Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας αναφερθήκαμε στο δικαίωμα της μειοψηφίας να ζητήσει την εξαγορά των μετοχών της από την ΑΕ (άρθρο 45 ν. 4548/2018). Μας απασχόλησε, επίσης, το αντίστοιχο δικαίωμα της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας (άρθρο 46 ν. 4548/2018).
Στο παρόν, θα μας απασχολήσει το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου να αξιώσει την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων. Το δικαίωμα αυτό ρυθμίζεται στο άρθρο 47 ν. 4548/2018, κατά τρόπο όμοιο σε σχέση με το προϊσχύσαν άρθρο 49γ κ.ν. 2190/1920.
Έννοια
Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου (95%+ του μετοχικού κεφαλαίου) για εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων (έως 5% του μετοχικού κεφαλαίου) συνιστά δικαίωμα αποκλεισμού από την ΑΕ των μετόχων μειοψηφίας, έναντι ανταλλάγματος (:«squeeze out» ή «freeze out»). Πρόκειται για την αντίστροφη περίπτωση του δικαιώματος της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας, που ήδη αναλύσαμε.
Τις μετοχές αποκτά υποχρεωτικά, σε περίπτωση ευδοκίμησης της σχετικής δικαστικής διαδικασίας, ο πλειοψηφών μέτοχος (:95%+ του μετοχικού κεφαλαίου)˙ o τελευταίος, μάλιστα, θα οφείλει και το αντάλλαγμα/τίμημα που, δικαστικά, θα οριστεί.
Σκοπός
Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς προασπίζει, κατά κύριο λόγο, τα συμφέροντα του φορέα του-πλειοψηφούντος μετόχου. Δεν απαιτείται επίκληση συγκεκριμένου λόγου από μέρους του τελευταίου: είναι απολύτως αδιάφορος στην προκειμένη περίπτωση. Αρκούν συγκεκριμένοι συσχετισμοί μειοψηφίας/πλειοψηφίας και η δικαστική διάγνωση των, κατά νόμο, προϋποθέσεων.
Με την άσκηση του εν λόγω δικαιώματος, ο πλειοψηφών μέτοχος αποκτά τον πλήρη έλεγχο της ΑΕ, εξοβελίζοντας τους (μικρο)μετόχους μειοψηφίας. «Ενός», κατά κυριολεξία, «ανδρός αρχή». Μέσω της άσκησης του συγκεκριμένου δικαιώματός του ο πλειοψηφών επιτυγχάνει να αποδεσμευτεί από ασήμαντες ποσοστιαία αλλά, συχνά, ενοχλητικές μειοψηφίες. Από την άλλη, οι μειοψηφούντες μέτοχοι, σε αντίθεση με το άρθρο 46, δεν επιλέγουν την έξοδό τους: αποκλείονται έναντι, έστω, ευλόγου ανταλλάγματος.
Η συγκέντρωση, πάντως, του συνόλου των μετοχών σε ένα (φυσικό ή νομικό) πρόσωπο) είναι ενδεχόμενο να είναι προβληματική σε ουσιαστικό και, ιδίως, νομικό επίπεδο˙ ενδεχομένως, όμως, να είναι και, υπό προϋποθέσεις, μόνον επωφελής ή/και λυτρωτική. Σε κάθε περίπτωση: εναπόκειται στον μόνο ή κατέχοντα συντριπτική πλειοψηφία μέτοχο της ΑΕ το δικαίωμα της επιλογής. Διατηρεί εκείνος, σε κάθε περίπτωση, το δικαίωμα να επιτρέψει την είσοδο νέων μετόχων που ο ίδιος θα επιλέξει.
