Μειοψηφούντες μέτοχοι.
Μέρος Γ΄: Το δικαίωμα του μετόχου Πλειοψηφίας για την εξαγορά μετοχών Μειοψηφίας
1. Προοίμιο
Ενστερνιζόμουν, ανέκαθεν, τη θέση πως «το δίκαιο δεν είναι τίποτα άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού». Θα μπορούσα μάλιστα, πολύ εύκολα, να διεκδικήσω την πατρότητα της συγκεκριμένης ρήσης: (α) αν δεν με είχε προλάβει (είκοσι τέσσερις, μόλις, αιώνες πριν) ο Πλάτωνας στην Πολιτεία-Λόγος Πρώτος (:«φημί γαρ εγώ είναι το δίκαιον ουκ άλλο τι το του κρείττονος ξυμφέρον») και (β) αν το συγκεκριμένο εδάφιο δεν το είχα συναντήσει, κατ’ επανάληψη, στο διαδίκτυο.
Τάδε έφη λοιπόν ο Πλάτωνας κι από τον ρου της ιστορίας αποδεικνύεται πως δεν είχε κι άδικο. Η συγκεκριμένη θέση φαίνεται, μάλιστα, πως έχει γενική ισχύ: στις διακρατικές σχέσεις, στην άσκηση της κρατικής εξουσίας, στις οικογενειακές & προσωπικές σχέσεις και όχι μόνον! Ειδικά όσον αφορά τις ενδοεταιρικές σχέσεις είναι κάτι που αναδεικνύεται, διαχρονικά, στη σχετική νομοθεσία. Θα μπορούσε κάποιος να χρησιμοποιήσει ως παράδειγμα την εξουσία της πλειοψηφίας επί της μειοψηφίας. Χωρίς να παραγνωρίζει κανένας τους περιορισμούς της συγκεκριμένης εξουσίας στο νόμο για τις ανώνυμες εταιρείες διαπιστώνουμε την πολυεπίπεδη αναγνώριση της εξουσίας της πλειοψηφίας.
Η άποψη και θέσεις της μειοψηφίας δεν είναι πάντοτε ελκυστικές. Ενίοτε ούτε και ανεκτές. Ιδίως στις περιπτώσεις όπου η επιχείρηση είναι (μοιάζει να είναι ή προβλέπεται να γίνει) ανθούσα. Καθώς και σ’ εκείνες που η μειοψηφία διεκδικεί τα δικαιώματα που έχει (ή που φαντάζεται πως έχει).
Οι μέτοχοι που ατομικά ή κατά σύμπραξη συγκεντρώνουν κάτι περισσότερο από το 50% έως κάτι λιγότερο από το 95% του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας ουδέν δικαιούνται (ευθέως) να πράξουν αν αξιολογήσουν, κατά την ελεύθερη κρίση τους, πως «καιρός είναι τώρα να ξεφορτωθούμε τους μετόχους μειοψηφίας». Ποικιλοτρόπως είναι δυνατό να κινηθούν είτε σε παρασκηνιακό επίπεδο είτε στα όρια του νόμου. Άμεσα όμως μπορεί ο μέτοχος που συγκεντρώνει ποσοστό ίσο ή μεγαλύτερο από το 95% του μετοχικού κεφαλαίου να ασκήσει τα δικαιώματα που του αναγνωρίζει ο νόμος για τις ανώνυμες εταιρείες (άρθρο 47 ν. 4548/2019).
