Ακυρότητα Αποφάσεων ΓΣ: Προθεσμίες, Δικαστική Απόφαση, Ίαση, Δημοσιότητα
(άρθρο 138 §§ 4, 5, 6, 8)
Μας απασχόλησε, ήδη, η ακυρότητα των αποφάσεων της Γενικής Συνέλευσης: με τους λόγους ακυρότητας τυχόν απόφασης της ΓΣ, με την προβολή της και τα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να την προβάλλουν. Θα μας απασχολήσουν, εδώ, τα λοιπά σχετικά/σημαντικά ζητήματα. Μεταξύ αυτών: η προθεσμία και οι χρονικοί περιορισμοί στην προβολή της ακυρότητας καθώς και η δυνατότητα ίασής της. Επίσης, η ενέργεια της δικαστικής απόφασης επί αναγνωριστικής αγωγής της ακυρότητας και η προστασία των καλόπιστων τρίτων. Η δημοσιότητα στην οποία υποβάλλονται η αγωγή ακυρότητας και οι σχετικές δικαστικές αποφάσεις. Τέλος, η δυνατότητα επανάληψης της άκυρης απόφασης.
Προθεσμία Προβολής Ακυρότητας
Κατά παρέκκλιση από την απρόθεσμη δυνατότητα προβολής της ακυρότητας των δικαιοπραξιών (:άρ. 180 ΑΚ), ο νομοθέτης (όπως και υπό το προϊσχύσαν καθεστώς) θέτει τον κανόνα της συγκεκριμένης προθεσμίας, εντός της οποίας πρέπει να προβληθεί τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ.
Δικαιολογητική βάση της πρόβλεψης προθεσμίας προβολής της ακυρότητας αποτελεί η ανάγκη για τον αποκλεισμό της διαιώνισης, επ’ αόριστον, της αμφισβήτησης του κύρους των αποφάσεων της ΓΣ. Τούτο συνάγεται, άλλωστε, και από την Εισηγητική Έκθεση του προϊσχύσαντος κ.ν. 2190/1920, όπου επισημαίνεται, ρητά, ο σκοπός της προθεσμίας προβολής ακυρότητας. Τούτη τίθεται «ίνα μη παραμένη επί μακρόν έκθετος απόφασις της γενικής συνελεύσεως». Πιο συγκεκριμένα, ο ορισμός συγκεκριμένης προθεσμίας καλύπτει την ανάγκη εκτεταμένης προστασίας τόσο των μετόχων, της εταιρείας και των συναλλασσόμενων με αυτούς προσώπων όσο και γενικότερα του δημοσίου συμφέροντος. Η προθεσμία προβολής της ακυρότητας απόφασης ΓΣ προστατεύει, κατ΄ ουσίαν, την ασφάλεια των συναλλαγών (1843/2008 ΕφΘεσσ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Συγκεκριμένα, όπως ρητά προβλέπεται, η ακυρότητα απόφασης ΓΣ μπορεί να προβληθεί εντός ενός έτους από τη λήψη της απόφασης ή, αν η απόφαση υποβάλλεται σε δημοσιότητα, από την καταχώρισή της στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρ. 138 §4 εδ. α΄). Η παρέλευση της προθεσμίας αυτής λαμβάνεται (και) αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο.
Η συγκεκριμένη, ενιαύσια, προθεσμία προσδιορίζεται, ρητά, ως αποσβεστική. Τούτη μάλιστα, δεν συμπληρώνεται πριν από την πάροδο μηνός από τη χορήγηση στο μέτοχο του πρακτικού ΓΣ, όπου έχει καταχωρισθεί η άκυρη απόφαση. Υπό την προϋπόθεση, ωστόσο, ότι ο μέτοχος ζήτησε το πρακτικό εντός της σχετικής προθεσμίας (άρ. 134 §2 εδ. δ΄).
Η ρύθμιση της συγκεκριμένης, ενιαύσιας, προθεσμίας συνιστά διάταξη αναγκαστικού δικαίου. Δεν είναι, κατά τούτο, δυνατή η καταστατική σύντμηση ή παράτασή της.
Είναι ορθή η άποψη που υποστηρίζει πως σε περίπτωση εκκρεμοδικίας αναγνωριστικής αγωγής ακυρότητας απόφασης ΓΣ -και εφόσον δεν προβλέπεται άλλη προθεσμία για διενέργεια διαδικαστικών πράξεων- η παραγραφή διακόπτεται όχι μόνον με την άσκησή της αλλά και (εκ νέου) αν κάποιος από τους διαδίκους επισπεύσει την πρόοδό της (κατ’ αρ. 261§1 ΑΚ). Δε μοιάζει, αντίθετα, ορθή η άποψη που υποστηρίζει πως η παραγραφή δεν θεωρείται ότι διακόπηκε από την έγερση αγωγής, αν ο δικαιούχος παραιτήθηκε ή τούτη απορρίφθηκε τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς αλλά ο τελευταίος εγείρει εκ νέου την εν λόγω αγωγή εντός εξαμήνου (κατ’ άρ. 263 εδ. β’).