Δημόσια Πρόταση (; )
Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου να αξιώσει την εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων ισχύει και επί εισηγμένων. Με την επιφύλαξη, πάντως (άρ. 47 §1), των διατάξεων και διαδικασίας σχετικά με την υποβολή δημόσιας πρότασης για την αγορά κινητών αξιών (άρ. 27 ν. 3461/2006). Οι τελευταίες, ως ειδικότερες, ορθότερο είναι να θεωρηθεί ότι αποκτούν προβάδισμα εφαρμογής. Αποκλείεται, άλλωστε, η παράλληλη εφαρμογή τους καθώς απαιτούν την πλήρωση διαφορετικών προϋποθέσεων. Στο παρόν, πάντως, αποκλειστικά θα περιοριστούμε στις προϋποθέσεις του άρθρου 47-στις μη εισηγμένες, δηλαδή, ΑΕ.
Ποσοστά Πλειοψηφούντος & Μειοψηφούντων
Το 95%+ ποσοστό του πλειοψηφούντος
Η διαμόρφωση του 95%+ ποσοστού
Ο φορέας του δικαιώματος εξαγοράς μέτοχος θα πρέπει να συγκεντρώνει ο ίδιος, κατά κυριότητα, ποσοστό, τουλάχιστον, 95% του συνολικού (αναληφθέντος και όχι, κατ’ ανάγκη, καταβεβλημένου) μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Αδιάφορο παραμένει το είδος των μετοχών που αυτός κατέχει (λ.χ. κοινές ή προνομιούχες). Το προαναφερόμενο ποσοστό απαιτείται κατά τον χρόνο άσκησης του σχετικού δικαιώματος.
Σημειώνεται πάντως ότι η συγκέντρωση του εν λόγω, αυξημένου, ποσοστού από τον πλειοψηφούντα θα πρέπει να έχει λάβει χώρα σε χρόνο μεταγενέστερο του χρόνου ίδρυσης της ΑΕ. Η συγκεκριμένη νομοθετική επιλογή φαντάζει εύλογη. Ο μέτοχος που αποκτά κατά την ίδρυση το ανωτέρω αυξημένο ποσοστό (95%+) έχει, εξαρχής, αποδεχτεί τις μετοχικές ισορροπίες της ΑΕ: τη «συνύπαρξή» του, δηλ., με τη μειοψηφία. Δεν του αναγνωρίζεται, επομένως, άξιο προστασίας δικαίωμα εξαγοράς.
Γίνεται δεκτό, ωστόσο, ότι το εν λόγω δικαίωμα ασκείται και στην περίπτωση που ο πλειοψηφών μέτοχος κατείχε, κατά την ίδρυση, ποσοστό μεγαλύτερο από 95%, έπειτα μειώθηκε κάτω από αυτό μεταβιβάζοντας μετοχές του και, εκ νέου, το υπερέβη.
Ο συνυπολογισμός στο 95%+
Σε αντίθεση με το δικαίωμα της μειοψηφίας για εξαγορά των μετοχών της από τον μέτοχο πλειοψηφίας (άρ. 46), δεν υπάρχει δυνατότητα συνυπολογισμού μετοχών άλλων μετόχων στην περίπτωση που εξετάζουμε. Ακόμα κι αν πρόκειται για συνδεδεμένες επιχειρήσεις του πλειοψηφούντος ή για στενά μέλη της οικογένειάς του. Τούτο προκύπτει από το γράμμα του νόμου και συνιστά προστατευτικότερη για τη μειοψηφία ερμηνεία. Υποστηρίζεται, ωστόσο-από μερίδα της θεωρίας, η αναλογική εφαρμογή της πρόβλεψης για συνυπολογισμό του άρθρου 46.
Αξιολογούνται, τέλος, ως αδιάφορα και τα, υπό τον έλεγχο του πλειοψηφούντος, δικαιώματα ψήφου-στη βάση εξωεταιρικών συμφωνιών.
Το (έως) 5% ποσοστό των μειοψηφούντων
Όσον αφορά το (έως) 5% ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου που πρέπει να κατέχεται από τη μειοψηφία, δεν απαιτείται να ανήκει, κατ’ αποκλειστικότητα, σε έναν μέτοχο. Ωστόσο, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης ρύθμισης και διαδικασίας-εφόσον υπάρχουν περισσοτέροι μειοψηφούντες μέτοχοι, υποχρεούται ο πλειοψηφών να ασκήσει το δικαίωμα εξαγοράς, έναντι του συνόλου αυτών. Η δυνατότητα εξαγοράς συγκεκριμένων, μόνον και κατ’ επιλογήν του, μετοχών των μειοψηφούντων πρέπει να αποκλειστεί.
