρξη με τον εαυτό μας και την οικογένεια μας (ακριβέστερα: είχαμε την ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε).
Τα πράγματα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, δεν εξελίχθηκαν το ίδιο ομαλά για όλους. Έχοντας χάσει το άλλοθι της πολύωρης, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων, απουσίας μας από το σπίτι (ξανα;)βρεθήκαμε με τα παιδιά, τους συζύγους, τους συντρόφους μας, τον εαυτό μας. Χάσαμε δηλ. την «κανονικότητά» μας. Αντλήσαμε, άραγε, την ευκαιρία να βιώσουμε και απολαύσουμε το «μαζί»;
Η τηλεργασία ήταν η επαρκής δικαιολογία για να παραμείνουμε «κολλημένοι» στα laptop, ipad και smart phones μας. Κι αφού ήμασταν «αναγκασμένοι» σε πολύωρες επαγγελματικές αυτοαπομονώσεις καθιστούσαμε, εύλογα, εύφορο το έδαφος για αντίστοιχες συνδέσεις των λοιπών συνοικούντων συνδέσεις με τις αντίστοιχες συσκευές και το διαδίκτυο. Αποσυνδέσεις από το «μαζί». Και τα Χριστούγεννα;
Ο εθισμός στο διαδίκτυο
Ο εθισμός στο διαδίκτυο είναι ασθένεια. Η συγκεκριμένη παραδοχή (ήδη και του Π.Ο.Υ.) επιβεβαιώνει την έκταση, εύρος και βάθος την έκθεσής μας στο διαδίκτυο.
Η πανδημία και το δεύτερο “lockdown” επιβαρύνουν την κατάσταση.
Διαθέτουμε πάντοτε (ενήλικες κι ανήλικοι) επαρκείς δικαιολογίες αφιερώνοντας ατέλειωτες, κατά κανόνα, ώρες στο διαδίκτυο. Η έκθεσή μας όμως στο διαδίκτυο συνδέεται, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, και με τους αντίστοιχους κινδύνους. Κάποιοι ήδη τους έχουμε βιώσει. Και, ποτέ, δεν είναι μειωμένης αξίας.
Ευαισθητοποιούμαστε περισσότερο (και ορθά) με τους διαδικτυακούς κινδύνους που αφορούν τα παιδιά. Όμως: το κυβερνοέγκλημα αγγίζει, δυνητικά, όλους μας. Ανεξαιρέτως.
Η πρόληψη και η καταστολή
Η πρόληψη αφορά την Πολιτεία, την Κοινωνία, τους Φορείς & Οργανισμούς, την οικογένεια και, αυτονοήτως, τον καθένα, ξεχωριστά, από εμάς.
Όταν είτε δεν λειτουργήσει είτε αποτύχει η πρόληψη τι συμβαίνει; Όταν οι δράστες εντοπίσουν τις «χαραμάδες» στις συσκευές, στα δίκτυα, στα συστήματα και προσοχή μας; Όταν καταφέρουν να διεισδύσουν στον αποκλειστικά δικό μας-προσωπικό κόσμο; Κι όταν συμβεί αυτό με τα παιδιά μας;
Όταν δεν λειτουργήσει (ή αποτύχει) η πρόληψη, ακολουθεί η καταστολή˙ υπό την αυτονόητη προϋπόθεση του εντοπισμού του δράστη. Και, στη συνέχεια, πάλι η πρόληψη…
Η Πολιτεία οφείλει να μεριμνά για τη δημιουργία του πλέγματος των αναγκαίων ρυθμίσεων που αφορούν την βαρύτατη ποινική απαξία των συμπεριφορών εκείνων που εξέρχονται από το πλαίσιο του κοινωνικά, ηθικά και νομικά ανεκτού. Σειρά ποινικών ρυθμίσεων υφίστανται που αφορούν το κυβερνοέγκλημα και την ποινική μεταχείριση εκείνων που υιοθετούν μη ανεκτές συμπεριφορές (όπως το όριο προσδιορίζεται από το κοινωνικό σώμα και την Πολιτεία που το εκφράζει).
