Η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας του εργαζομένου
Ιατρός Εργασίας & Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου
Η αιφνίδια έλευση της πανδημίας αποτέλεσε εξαιρετικά δραστική και πολυεπίπεδα σημαντική υπόμνηση προς όλους μας. Μεταξύ άλλων και όσον αφορά την αξία και σημασία της ζωής και της υγείας. Γενικά. Σε κάθε έκφανση της ζωής-όλων μας. Σαφώς και στο περιβάλλον εργασίας. Κι όσον αφορά το τελευταίο, οφείλουμε να θυμηθούμε πως αποτελεί υποχρέωση του εργοδότη η προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων του. Και, μολονότι δεν αποτελεί την κύρια υποχρέωση του εργοδότη, δεν σημαίνει πως αξιολογείται και ως ήσσονος σημασίας. Πως μπαίνει σε «δεύτερη μοίρα». Η πολιτεία έχει, εξάλλου, θεσπίσει ένα πλέγμα διατάξεων που οριοθετούν τη συγκεκριμένη υποχρέωση. Στο πλαίσιο αυτό σημαίνοντα ρόλο κατέχουν ο Τεχνικός Ασφαλείας και ο Ιατρός Εργασίας. Βεβαίως και η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.
Ας επιχειρήσουμε την προσέγγιση των τελευταίων.
Οι κύρια και παρεπόμενες υποχρεώσεις του εργοδότη από τη σύμβαση εργασίας
Η σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου είναι δυνατό να συναφθεί γραπτά ή (ακόμα και) προφορικά. Ανεξάρτητα πάντως από τον τρόπο σύναψής της δημιουργεί ένα πλέγμα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων˙ τόσο για την επιχείρηση (εργοδότη) όσο και για τον εργαζόμενο.
Κύρια υποχρέωση του εργοδότη συνιστά η καταβολή στον εργαζόμενο του νόμιμου ή, κατά περίπτωση, του συμφωνημένου μισθού (648 ΑΚ). Ο εργοδότης όμως, αναλαμβάνει και μια σειρά παρεπόμενων υποχρεώσεων. Πρόκειται για κείνες που συνθέτουν την «υποχρέωση πρόνοιας» του εργοδότη.
Μεταξύ των παρεπομένων υποχρεώσεων κι εκείνες που συνδέονται με την προστασία των προσωπικών και περιουσιακών αγαθών των εργαζομένων. Την προστασία, δηλ., της ζωής και της υγείας, της προσωπικότητας και της περιουσίας του.
Ενδεχόμενη παραβίασή της συνδέεται με σειρά αστικών, ποινικών και διοικητικών κυρώσεων. Το δεδομένο αυτό είναι που, μεταξύ άλλων, καταδεικνύει την ιδιαίτερη μέριμνα της Πολιτείας ως προς την τήρησή της.
Ειδικότερα: η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας του εργαζόμενου
Η υποχρέωση προστασίας της ζωής και της υγείας των εργαζομένων διασφαλίζεται από σειρά διατάξεων αστικού, δημοσίου και ποινικού δικαίου.
Η υποχρέωση του εργοδότη να προστατεύει τη ζωή και την υγεία του εργαζομένου στο πλαίσιο της εργασιακής σχέσης θεσπίζεται από τον Αστικό Κώδικα. Η σχετική διάταξη (662 ΑΚ) προβλέπει: «Ο εργοδότης οφείλει να διαρρυθμίζει τα σχετικά με την εργασία και με το χώρο της καθώς και τα σχετικά με τη διαμονή, τις εγκαταστάσεις και τα μηχανήματα ή εργαλεία, έτσι ώστε να προστατεύεται η ζωή και η υγεία του εργαζομένου.».
Υφίσταται, επιπρόσθετα, ένα πλέγμα διατάξεων δημοσίου δικαίου, που στοχεύει στην πληρέστερη προστασία των εργαζομένων. Οι διατάξεις αυτές συνιστούν τη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια στην εργασία.
Πρόκειται για τις διατάξεις εκείνες που εντάσσονται είτε στη γενική είτε στην ειδική, σχετική, νομοθεσία. Ορισμένα, δηλ., νομοθετήματα αφορούν το σύνολο των εργαζομένων, ενώ άλλα συγκεκριμένες κατηγορίες εργασίας (λ.χ. ΠΔ 788/1980 «περί μέτρων ασφαλείας κατά την εκτέλεσιν οικοδομικών έργων»).
