Greenwashing/Πρόταση Οδηγίας για Οικολογικούς Ισχυρισμούς: Πρόβλημα, εν τέλει, ή business opportunity; Προσεγγίσαμε, ήδη, την αναγκαιότητα, το πεδίο εφαρμογής και στόχους, τις ασφαλιστικές δικλείδες και μέριμνα για τις μικρότερες επιχειρήσεις της Πρότασης Οδηγίας για τους οικολογικούς ισχυρισμούς (Greenwashing). Απομένει ένα, απολύτως κρίσιμο, ερώτημα να απαντηθεί: θα καταλήξει, άραγε, ένα ελκυστικό ευχολόγιο για την επιχειρηματική κοινότητα, το περιβάλλον και τους Ευρωπαίους καταναλωτές; Ή, μήπως, δαμόκλειο σπάθη για τους παραβάτες; Ή, τέλος, ένα σημαντικό business opportunity για τους (επιχειρηματικά) σώφρονες; Περί αυτών το παρόν.
Η αξιοπιστία των ρητών περιβαλλοντικών ισχυρισμών και σημάτων
Με την υιοθέτηση της συγκεκριμένης πρότασης Οδηγίας και την απαγόρευση προβολής ισχυρισμών που δεν πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια, δεν χωρεί αμφιβολία πως θα βελτιωθεί η αξιοπιστία των πληροφοριών που παρέχονται στους καταναλωτές. Αντίστοιχα, και όσον αφορά τη θέσπιση ελάχιστων κριτηρίων για τα περιβαλλοντικά σήματα, θα αυξηθεί η διαφάνεια και αξιοπιστία τους, θα ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών προς τα προϊόντα που τα φέρουν, θα ενισχυθεί η ζήτησή τους, θα βοηθηθεί η λήψη βιώσιμων επιλογών από μέρους των καταναλωτών. Αυτές τους όμως οι επιλογές και περισσότερο βιώσιμη, εν τέλει, κατανάλωση είναι δεδομένο πως θα έχουν θετικό αντίκτυπο προς το περιβάλλον (μέσω της αγοράς και κατανάλωσης προϊόντων περισσότερο φιλικών προς αυτό)-(Αιτ. Έκθεση-υπό 3.2.2). Θετικό αντίκτυπο -σταδιακά ολοένα και περισσότερο- αναμένεται, με βεβαιότητα, να έχει και σ’ εκείνες από τις επιχειρήσεις που παράγουν τα εν λόγω προϊόντα (έναντι εκείνων που δεν πληρούν τις συγκεκριμένες απαιτήσεις): αύξηση πωλήσεων και, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, μεγεθών.
Ο υγιής ανταγωνισμός
Με την υιοθέτηση της εν λόγω πρότασης Οδηγίας, μια από τις σημαντικότερες συνέπειες θα είναι η προαγωγή των όρων του ισότιμου και υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων: εκείνων που προβάλλουν ρητούς περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς και χρησιμοποιούν αντίστοιχα σήματα. Κι όσον αφορά, ειδικά, τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε περισσότερες χώρες της ΕΕ, θα αποφευχθεί η εφαρμογή μη εναρμονισμένων εθνικών πρακτικών-συχνά βλαπτικών για κείνες που πιστά συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους και υιοθετούν αληθείς περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς και αξιόπιστα σήματα. Θα μειωθεί, εν τέλει, η ανασφάλεια δικαίου και το (συνολικό) κόστος για τις εταιρείες καθώς θα πρέπει να τηρούν παρόμοιους κανόνες εντός της εσωτερικής αγοράς και ενιαίως αποδεκτά σήματα (Αιτ. Έκθεση-υπό 3.2.2).
Οι επιχειρήσεις που «ψαρεύουν στα θολά νερά»
Οι επιχειρήσεις που δεν πληρούν τα κριτήρια που απαιτεί η πρόταση της ανωτέρω Οδηγίας ή προβάλλουν, σήμερα, ψευδείς οικολογικούς ισχυρισμούς, θα βρεθούν σε μειονεκτική θέση. Θα αναγκασθούν να αφαιρέσουν τις σχετικές (αναληθείς ή μη τεκμηριωμένες) αναφορές στα υλικά συσκευασίας, στις καταχωρίσεις, στα φυλλάδιά τους. Καθώς όμως η ενσωμάτωση της εν λόγω Οδηγίας στα εθνικά δίκαια μπορεί να λάβει χώρα εντός 18μήνου και η εφαρμογή των διατάξεών της εντός 24μήνου από τη θέση σε εφαρμογή της, ουσιαστικά δεν μιλάμε για πρόσθετο κόστος αλλά για αναγκαία και όχι οικονομικά επιβαρυμένη προσαρμογή-(Αιτ. Έκθεση-υπό 3.2.2). Επομένως, και σε πρακτικό επίπεδο, οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν ικανό χρονικό διάστημα να βλάπτουν τους καταναλωτές, το περιβάλλον, τον υγιή ανταγωνισμό και τις ανταγωνίστριες επιχειρήσεις που λειτουργούν σεβόμενες τους καταναλωτές και το περιβάλλον. Κι αν, παρά ταύτα, συνεχίσουν να παρανομούν, βαρύς, προβλέπεται, ο πέλεκυς της δικαιοσύνης (των κρατών μελών) επί της κεφαλής αυτών…
Το κόστος της υιοθέτησης ρητών περιβαλλοντικών ισχυρισμών και σημάτων
Εναπόκειται στις επιχειρήσεις να επιλέξουν να συμπεριλάβουν (ή μη) περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς σχετικά με προϊόντα τους (ή τις ίδιες) στις εθελοντικές εμπορικές ανακοινώσεις τους-στο πλαίσιο εμπορικών πρακτικών τους προς τους καταναλωτές. Εφόσον όμως το επιλέξουν, θα υπόκεινται, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια-(αρ. 1) στις ρυθμίσεις και πεδίο εφαρμογής της εν λόγω Πρότασης Οδηγίας.