Οι ποινικές διατάξεις
Ο ρυθμός των εξελίξεων σε τεχνολογικό επίπεδο είναι εντυπωσιακά ταχύς. Ο νομοθέτης στην προσπάθειά του να τις ακολουθήσει, έστω και ασθμαίνων, έχει θεσπίσει σειρά διατάξεων που αφορούν αδικήματα που τελούνται μέσω προγραμμάτων Η/Υ, του διαδικτύου και μη νόμιμης παρέμβασης σε λογισμικό και συσκευές (που όλοι μας καθημερινά χρησιμοποιούμε για να επικοινωνήσουμε, εργαστούμε, ψυχαγωγηθούμε, συναλλαχθούμε…). Τις συναντούμε, κατά βάση, στον Ποινικό Κώδικα.
Γενικά: εκείνες που αφορούν το ηλεκτρονικό έγκλημα
Πλείστες όσες είναι οι σχετικές διατάξεις στον Ποινικό Κώδικα. Προϊόντος του χρόνου προσπαθεί ο νομοθέτης να διαχειριστεί άγνωστες, μέχρι πρότινος, συμπεριφορές Κανέναν δεν απασχολούσαν προ τριακονταετίας, λ.χ., θέματα παιδικής πορνογραφίας στο διαδίκτυο, έκθεση προσωπικών μας στιγμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ήδη απασχολούν όλους μας-βεβαίως και το νομοθέτη.
Ποινικές διατάξεις που αφορούν το ηλεκτρονικό έγκλημα είναι δυνατό να αναφέρονται σε μείζονος σημασίας κοινωνικά αγαθά. Τέτοιες διατάξεις αφορούν, λ.χ., προσβολές του δημοκρατικού πολιτεύματος (άρθρο 135 ΠΚ), εγκλήματα κατά της Δημόσιας Τάξης (διέγερση σε ανυπακοή-183 ΠΚ, διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια-184 ΠΚ, τρομοκρατικές πράξεις-τρομοκρατική οργάνωση-187Α ΠΚ, απειλή διάπραξης εγκλημάτων-190 ΠΚ, διασπορά ψευδών ειδήσεων-191 ΠΚ, εγκλήματα σχετικά με το νόμισμα-211 ΠΚ).
Ιδιαίτερο όμως ενδιαφέρον έχουν οι διατάξεις εκείνες που αφορούν σε μείζονος αξίας βοηθητικά αγαθά. Σαν τέτοια: εγκλήματα κατά της ασφάλειας των τηλεφωνικών επικοινωνιών (292Α ΠΚ), παρακώλυση λειτουργίας πληροφοριακών συστημάτων (292Β & Γ ΠΚ), προσβολές του απόρρητου των τηλεπικοινωνιών του κοινού (292Δ ΠΚ), παρακώλυση των τηλεπικοινωνιών (292Ε ΠΚ).
Τέτοιες είναι κι εκείνες που αφορούν εγκλήματα κατά προσωποπαγών, ατομικών αγαθών, όπως της κοινωνικής αναπαράστασης – τιμής (εξύβριση, δυσφήμηση και συκοφαντική δυσφήμηση-361 έως 363 ΠΚ). Επίσης όσες αναφέρονται σε προσβολές ατομικού απορρήτου και επικοινωνίας (παραβίαση απορρήτου εγγράφων-370 ΠΚ, παραβίαση απορρήτου τηλεφωνικής επικοινωνίας και προφορικής συνομιλίας-370Α ΠΚ, παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα-370Β, Γ, Δ & ΕΠΚ.
Από τις διατάξεις εκείνες που αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο ιδιαίτερο ενδιαφέρον (λόγω της συχνότητας εμφάνισης τέτοιων περιστατικών) είναι εκείνη της απάτης με υπολογιστή (386Α ΠΚ).
Σεξουαλικής φύσεως εγκλήματα
Ξεχωριστής βαρύτητας είναι τα εγκλήματα που αφορούν την ερωτική ζωή του ατόμου και τελούνται μέσω διαδικτύου ή/και με ηλεκτρονικά μέσα.
Ιδιαίτερη κοινωνική και ηθική απαξία έχουν όταν αφορούν παιδιά. Διατάξεις που αφορούν σεξουαλικής φύσεως εγκλήματα με θύματα τα παιδιά είναι, ενδεικτικά: προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 ΠΚ), διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας (338 ΠΚ), και κυρίως η πορνογραφία ανηλίκων (348Α ΠΚ), προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους (348Β ΠΚ), πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων (348Γ ΠΚ).