Ορόσημο στη νομοθεσία για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων αποτελεί ο ν. 1568/1995 (:«Υγιεινή-Ασφάλεια εργαζομένων»). Ο συγκεκριμένος νόμος υπήρξε καινοτόμος στο πεδίο της υποχρέωσης πρόληψης για την προστασία της ζωής και της υγείας των εργαζομένων. Το πεδίο εφαρμογής του εκτείνεται, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, στο σύνολο των δραστηριοτήτων του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Μετά την έκδοση του συγκεκριμένου νόμου, εκδόθηκαν διάφορα, συμπληρωματικά, νομοθετήματα. Το σύνολο τους κωδικοποιήθηκε με τον ν. 3850/2010.
Οι καινοτομίες του ν. 1568/1995 αφορούσαν την εισαγωγή εντελώς νέων θεσμών στον τομέα της ασφάλειας και της υγιεινής της εργασίας στη χώρα μας. Ως τέτοιοι και οι θεσμοί του Τεχνικού Ασφαλείας και του Ιατρού Εργασίας-ήδη εμπεριεχόμενοι στο ν. 3850/2010.
Ο Ιατρός Εργασίας
Η υποχρέωση απασχόλησης Ιατρού Εργασίας
Όσες επιχειρήσεις απασχολούν περισσότερους από πενήντα (50) εργαζόμενους υποχρεούνται να απασχολούν (εκτός από τεχνικό ασφαλείας) και ιατρό εργασίας (άρθρο 8 παρ. 2 ν. 3850/2010). Για τον υπολογισμό του αριθμό απασχολουμένων συνυπολογίζονται οι εργαζόμενοι όλων των Παραρτημάτων, Υποκαταστημάτων, των χωριστών εγκαταστάσεων και αυτοτελών εκμεταλλεύσεων της κύριας επιχείρησης.
Ο ρόλος και τα καθήκοντα του Ιατρού Εργασίας
Ο Ιατρός Εργασίας επιφορτίζεται με ιατρικές και συμβουλευτικές αρμοδιότητες. Ο ρόλος του είναι κατά βάση προληπτικός. Οργανωτικά υπάγεται, απευθείας, στη διοίκηση της εταιρείας.
Ο Ιατρός Εργασίας «παρέχει υποδείξεις και συμβουλές στον εργοδότη, στους εργαζομένους και στους εκπροσώπους τους, γραπτά ή προφορικά, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη σωματική και ψυχική υγεία των εργαζομένων…».
Τις γραπτές υποδείξεις ο ιατρός εργασίας τις καταχωρεί στο ειδικό βιβλίο, που καταχωρεί τις υποδείξεις του και ο Τεχνικός Ασφαλείας. Ο εργοδότης λαμβάνει γνώση, ενυπόγραφα, των υποδείξεων που καταχωρούνται στο συγκεκριμένο βιβλίο (άρθρο 17 παρ. 1 ν. 3850/2010).
Ο Ιατρός Εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 2 ν. 3850/2010, παρέχει συμβουλές σε θέματα:
«α) σχεδιασμού, προγραμματισμού, τροποποίησης της παραγωγικής διαδικασίας, κατασκευής και συντήρησης εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων,
β) λήψης μέτρων προστασίας κατά την εισαγωγή και χρήση υλών και προμήθειας μέσων εξοπλισμού,
γ) φυσιολογίας και ψυχολογίας της εργασίας, εργονομίας και υγιεινής της εργασίας, της διευθέτησης και διαμόρφωσης των θέσεων και του περιβάλλοντος της εργασίας και της οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας,
δ) οργάνωσης υπηρεσίας παροχής πρώτων βοηθειών,
ε) αρχικής τοποθέτησης και αλλαγής θέσης εργασίας για λόγους υγείας, προσωρινά ή μόνιμα, καθώς και ένταξης ή επανένταξης μειονεκτούντων ατόμων στην παραγωγική διαδικασία, ακόμη και με υπόδειξη αναμόρφωσης της θέσης εργασίας.».
Ας επισημανθεί όμως πως ο ιατρός εργασίας δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για να επαληθεύει το δικαιολογημένο ή μη, λόγω νόσου, απουσίας εργαζομένου.
Κρείσσονος σημασίας υποχρέωση του ιατρού εργασίας αποτελεί η υποχρέωση επίβλεψης της υγείας των εργαζομένων, όπως αυτή, λεπτομερώς, προβλέπεται στο άρθρο 18 ν. 3850/2010.
Συγκεκριμένα, ο Ιατρός Εργασίας προβαίνει: «…σε ιατρικό έλεγχο των εργαζομένων σχετικό με τη θέση εργασίας τους, μετά την πρόσληψη τους ή την αλλαγή θέσης εργασίας, καθώς και σε περιοδικό ιατρικό έλεγχο κατά την κρίση του επιθεωρητή εργασίας… Μεριμνά για τη διενέργεια ιατρικών εξετάσεων και μετρήσεων παραγόντων του εργασιακού περιβάλλοντος σε εφαρμογή των διατάξεων που ισχύουν κάθε φορά. Εκτιμά την καταλληλότητα των εργαζομένων για τη συγκεκριμένη εργασία…».