Σημειώνεται, πάντως, πως στο (έως) 5% ποσοστό της μειοψηφίας, που είναι δυνατό να εξαγορασθεί, υπάγονται και οι μετοχές των συνδεδεμένων επιχειρήσεων και των συγγενικών προσώπων του πλειοψηφούντος. (Αυτό βέβαια στην περίπτωση που δεν γίνει δεκτός, κατά την ορθότερη άποψη, ο συνυπολογισμός των μετοχών των συγκεκριμένων προσώπων σ’ εκείνες του πλειοψηφούντος).
Προθεσμία Άσκησης
Ο ενεργητικά νομιμοποιούμενος-πλειοψηφών μέτοχος έχει το δικαίωμα να επιδιώξει δικαστικά την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας μέσα σε αποκλειστική αποσβεστική προθεσμία πέντε ετών (αρ. 47 § 1, εδ. β’). Εκκινεί η συγκεκριμένη προθεσμία με την από μέρους του απόκτηση της κυριότητας μετοχών με τις οποίες υπερβαίνει το 95% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕ. Τυχόν αντίθετη καταστατική ρύθμιση ως προς την προθεσμία είναι άκυρη, δεδομένου του αναγκαστικού χαρακτήρα της συγκεκριμένης ρύθμισης.
Με την άπρακτη παρέλευση της συγκεκριμένης πενταετίας, ο πλειοψηφών μέτοχος χάνει, οριστικά, τη δυνατότητα να αιτηθεί την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας.
Η Άσκηση Του Δικαιώματος Εξαγοράς
Το συγκεκριμένο δικαίωμα εξαγοράς ασκείται με αίτηση του πλειοψηφούντος μετόχου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της ΑΕ. Το τελευταίο αποφαίνεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας (739επ ΚΠολΔικ).
Η αίτηση εξαγοράς αφορά, όπως ήδη επισημάνθηκε, το σύνολο των μετοχών της μειοψηφίας. Ωστόσο, δεδομένης της εκούσιας διαδικασίας, η δίκη δεν διεξάγεται κατ’ αντιδικία με τους μειοψηφούντες. Οι τελευταίοι καθίστανται διάδικοι εφόσον ασκήσουν παρέμβαση.
Ο πλειοψηφών μέτοχος υποχρεούται σε συνυποβολή (μη δεσμευτικής για το δικαστήριο) έκθεσης πραγματογνωμοσύνης. Η έκθεση συντάσσεται από δύο ορκωτούς ελεγκτές ή μία ελεγκτική εταιρεία. Σκοπός της εν λόγω έκθεσης είναι η διαμόρφωση εικόνας επί της περιουσιακής κατάστασης και αξίας της εταιρείας βάσει στοιχείων που υποχρεωτικά εισφέρει το ΔΣ της ΑΕ (αρ. 47 § 2).
Εφόσον η αίτηση γίνει δεκτή, το δικαστήριο προσδιορίζει το αντάλλαγμα της εξαγοράς. Το αντάλλαγμα πρέπει να είναι δίκαιο και εύλογο.
Η δικαστική απόφαση που εκδίδεται είναι αναγνωριστική ως προς το σκέλος που αφορά τη διάγνωση του σχετικού δικαιώματος. Ισχύει δε έναντι όλων (erga omnes). Δεσμεύει, ως εκ τούτου, και τους μειοψηφούντες που δεν επέλεξαν να συμμετάσχουν στη δίκη, ασκώντας παρέμβαση. Η δεσμευτική ισχύς της δικαστικής απόφασης που θα εκδοθεί εκτείνεται έως τη διαπίστωση του δικαιώματος εξαγοράς και του ύψους του ανταλλάγματος.