Βλάβη, βέβαια, δεν υφίστανται μόνον τα παιδιά από τη δημόσια έκθεση «μη δημόσιων» πράξεών μας. Τα παραδείγματα είναι, δυστυχώς, αμέτρητα. Στην αντίληψή μας πέφτουν, κατά κανόνα, όσα αφορούν δημόσια πρόσωπα.
Σοβαρό το πρόσφατο, σχετικό, σφάλμα του νομοθέτη: Δυστυχώς, με την αναμόρφωση του ποινικού κώδικα τον Ιούλιο του παρελθόντος έτους, επαναπροσεγγίστηκε, θέλω να πιστεύω από αβλεψία, η διάταξη του 370Α ΠΚ που προέβλεπε πως «όποιος αθέμιτα παρακολουθεί με ειδικά τεχνικά μέσα ή …αποτυπώνει σε υλικό φορέα μη δημόσια πράξη άλλου, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών». Την ίδια αντιμετώπιση επιφύλασσε και για εκείνον που θα έκανε χρήση του ως άνω φορέα. Ήδη η συγκεκριμένη ποινική κύρωση δεν υφίσταται, μολονότι διατηρείται η πρόβλεψη καθαυτή. Ως εκ τούτου, η δημόσια έκθεση (λ.χ. κυκλοφορία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή, γενικά, στο διαδίκτυο) «μη δημόσιας πράξης άλλου»-όπως τόσα, σοβαρά και πρόσφατα παραδείγματα, αντιμετωπίζεται μεν από τον νυν άρθρο 370Α ΠΚ, σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις, όχι πλέον ως κακούργημα αλλά ως ένα βαρύ πλημμέλημα.
Εύλογος θα προέβαλε, βέβαια, ο αντίλογος. Γιατί, άραγε, να αποτελεί κακούργημα η φωτογραφική απεικόνιση ενός μη νηστεύοντα, σε περίοδο νηστείας, ιερέα; Από την άλλη όμως δεν αποτελεί, άραγε, έγκλημα βαρύτατης κοινωνικής και ηθικής απαξίας η κυκλοφορία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και το διαδίκτυο των «προσωπικών» στιγμών ενός ζευγαριού από τον πρώην σύντροφο; Οι συνέπειες δεν είναι ανεπανόρθωτα καταστροφικές;
Ας ελπίσουμε σε μία σύντομη, σχετική, επανόρθωση-ιδίως προς την κατεύθυνση αυτοτελούς τυποποίησης σε έγκλημα της συγκεκριμένης συμπεριφοράς.
Και μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης, τι;
Οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν αφορούν παρά τις κυρώσεις που απειλούνται σε περίπτωση εκδήλωσης της εγκληματικής συμπεριφοράς και επιβάλλονται πάντοτε εκ των υστέρων. Είναι αμφίβολο αν ο δράστης μιας τέτοιας αξιόποινης πράξης οδηγηθεί στη φυλακή-παρά σε απολύτως ακραίες περιπτώσεις. Το τραύμα που θα απομείνει χαραγμένο στο θύμα του θα είναι βαθύ˙ και δια βίου. Επομένως μία είναι η λύση: η πρόληψη. Και πρόληψη προϋποθέτει γνώση (μα και κόπο πολύ) για την επίτευξή της.
Ειδικά: η παιδική πορνογραφία
Παράλληλα με την ανάπτυξη του διαδικτύου άρχισε να «ανθίζει», κατά τη δεκαετία του 1990, και η παιδική πορνογραφία. Αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μία από τις μάστιγες της σύγχρονης εποχής. Μία βιομηχανία που κατά το 2010 είχε αποτιμηθεί (με βάση μελέτη του United Nations Office on Drugs and Crime) σε ετήσιο κύκλο εργασιών είκοσι, τουλάχιστον δισεκατομμυρίων USD. Και, ήδη, έχει παρέλθει μία δεκαετία με εκρηκτική την περαιτέρω αύξηση της χρήσης του διαδικτύου και του κυβερνοεγκλήματος. Να θεωρήσουμε δεδομένο πως η αύξηση της αποτίμησης θα είναι εκθετική. Και, αυτονόητα, δραματική-όπως εξάλλου και οι συνέπειές της.