Επιπλέον, μεταξύ άλλων «… επιβλέπει την εφαρμογή των μέτρων προστασίας της υγείας των εργαζομένων και πρόληψης των ατυχημάτων. Για το σκοπό αυτό:
α) επιθεωρεί τακτικά τις θέσεις εργασίας και αναφέρει οποιαδήποτε παράλειψη, προτείνει μέτρα αντιμετώπισης των παραλείψεων και επιβλέπει την εφαρμογή τους,
β) επεξηγεί την αναγκαιότητα της σωστής χρήσης των ατομικών μέτρων προστασίας,
γ) ερευνά τις αιτίες των ασθενειών που οφείλονται στην εργασία, αναλύει και αξιολογεί τα αποτελέσματα των ερευνών και προτείνει μέτρα για την πρόληψη των ασθενειών αυτών,
δ) επιβλέπει τη συμμόρφωση των εργαζομένων στους κανόνες υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, ενημερώνει τους εργαζομένους για τους κινδύνους που προέρχονται από την εργασία τους, καθώς και για τους τρόπους πρόληψης τους,
ε) παρέχει επείγουσα θεραπεία σε περίπτωση ατυχήματος ή αιφνίδιας νόσου».
Ποιος μπορεί να ασκεί καθήκοντα Ιατρού Εργασίας;
Καθήκοντα Ιατρού Εργασίας δικαιούνται να ασκούν ιατροί. Με την ΠΝΠ της 20.3.20 αντικαταστάθηκε το άρθρο 16 του κώδικα νόμων για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων (ΚΝΥΑΕ) που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3850/2010 (Α´ 84). Με βάση τη σχετική διάταξη (άρθρο 16§1), καθήκοντα ιατρού εργασίας μπορούν να ασκούν:
«α) Οι ιατροί που κατέχουν την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας,
β) Οι ιατροί που κατέχουν τίτλο οιασδήποτε ειδικότητας, πλην της ιατρικής της εργασίας, και έχουν εκτελέσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις προ της 15ης Μαΐου 2009,
γ) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα οι οποίοι έχουν ασκήσει καθήκοντα ιατρού εργασίας σε επιχειρήσεις συνεχώς επί επτά (7) τουλάχιστον έτη μέχρι και τις 15 Μαΐου 2009.
Αξιοσημείωτη όμως είναι η (προστεθείσα από την εν λόγω ΠΝΠ) §2 του ίδιου άρθρου, με βάση την οποία:
«2. Οι ιατροί της παρ. 1 μπορούν να ασκούν καθήκοντα ιατρού εργασίας σε όλες τις περιφέρειες ιατρικών συλλόγων της χώρας, χωρίς άδεια των συλλόγων αυτών».
Η εν λόγω προσθήκη αποδείχθηκε ιδιαίτερα κρίσιμη (όπως αναφέραμε και σε προηγούμενη αρθρογραφία μας-ερώτημα 8ο) «καθώς (νομοθετικές) αγκυλώσεις του απολύτως πρόσφατου παρελθόντος (συνδεόμενες με κακές συντεχνιακές πρακτικές) δημιουργούσαν σοβαρά προβλήματα στην επιλογή Ιατρού Εργασίας. Για την επιλογή ιατρού εργασίας (που δεν είχε τη συγκεκριμένη ειδικότητα-παρότι ήταν ενταγμένος στους Ειδικούς Καταλόγους) απαιτείτο, μέχρι τότε, βεβαίωση του οικείου Ιατρικού Συλλόγου περί μη ύπαρξης διαθέσιμου Ειδικού στην περιφέρεια του(!!!)»
Για την απασχόληση του Ιατρού Εργασίας, ο εργοδότης έχει τη δυνατότητα να επιλέξει όσον αφορά την ανάθεση των καθηκόντων ιατρού εργασίας: (α) σε εργαζομένους στην επιχείρηση, (β) σε άτομα εκτός της επιχείρησης, (γ) σε εταιρεία που παρέχει Εξωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞ. Υ.Π.Π.) και, τέλος, (δ) συνδυασμό τους (άρθρο 9 §1 ν. 3850/2010).