Η Καταβολή Του Ανταλλάγματος
Εφόσον η αίτηση του πλειοψηφούντος μετόχου γίνει δεκτή, ακολουθεί η υποχρεωτική, εκ μέρους του, κατάθεση του ανταλλάγματος σε πιστωτικό ίδρυμα (άρ. 47 §3). Η κατάθεση πραγματοποιείται αποκλειστικά σε μετρητά, προκειμένου το αντάλλαγμα να είναι ορισμένο και αμετάβλητο. Με τη ρύθμιση αυτή ο νομοθέτης αποσκοπεί στην πρόληψη τυχόν φαινομένου αφερεγγυότητας του πλειοψηφούντος. Η νομική φύση της εν λόγω σύμβασης κατάθεσης είναι, κατά την κρατούσα άποψη, αυτή της ανώμαλης παρακαταθήκης. Ο πλειοψηφών προσκομίζει, με την κατάθεση-υποχρεωτικά, τη δικαστική απόφαση και αντίγραφο της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης.
Με την κατάθεση των μετρητών δημιουργείται γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου˙ υπέρ των μειοψηφούντων, δηλ., μετόχων. Οι τελευταίοι αποκτούν, έτσι, άμεση αξίωση έναντι του πιστωτικού ιδρύματος για καταβολή του ποσού του τιμήματος, που τους αναλογεί. Η αξίωσή τους παραγράφεται ύστερα από εικοσαετία (αρ. 249 ΑΚ, αρ. 268 ΑΚ). Το πιστωτικό ίδρυμα, πριν προβεί σε καταβολή, υποχρεούται σε εξακρίβωση της νομιμοποίησης της μειοψηφίας.
Η κατάθεση του ανταλλάγματος από τον πλειοψηφούντα δεν είναι δυνατό να ανακληθεί. Αναγκαίο, επομένως, να πραγματοποιηθεί αφότου επέλθει τελεσιδικία της δικαστικής απόφασης.
Τυχόν άρνηση ανάληψης του τιμήματος από τους μειοψηφούντες δεν αποτρέπει την εξαγορά. Μόνο δικαίωμά τους αποτελεί η δικαστική προσβολή της απόφασης ως προς το ύψος του ανταλλάγματος.
Το πιστωτικό ίδρυμα είναι δυνατό να παρακαταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων το μέρος του ανταλλάγματος που δεν αναζητήθηκε εντός έξι μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης.
Η Δημόσια Δήλωση
Συστατικής φύσης προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος του πλειοψηφούντος μετόχου για την εξαγορά των μετοχών της μειοψηφίας συνιστά η δημόσια δήλωση βούλησής του. Πρόκειται, συγκεκριμένα, για μονομερή άσκηση διαπλαστικού δικαιώματος. Το περιεχόμενο της δήλωσης αυτής προσδιορίζεται, ρητά στο νόμο και πρέπει να περιλαμβάνει (αρ. 47 § 4):
(α) την επωνυμία της ΑΕ, τα στοιχεία του πλειοψηφούντος και το ποσοστό του στην ΑΕ,
(β) τα στοιχεία και το περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης για τη διαπίστωση των προϋποθέσεων άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς και τον προσδιορισμό του ανταλλάγματος,
(γ) τα στοιχεία του πιστωτικού ιδρύματος, όπου κατατέθηκε το αντάλλαγμα. Επίσης, τυχόν προϋποθέσεις για την είσπραξη του. Τέλος, πρέπει να επισημαίνεται, ιδιαίτερα, η δυνατότητα του πιστωτικού ιδρύματος να παρακαταθέσει το αντάλλαγμα στο ΤΠΔ.
Τα έννομα αποτελέσματα της δήλωσης επέρχονται με τη δημοσίευσή της στο Γ.Ε.Μ.Η. (αρ. 47 §5). Η δημοσίευση αυτή επέχει, κατ’ ουσίαν, θέση κοινοποίησης της απευθυντέας δήλωσης.
Με τη συγκεκριμένη δημοσίευση συντελείται, αυτοδικαίως, η μεταβίβαση των μετοχών της μειοψηφίας στον πλειοψηφούντα μέτοχο. Προϋπόθεση αποτελεί η εγγραφή των ονομαστικών μετοχών στο βιβλίο μετόχων (40 §2). Ωστόσο, ως προς τις άυλες μετοχές, η μεταβίβασή τους γίνεται μέσω λογαριασμών αξιών (41 §3).