Τα αξιούμενα να ληφθούν μέτρα για την τεκμηρίωση (αρ. 3 & 4), επαλήθευση, γνωστοποίηση (αρ. 5 & 6), επικαιροποίηση και επαναβεβαίωση των περιβαλλοντικών ισχυρισμών και συγκριτικών όμοιων δημιουργούν νέες αξιώσεις για τις επιχειρήσεις, καθώς και σημαντικά, σχετικά, κόστη. Η υιοθέτηση (των ενιαία, πλέον, αποδεκτών) περιβαλλοντικών σημάτων (αρ. 7) θα επιφέρει, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, αντίστοιχα κόστη για τις επιχειρήσεις. Στο συγκεκριμένο κόστος θα πρέπει να προστεθεί και το κόστος που θα επιβάλλουν οι αρμόδιες εθνικές αρχές για τις διαδικασίες (κατ’ αρ. 10) επαλήθευσης της τεκμηρίωσης και της γνωστοποίησης των προβαλλομένων ρητών περιβαλλοντικών ισχυρισμών («με βάση τις απαιτήσεις των άρθρων 3 έως 7»). Η εν λόγω επαλήθευση, η οποία θα διενεργείται από αρμόδιο ελεγκτή (που πληροί τις προϋποθέσεις του αρ. 11), θα καταλήγει στην έκδοση πιστοποιητικού συμμόρφωσης (§§6-10 αρ. 10)
Το (συνολικό-έμμεσο) κόστος υποβολής αίτησης για σήματα αναμένεται να αυξηθεί. Η αυξημένη εναρμόνιση, όμως, θα επιφέρει, δυνητικά, μείωση των συνολικών επιβαρύνσεών τους: ένα περιβαλλοντικό σήμα πλέον θα αρκεί-περισσότερα, όπως ενδεχομένως σήμερα, δεν θα απαιτούνται.
Η πρόσβαση σε κεφάλαια
Διαπιστώσαμε ήδη, σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, πως οι επιχειρήσεις που θα επιλέξουν να συνεχίσουν να συμμορφώνονται με την ευρωπαϊκή και εθνική νομοθεσία αναφορικά με τα κριτήρια ESG και ειδικά, εν προκειμένω, για το περιβάλλον, θα έχουν βελτιωμένη (κατ’ ελάχιστον) πρόσβαση σε επενδυτικά κεφάλαια και τον τραπεζικό δανεισμό.
Στο πλαίσιο της (και ήδη αναφερθείσας) Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η ΕΕ έθεσε ως βασικό άξονα υλοποίησης το χρηματοπιστωτικό σύστημα, με σκοπό την κινητοποίηση ιδιωτικών ροών κεφαλαίων προς αειφόρες επενδύσεις. Tο ελληνικό τραπεζικό σύστημα κινείται, ήδη, προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ήδη, και από μακρού χρόνου, συναντάμε (στις συμβάσεις χρηματοδότησης) όρους/αξίωση συμμόρφωσης των χρηματοδοτούμενων με ESG κριτήρια. Η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα επιδοτεί με 5% τη χρηματοδότηση επιχειρήσεων που πληρούν ESG κριτήρια-μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας Καινοτομίας και των συνεργαζομένων τραπεζών.
To Σύμφωνο PRI συνιστά μια επενδυτική πρωτοβουλία που προϋποθέτει τη δέσμευση των συμμετεχόντων στα ESG κριτήρια. Τα δημοσιευμένα στοιχεία, των οποίων ήδη γίναμε κοινωνοί, είναι απολύτως εντυπωσιακά: Στη συγκεκριμένη πρωτοβουλία συμμετέχουν, ήδη, 180 επενδυτές που διαχειρίζονται 40τρισ.(!) USD καθώς και 28(!) Οργανισμοί Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας.
Οι απαιτήσεις της Πρότασης Οδηγίας για τους Οικολογικούς Ισχυρισμούς αποδεικνύονται εξαιρετικά υψηλές. Επίσης: πολύ συγκεκριμένες˙ μόνον ως ευχολόγιο δεν θα ήταν δυνατό να χαρακτηριστούν. Δημιουργούν, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, σημαντικές κοστολογικές (και όχι μόνον) επιβαρύνσεις. Πολλαπλάσια, εντούτοις, τα οφέλη, πακτωλός κεφαλαίων και business opportunities για τις επιχειρήσεις που θα επιλέξουν τη συμμόρφωση.
Κι όσον αφορά τις λοιπές;
Οι ανωτέρω απαιτήσεις θα αποδειχθούν, χωρίς αμφιβολία, και εξαιρετικά αυστηρές: ως δαμόκλειος σπάθη θα επικρέμανται οι κυρώσεις επί των επιχειρήσεων που τη μη συμμόρφωσή τους θα επιλέξουν.
Δεν προβλέπεται, δυστυχώς για ‘κείνες, μακροημέρευση.
Γράφει ο Σταύρος Κουμεντάκης Managing Partner Koumentakis and Associates Law Firm
Σημ.: Το άρθρο Greenwashing/Πρόταση Οδηγίας για Οικολογικούς Ισχυρισμούς: Πρόβλημα, εν τέλει, ή business opportunity; αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας. Περισσότερα σχετικά άρθρα μπορείτε να διαβάσετε στην ενότητα ESG και Επιχειρήσεις
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Διαβάστε περισσότερα περί Αποποίηση ευθύνης