Η υποχρέωση γνωστοποίησης στην Επιθεώρηση Εργασίας
Ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιήσει εγγράφως στην Επιθεώρηση Εργασίας εκείνον που αναλαμβάνει καθήκοντα Ιατρού Εργασίας. Όταν είναι τρίτος υποχρεούται να κοινοποιήσει αντίγραφο της σύμβασης πρόσληψής του. Όταν πρόκειται για ΕΞ.Υ.Π.Π οφείλει, επίσης, να κοινοποιήσει τη σχετική σύμβαση, η οποία μάλιστα πρέπει να φέρει το προκαθορισμένο από το νόμο περιεχόμενο (άρθρο 9 §7 ν. 3859/2010).
Η Εκτίμηση του Επαγγελματικού Κινδύνου
Η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου είναι η γραπτή εκτίμηση των κινδύνων που δημιουργούνται κατά την εργασία. Κινδύνων που αφορούν την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων. Αφορά τους υφιστάμενους κινδύνους και, επιπρόσθετα, εκείνους που είναι ενδεχόμενο να εμφανισθούν. Συμπεριλαμβάνει, αυτονοήτως, και τις ομάδες των εργαζομένων που εκτίθενται σε ιδιαίτερους κινδύνους.
Η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου συνιστά, δυστυχώς, μια μάλλον υποβαθμισμένη υποχρέωση στη σκέψη των περισσοτέρων από εμάς. Είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα σημαντική. Και, το σημαντικότερο, κατά νόμο υποχρεωτική για όλες, ανεξαιρέτως, τις επιχειρήσεις. Υπάγεται στις ειδικές υποχρεώσεις του εργοδότη (άρθρο 43 ν. 3850/2010). Η πρόσφατη μάλιστα πανδημία κατέστησε αναγκαία την επικαιροποίησή της καθώς νέους, πρωτόγνωρους, κινδύνους καλούμασταν να διαχειριστούμε (όπως επισημάναμε σε προγενέστερη, ήδη από 15.3.20, αρθρογραφία μας-ερ.7ο)
Στην εκπόνηση της Εκτίμησης Επαγγελματικού Κινδύνου είναι δυνατό να προβαίνει: (α) ο Τεχνικός Ασφαλείας, (β) ο Ιατρός Εργασίας, (γ) η ΕΣ.Υ.Π.Π. ή ΕΞ.Υ.Π.Π.
Σκοπός της είναι:
«α) να εντοπισθούν οι πηγές του επαγγελματικού κινδύνου, δηλαδή τι θα μπορούσε να προκαλέσει κινδύνους για την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων,
β) να διαπιστωθεί κατά πόσο και με τι μέτρα μπορούν οι πηγές κινδύνων να εξαλειφθούν ή οι κίνδυνοι αυτοί να αποφευχθούν, και αν αυτό δεν είναι δυνατόν,
γ) να καταγραφούν τα μέτρα πρόληψης που ήδη εφαρμόζονται και να προταθούν αυτά που πρέπει συμπληρωματικά να ληφθούν για τον έλεγχο των κινδύνων και την προστασία των εργαζομένων».
Μεταξύ των σημαντικότερων υποχρεώσεων του Εργοδότη κυρίαρχη θέση κατέχουν η διασφάλιση της ζωής και της υγείας των εργαζομένων του. Υφίσταται επαρκές νομοθετικό πλαίσιο που προσδιορίζει και επαρκώς εξειδικεύει τις υποχρεώσεις του. Όπως και εισαγωγικά αναφέραμε σημαίνουσα, μεταξύ αυτών, θέση κατέχουν ο Τεχνικός Ασφαλείας, ο Ιατρός Εργασίας και η Εκτίμηση Επαγγελματικού Κινδύνου.
Η υποχρέωση απασχόλησης Ιατρού Εργασίας αποτελούσε, μέχρι την έναρξη της πανδημίας, ένα ακόμα -χωρίς αντίκρυσμα- «βάρος» για τη συντριπτική πλειονότητα των υπόχρεων επιχειρήσεων. Οι αγκυλώσεις του υφισταμένου μέχρι τον Μάρτιο του 2020 θεσμικού πλαισίου (που υπέκυπτε σε συγκεκριμένες συντεχνιακές λογικές) συνέτειναν στην αίσθηση του «βάρους».
Τα πράγματα όμως μεταβλήθηκαν. Το θεσμικό πλαίσιο που αφορούσε τους γιατρούς εργασίας απαλλάχθηκε από τα συντεχνιακά βάρη.
Η πανδημία άλλαξε, συνολικά, τη ζωή όλων μας. Ανέδειξε, ακόμα περισσότερο, την αξία των ιατρών εργασίας.
Ήδη απολαμβάνουμε τις υπηρεσίες τους.
Αξίζει περαιτέρω να τις αξιοποιήσουμε.
Ιδίως υπό τις παρούσες συνθήκες.
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, την 1η Νοεμβρίου 2020.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.