Αναφερθήκαμε ήδη στην (καλυπτόμενη από το νόμο) αξίωση του μετόχου μειοψηφίας να εξαγοράσει η εταιρεία ή, κατά περίπτωση, ο μέτοχος πλειοψηφίας τις μετοχές του καθώς και στις σχετικές προϋποθέσεις και διαδικασία (δείτε τα σχετικά άρθρα “Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Α΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από την Α.Ε.” και “Μειοψηφούντες μέτοχοι. Μέρος Β΄: Η αξίωση εξαγοράς των μετοχών τους από τον μέτοχο πλειοψηφίας“). Στην προκειμένη περίπτωση θα μας απασχολήσει η υποχρέωση του μετόχου μειοψηφίας να ανεχθεί την εξαγορά των μετοχών του από τον μέτοχο πλειοψηφίας-στη διεθνή ορολογία squeeze out. Και τούτο κατ’ απόκλιση (και εν προκειμένω) της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων (κατ’ άρθρο 361 ΑΚ) αλλά και της οικονομικής ελευθερίας που προσδιορίζεται από τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος.
2. Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου για την εξαγορά μετοχών μειοψηφίας
2.1 Η προϋπόθεση της ιδιοκτησίας του 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου
Στις περιπτώσεις των μη εισηγμένων εταιρειών (καθώς για τις εισηγμένες ισχύουν, κατά βάση, οι ρυθμίσεις για τη δημόσια πρόταση αγοράς κινητών αξιών και επικουρικά εκείνες του νόμου για τις ανώνυμες εταιρείες) η πρώτη, καθοριστική, προϋπόθεση αναφέρεται στο ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου του πλειοψηφούντος μετόχου. Η ρύθμιση του νόμου για τις Α.Ε. (άρθρο 47 παρ. 1 ν. 4548/2018) αναφέρεται στον μέτοχο που συγκεντρώνει, κατ’ ελάχιστον, ποσοστό 95% του μετοχικού κεφαλαίου. Εκ περισσού διευκρινίζεται πως το ποσοστό του πλειοψηφούντος μετόχου λογίζεται με βάση την ονομαστική αξία των μετοχών του επί του (συνολικού) μετοχικού κεφαλαίου. Δεν έχει σημασία αν κάποιος μέτοχος διαθέτει το 95% ή περισσότερο των κοινών ή προνομιούχων μετοχών καθώς καθοριστικό στοιχείο αναδεικνύεται η ποσοστιαία συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας.
2.2 Η προϋπόθεση της συγκέντρωσης του 95% σε έναν μέτοχο.
Το δικαίωμα της απόκτησης των μετοχών του μειοψηφούντος μετόχου ανήκει στον μέτοχο που έχει συγκεντρώσει ποσοστό 95% και πλέον-μετά τη σύσταση της ανώνυμης εταιρείας. Στην περίπτωση όμως που ο εξ αρχής πλειοψηφών μέτοχος (από την ίδρυση, ακόμα, της ανώνυμης εταιρείας) κάλυψε ποσοστό 95% τουλάχιστον του μετοχικού κεφαλαίου δεν του αναγνωρίζεται το δικαίωμα να κινηθεί με βάση τη συγκεκριμένη διάταξη. Με άλλα λόγια: ο εξ αρχής μέτοχος-κάτοχος ποσοστού 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας δεν δικαιούται, οποιαδήποτε χρονική στιγμή στο μέλλον, να αξιώσει την εξαγορά μετοχών μειοψηφίας.
Είναι σημαντικό να τονισθεί πως η συγκεκριμένη διάταξη αναφέρεται ρητά στο δικαίωμα του ενός, μόνον, πλειοψηφούντος μετόχου. Επομένως θα πρέπει να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο της (ευκαιριακής ή περισσότερο μόνιμης) σύμπραξης περισσοτέρων μετόχων για τη συγκέντρωση ποσοστού 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου με σκοπό την άσκηση του δικαιώματος εξαγοράς των μετοχών των υπολοίπων, μειοψηφούντων, μετόχων.