Δεν απαιτείται, επομένως, η υλική πράξη της παράδοσης των τυχόν υφιστάμενων μετοχικών τίτλων ούτε η σύναψη οποιασδήποτε σύμβασης μεταξύ των εμπλεκομένων.
Το δικαίωμα είσπραξης του παρακατατεθειμένου ανταλλάγματος από τους μειοψηφούντες μετόχους εξαρτάται από τη δημοσίευση της ανωτέρω δήλωσης. Σε κάθε περίπτωση, η παράδοση των μετοχικών τους τίτλων, εφόσον υπάρχουν, προηγείται της είσπραξης. Η μεταβίβαση των μετοχών, ωστόσο, επέρχεται ανεξάρτητα από την είσπραξη.
Η Ατομική Γνωστοποίηση
Στην περίπτωση που τα στοιχεία των μετόχων της μειοψηφίας είναι γνωστά στον πλειοψηφούντα, είναι δυνατή η παράκαμψη της διαδικασίας δημόσιας δήλωσης. Ο πλειοψηφών διατηρεί το δικαίωμα, στην περίπτωση αυτή, να προβεί σε προσωπικές και ξεχωριστές ειδοποιήσεις μέσω δικαστικού επιμελητή ή με αποστολή συστημένης επιστολής (αρ. 47 § 6).
Σε αντίθεση με τη δημόσια δήλωση, η δημοσίευση των γνωστοποιήσεων στο Γ.Ε.Μ.Η δεν είναι, στην περίπτωση της ατομικής γνωστοποίησης, υποχρεωτική. Η μεταβίβαση των μετοχών επέρχεται μετά και την τελευταία γνωστοποίηση, η οποία είναι υποχρεωτικό να μην απέχει περισσότερες από δεκαπέντε ημέρες από τη συντέλεση της πρώτης. Σε περίπτωση αποστολής συστημένης επιστολής, ως χρόνος μεταβίβασης λογίζεται ο χρόνος αποστολής της και όχι ο χρόνος παραλαβής.
Εκτέλεση Της Απόφασης
Η εκτέλεση της απόφασης και συνεπεία αυτής, η μεταβίβαση των μετοχών δεν κωλύεται από τυχόν άσκηση ενδίκων μέσων, αίτησης ανάκλησης ή μεταρρύθμισης ή τριτανακοπής κατά της πρώτης. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, τυχόν αξίωση αποζημίωσης δεν αποκλείεται (άρ. 47 §7).
Το δικαίωμα του πλειοψηφούντος μετόχου ΑΕ (ιδιοκτήτη μετοχών του 95%+ του μετοχικού της κεφαλαίου) για αναγκαστική εξαγορά των μετοχών των μειοψηφούντων, είναι πρόδηλο πως τα συμφέροντα του πρώτου εξυπηρετεί. Και τα συμφέροντα, όμως, της ίδιας της εταιρείας εξυπηρετούνται και προάγονται: απαλλάσσεται από εσωτερικές έριδες και «εν ενί πνεύματι» οδηγείται στην επίτευξη του εταιρικού σκοπού. Και τα συμφέροντα, τέλος, του ίδιου του μειοψηφούντος εξυπηρετούνται˙ διαθέτοντας ένα τέτοιο ελάχιστο ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕ (<5%) απολαμβάνει απολύτως περιορισμένα δικαιώματα και προστασία από το νόμο. Η αποχώρησή του, επομένως, από την ΑΕ, έναντι αξιόχρεου ανταλλάγματος, δεν θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί (κατά κανόνα) βλαπτική για τον ίδιο.
Μετοχές πάντως της ΑΕ δεν αποκτούν μόνον οι μέτοχοι˙ δικαιούται και η ίδια η ΑΕ να αποκτήσει δικές της (:«ίδιες»). Περί αυτών, όμως, επόμενη αρθρογραφία μας.-
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 21 Αυγούστου 2022.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.