Αποτελεί κοινό τόπο πως η αύξηση του κυβερνοεγκλήματος συνδέεται, δυστυχώς, με τη χρήση του διαδικτύου. Η πανδημία και, ιδιαίτερα, το ”lockdown” λειτουργούν, δι’ αμφότερα, ως λίπασμα. Ο εθισμός (που εμείς επιτρέπουμε-ίσως και ασυναίσθητα προωθούμε) των παιδιών με το διαδίκτυο. Αντίστοιχα και η απομάκρυνση από τους παραδοσιακούς οικογενειακούς δεσμούς, ουσιαστικές σχέσεις, ειλικρινή, προσωπική και ανθρώπινη επαφή.
Μάλλον όλοι γνωρίζουμε τι πρέπει να πράξουμε (και τι να αποφύγουμε) για τον περιορισμό του κυβερνοεγκλήματος, που επηρεάζει την καθημερινότητά μας και όχι μόνον. Οι δράσεις Φορέων και Οργανισμών δεν αρκούν, αυτονοήτως, για την αντιμετώπισή του. Ούτε μοιάζει εφικτή ή δημοκρατικά ανεκτή η αστυνόμευση στη λογική: ένας αστυνομικός ανά πολίτη. Τίθεται ζήτημα εσωτερίκευσης του λόγου που δικαιολογεί την απαγόρευση. Ζήτημα κατανόησης της αξίας της προσωπικής ευθύνης.
Οι κίνδυνοι στο διαδίκτυο: Το δεύτερο lockdown & εντεύθεν
Οι κίνδυνοι στο διαδίκτυο είναι παρόντες. Κι όσο περνά ο καιρός τόσο διογκώνονται. Το δεύτερο ”lockdown”, λίγους μόλις μήνες μετά το πρώτο, ο νέος εγκλεισμός (που σωρευτικά, με τον πρώτο, βιώνουμε), η αύξηση της επαφής με τους υπολογιστές και τις έξυπνες συσκευές μας, η τηλεργασία και η τηλεκπαίδευση μας καθιστούν περισσότερο ευάλωτους.
Οφείλουμε να βρισκόμαστε, όλοι, σε εκγρήγορση: η Πολιτεία, η Κοινωνία, οι Αρχές, οι Φορείς, το Σχολείο, η Οικογένεια, ο καθένας από εμάς. Οφείλουμε να κρατούμε σε εκγρήγορση τις περισσότερο ευάλωτες σε τέτοιους κινδύνους ομάδες. Τους πρεσβύτερους και τα παιδιά μας. Κι είναι σημαντικό, αναμφίβολα, να προστρέχουμε στους ειδικούς. Προσοχή: όχι εκείνους που λειτουργούν για ίδιο, εν τέλει, όφελος. Σ’ εκείνους που αποδεδειγμένα λειτουργούν με κοινωνική ευθύνη˙ για το κοινό καλό.
Ας μην ξεχνάμε: οι γνώσεις μας για το κυβερνοέγκλημα θα είναι, πάντοτε περιορισμένες σε σύγκριση με τους θύτες.
Αν το αποδεχθούμε είναι βέβαιο ότι η επόμενη μέρα θα είναι καλύτερη. Κι ακόμα περισσότερο: όλοι μας περισσότερο ασφαλείς και, αυτονόητα, περισσότερο χαρούμενοι.
Και περαιτέρω (με αφορμή το σε εξέλιξη, ήδη, δεύτερο “lockdown”):
Ας μειώσουμε την έκθεσή μας στο διαδίκτυο.
Ας μειώσουμε τη χρήση των laptop, ipad και smart phones μας.
Ας επενδύσουμε στην αυτοβελτίωση, ας επενδύσουμε στους οικείους μας, ας επενδύσουμε στη οικογένειά μας-τη φυσική ή/και της καρδιάς μας.
Μαζί.
Ας ξεκινήσουμε από τούτες τις μέρες.
(Εξάλλου: είναι ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ…).-
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 20 Δεκεμβρίου 2020.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.