Αν ανατρέξουμε στην ακριβώς «αντίπερα όχθη» δεν θα συναντήσουμε αντίστοιχη ρύθμιση: ο μέτοχος μειοψηφίας ο οποίος έχει στην κυριότητά του ποσοστό μικρότερο του 5% του μετοχικού κεφαλαίου δικαιούται (άρθρο 46 παρ. 1) να αξιώσει από τον μέτοχο που συγκεντρώνει το 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου την εξαγορά των μετοχών του. Είδαμε όμως στο σχετικό άρθρο πως στο ποσοστό του πλειοψηφούντος μετόχου προσμετρώνται τα ποσοστά διαφόρων φυσικών και νομικών προσώπων (ανιόντες, κατιόντες, σύζυγοι, συγκατοικούντες σύντροφοι, συνδεδεμένα νομικά πρόσωπα). Στην εξεταζόμενη όμως περίπτωση ο νόμος αξιώνει ένας, μόνον, να είναι ο μέτοχος που συγκεντρώνει το 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου.
Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί πως αν αναφερόμαστε σε νομικό πρόσωπο (λ.χ. εταιρεία holding ή άλλης μορφής πολυμετοχικό σχήμα) η οποία διαθέτει το 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου ένας θα πρέπει να λογίζεται ο μέτοχος, ανεξάρτητα από τον αριθμό των μετόχων-εταίρων του. Αντίστοιχα, θα πρέπει να προσμετρήσουμε στις μετοχές που κατά κυριότητα ανήκουν σε συγκεκριμένο μέτοχο κι εκείνες που του έχουν μεταβιβασθεί με άλλο τρόπο (λ.χ. καταπιστευματικά).
2.3 Προθεσμία
Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου (του κατέχοντος ποσοστό 95% και πλέον του μετοχικού κεφαλαίου) για την άσκηση του δικαιώματός του από τη συγκεκριμένη διάταξη, υπόκειται σε πενταετή αποσβεστική προθεσμία. Χρόνος έναρξης της συγκεκριμένης προθεσμίας είναι ο χρόνος απόκτησης ή, κατά περίπτωση, υπέρβασης του 95% του μετοχικού κεφαλαίου από τον μέτοχο πλειοψηφίας. Μετά την παρέλευση της συγκεκριμένης πενταετούς προθεσμίας, ο προαναφερθείς μέτοχος πλειοψηφίας ουδέν δικαιούται να πράξει για την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων μετόχων.
Εκ περισσού σημειώνεται πως ο νόμος δεν επιβάλει στον πλειοψηφούντα μέτοχο τη γνωστοποίηση (του χρόνου έναρξης της συγκεκριμένης προθεσμίας, δηλ.) της απόκτησης ή υπέρβασης του ποσοστού του 95% του μετοχικού κεφαλαίου.
2.4 Η δικαστική απόφαση και η σχετική πραγματογνωμοσύνη
Το αίτημα του μετόχου πλειοψηφίας για την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων αξιολογείται από το αρμόδιο Δικαστήριο κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (άρθρο 47 παρ. 2). Το τελευταίο είναι που θα κρίνει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος. Εφόσον η σχετική αίτηση γίνει αποδεκτή, το Δικαστήριο ορίζει το δίκαιο και εύλογο τίμημα (:αντάλλαγμα της εξαγοράς των μετοχών του μειοψηφούντος). Για τον προσδιορισμό του τιμήματος θα ληφθεί υπόψη, αυτονοήτως, η αξία της εταιρείας-συνολικά. Σχετικά με το θέμα αυτό ο αιτών μέτοχος πλειοψηφίας υποβάλλει στο δικαστήριο πραγματογνωμοσύνη που, κατά κανόνα, διενεργείται (άρθρο 47 παρ. 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 17 παρ. 3) από δύο ορκωτούς ελεγκτές-λογιστές ή μία ελεγκτική εταιρεία. Στους πραγματογνώμονες παρέχεται κάθε αναγκαίο οικονομικό στοιχείο από το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας. Η συγκεκριμένη πραγματογνωμοσύνη όμως, παρ’ ότι από το νόμο υποχρεωτική η υποβολή της, δεν αναδεικνύεται ως δεσμευτική για το δικαστήριο.
2.5 Η κατάθεση του ανταλλάγματος σε Πιστωτικό Ίδρυμα
Μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης και την ενδεχόμενη αποδοχή της αίτησης του πλειοψηφούντος μετόχου, ο τελευταίος υποχρεούται να καταθέσει το αντάλλαγμα που ορίσθηκε ως αναλογούν σε Πιστωτικό Ίδρυμα υπέρ των μειοψηφούντων μετόχων. Η καταβολή προς τους τελευταίους θα λάβει χώρα ύστερα από επιβεβαίωση της νομιμοποίησής τους. Σε περίπτωση όμως που παρέλθει εξάμηνο από τον χρόνο της κατάθεσης στο Πιστωτικό Ίδρυμα, το τελευταίο διατηρεί το δικαίωμα να μεταφέρει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το μη αναληφθέν τμήμα του παρακατατεθέντος ποσού.
2.6 Η Δημόσια Δήλωση
Η άσκηση του δικαιώματος του μετόχου πλειοψηφίας για την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων μετόχων λαμβάνει χώρα με δημόσια δήλωσή του (στο ΓΕΜΗ). Η συγκεκριμένη δημόσια δήλωση, κατά βάση, περιλαμβάνει (άρθρο 47 παρ. 4):
(α) Τα στοιχεία της εταιρείας και του πλειοψηφούντος μετόχου καθώς και το ποσοστό που τελευταίος κατέχει στην εταιρεία,
(β) Τα στοιχεία και το περιεχόμενο της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης της σχετικής με το θέμα της εξαγοράς.
(γ) Τα στοιχεία του Πιστωτικού Ιδρύματος στο οποίο έχει γίνει η παρακατάθεση του ανταλλάγματος που ορίσθηκε από την εκδοθείσα δικαστική απόφαση καθώς και
(δ) Τις τυχόν προϋποθέσεις για την ανάληψη του ανταλλάγματος από τους μετόχους μειοψηφίας.
2.7 Η υποχρέωση του μετόχου πλειοψηφίας για δημόσια δήλωση ή ατομική ειδοποίηση των μετόχων μειοψηφίας.
Η μεταβίβαση των μετοχών από τους μετόχους μειοψηφίας δεν χρειάζεται, στην περίπτωση αυτή, οποιαδήποτε σύμβαση. Η συγκεκριμένη μεταβίβαση ολοκληρώνεται με δύο, εναλλακτικά, τρόπους. Η επιλογή εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του μετόχου πλειοψηφίας. Συγκεκριμένα:
(α) Η προαναφερθείσα (υπό 2.6) δήλωση του μετόχου πλειοψηφίας υποβάλλεται σε δημοσιότητα (άρθρο 47 παρ. 4). Από την ημερομηνία της δημοσίευσης (στο ΓΕΜΗ) οι μετοχές περιέρχονται, αυτοδικαίως, στον μέτοχο πλειοψηφίας. Το μόνο δικαίωμα που διατηρεί ο μέτοχος μειοψηφίας από τις μετοχές του, μετά τη συγκεκριμένη δημοσίευση, είναι να αναλάβει το αντάλλαγμα για την εξαγορά τους-όπως αυτό προσδιορίστηκε από την εκδοθείσα δικαστική απόφαση.
(β) Η δημοσιότητα της εν λόγω (υπό α) δήλωσης μπορεί να αντικατασταθεί από ατομικές γνωστοποιήσεις του μετόχου πλειοψηφίας προς έναν έκαστο των μετόχων μειοψηφίας (επιδιδόμενες, ασφαλέστερα, με δικαστικό επιμελητή). Η αυτοδίκαιη μεταβίβαση των μετοχών των τελευταίων λαμβάνει χώρα μετά τη δεύτερη ατομική γνωστοποίηση προς τον μέτοχο μειοψηφίας (η οποία δεν θα απέχει περισσότερες από δεκαπέντε ημέρες από την πρώτη). Απαιτείται όμως και τρίτη ατομική γνωστοποίηση προς τον μέτοχο μειοψηφίας με την επίκληση των στοιχείων των δύο πρώτων.
2.8 Είναι δυνατή η καθυστέρηση της εκτέλεσης της απόφασης για την εξαγορά μετοχών μειοψηφίας;
Με ρητή διάταξη του νόμου (άρθρο 47 παρ. 7) αποσαφηνίζεται πως δεν είναι δυνατή η καθυστέρηση της εκτέλεσης της απόφασης, η οποία κάνει αποδεκτή την αίτηση του μετόχου πλειοψηφίας. Τυχόν άσκηση ενδίκων μέσων, αιτήσεως ανάκλησης, μεταρρύθμισης ή τριτανακοπής δεν είναι δυνατό να δημιουργήσει κώλυμα ή χρονική υστέρηση στη μεταβίβαση των μετοχών στον πλειοψηφούντα με το αντάλλαγμα που ορίσθηκε για την εξαγορά.
3. Εν κατακλείδι
Μίλησε ήδη ο Πλάτωνας, κατά τα εισαγωγικώς αναφερόμενα, για το συμφέρον του ισχυρού και την προστασία που του επιφυλάσσει το δίκαιο. Δεν χρειάζεται και εδώ να επαναλάβω τη σχετική του θέση.
Είναι αλήθεια πως η δυνατότητα που αναγνωρίζεται στον μέτοχο πλειοψηφίας (που διαθέτει ποσοστό τουλάχιστον 95% του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας) για την εξαγορά των μετοχών της εναπομένουσας μειοψηφίας κινείται, προεχόντως, προς την κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των δικών συμφερόντων.
Το πιθανότερο όμως είναι πως και τα δικαιώματα και αξιώσεις των μειοψηφούντων ικανοποιεί. Και τούτο γιατί παρέχει στους μειοψηφούντες αντάλλαγμα (κατά τεκμήριο δίκαιο) για μετοχές (α) με περιορισμένα δικαιώματα, (β) οι οποίες το πιθανότερο θα ήταν δυνατό να εκποιηθούν μόνον προς τον πλειοψηφούντα και ύστερα από δικαστικό εξαναγκασμό του-με έξοδα όμως των μειοψηφούντων.
Η συγκεκριμένη διαδικασία θα πρέπει να αποδεχθούμε, ως πιθανότερη εκδοχή, πως θα έχει θετικά αποτελέσματα και για την ανώνυμη εταιρεία την οποία αφορά. Η αποκατάσταση της τυχόν διαρραγείσας ενότητας και ηρεμίας μεταξύ των μετόχων δεν είναι δυνατό να έχει αρνητικά αποτελέσματα στην επίτευξη του εταιρικού σκοπού.
Ας μη έχουμε όμως ψευδαισθήσεις: η εμπειρία έχει δείξει πως η μειοψηφία αξιολογείται, κατά κανόνα, ως ενοχλητική. Δεν χρειάζονται μάλιστα συγκροτημένες ενέργειες από μέρους της για να εισέλθει στον χώρο της ενόχλησης. Η διατύπωση μιας διαφορετικής, έστω, άποψης θα ήταν αρκετή για να εισπράξει μια τέτοια αξιολόγηση από τον πλειοψηφούντα. Προς εκατονταετίας εξάλλου, στη Δίκη του ο Κάφκα διατύπωσε, ενδεχομένως με τρόπο ωμό, την πραγματικότητα «ο καθένας έχει το δικαίωμα να έχει τη δική του άποψη αρκεί να συμφωνεί με τη δική μου»:-λιγότερο ή περισσότερο αφορά τον καθένα μας.
Με ασφάλεια λοιπόν μπορούμε να συμπεράνουμε πως η συγκεκριμένη διάταξη είναι μία από τις ασφαλείς οδούς που (κατά νόμο) δικαιούται ο μέτοχος πλειοψηφίας να βαδίσει για την απαλλαγή του από τους διαφορετική άποψη έχοντες αλλά και την εδραίωση της μονοκρατορίας του!
Σταύρος Κουμεντάκης
Senior Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση αυτού του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 19 Μαΐου 2019.