Άπρακτη Παρέλευση Προθεσμίας Προβολής Ακυρότητας – Ίαση Ακυρότητας
Σε περίπτωση που η, ανωτέρω αναφερόμενη, ενιαύσια προθεσμία παρέλθει άπρακτη, η προβολή ακυρότητας της απόφασης ΓΣ δεν είναι, πλέον, δυνατή. Το ελάττωμα δεν εξαλείφεται (προφανώς)˙ λόγω, όμως, της αδυναμίας προβολής του, επέρχονται τα αποτελέσματα της απόφασης: η ελαττωματική απόφαση ισχυροποιείται. Επέρχεται, αυτοδικαίως-κατά το συνήθως λεγόμενο, «η ίασή της έναντι πάντων». Και, μάλιστα, από τον χρόνο λήψης της. Τούτο, δε, έχει ως αποτέλεσμα να επέρχεται η ίαση και των μεταγενέστερων νομικών πράξεων και αποφάσεων, οι οποίες εδράζονται σε αυτήν την (αρχικώς) άκυρη και επιγενομένως ισχυροποιηθείσα απόφαση της ΓΣ. Υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι δεν έχει αναγνωριστεί, τελεσίδικα, η ακυρότητα (και) των επιγενομένων, αυτών, νομικών πράξεων.
Ανεπίδεκτες Ίασης Αποφάσεις ΓΣ
Ο νομοθέτης προβλέπει, ωστόσο, δύο περιπτώσεις ελαττωματικών αποφάσεων, στις οποίες η προβολή της σχετικής ακυρότητας δεν υπόκειται σε συγκεκριμένη προθεσμία. Κατά συνέπεια, ως προς τις συγκεκριμένες αποφάσεις, δεν δύναται να επέλθει η ίασή τους (ισχύει, δηλαδή, ότι και για την ακυρότητα των δικαιοπραξιών του άρ. 180 ΑΚ).
Η προβολή, συγκεκριμένα, της ακυρότητας δεν υπόκειται σε προθεσμία: (α) σε περίπτωση που, με τροποποίηση του καταστατικού, ο σκοπός της εταιρείας καθίσταται παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη. Επίσης, (β) όταν από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (άρ. 138 §4 εδ. γ΄).
Χρονικοί Περιορισμοί Προβολής Ακυρότητας
Ο νομοθέτης προβλέπει δύο, ακόμα, περιπτώσεις εξαιρέσεων από τον κανόνα της ενιαύσιας παραγραφής. Τούτες μεταβάλλουν το απώτατο χρονικό όριο εντός του οποίου μπορεί να προβληθεί τυχόν ακυρότητα απόφασης ΓΣ (άρ. 138 §5 εδ. α΄).
Συγκεκριμένα:
(α) Δεν μπορεί να προβληθεί η ακυρότητα αποφάσεων με αντικείμενο την έκδοση τίτλων που πρόκειται να εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε ΠΜΔ, μετά την έναρξη διαπραγμάτευσης των εν λόγω τίτλων.
(β) Ομοίως, δεν μπορεί να προβληθεί η ακυρότητα αποφάσεων, σε περίπτωση έκδοσης τίτλων με δικαίωμα προτίμησης, μετά την αποκοπή του εν λόγω δικαιώματος.
Σημειώνεται, ωστόσο, πως οι εν λόγω περιορισμοί δεν ισχύουν στην περίπτωση που από την απόφαση προκύπτει διαρκής παραβίαση διατάξεων αναγκαστικού δικαίου (άρ. 138 §5 εδ. γ΄).
Οι συγκεκριμένες εξαιρέσεις αποδεικνύουν, για μια ακόμα φορά, την υπέρτερης σημασίας ανάγκη ασφάλειας των συναλλαγών. Επίσης, την ανάγκη διασφάλισης της εμπιστοσύνης στην αγορά σε σχέση με την ικανοποίηση ατομικών συμφερόντων των μετόχων.
Στο εν λόγω πλαίσιο, κατά την ορθότερη άποψη, ακόμα κι αν η προβολή της ακυρότητας συντελεστεί εμπροθέσμως αλλά, παρόλα αυτά, οι τίτλοι εισαχθούν σε ρυθμιζόμενη αγορά, δεν επέρχεται η ανατροπή των συναλλαγών. Τούτου δοθέντος εκείνος που έχει έννομο συμφέρον έχει τη δυνατότητα, πέραν της δυνατότητας προβολής της ακυρότητας, να αιτηθεί την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας πριν την εισαγωγή των τίτλων προς διαπραγμάτευση.
Εκείνος που ζημιώνεται από την απόφαση της ΓΣ και την αδυναμία ανατροπής των αποτελεσμάτων της είναι δυνατό να αξιώσει από την ΑΕ αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη, εντός της συγκεκριμένης ενιαύσιας προθεσμίας (άρ. 138 §5 εδ. β΄). Η ευθύνη της εταιρείας είναι, στην προκειμένη περίπτωση, αντικειμενική. Ταυτόχρονα, όμως, ο ζημιωθείς μπορεί να στραφεί κατά τις γενικές διατάξεις, και έναντι άλλων, εκτός από την εταιρεία προσώπων, για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη.
Ενέργεια Αναγνωριστικής Δικαστικής Απόφασης & Προστασία Καλόπιστων Τρίτων
Η τελεσίδικη δικαστική απόφαση που αναγνωρίζει την ακυρότητα της απόφασης ΓΣ παράγει αποτελέσματα έναντι πάντων (erga omnes ισχύς˙ δηλ. έναντι: μετόχων, μελών ΔΣ & τρίτων).
Η έκταση του δεδικασμένου της εν λόγω αναγνωριστικής απόφασης αποτελεί εξαίρεση στην έκταση του, κατά κανόνα, δεδικασμένου των αναγνωριστικών αποφάσεων που καταλαμβάνει μόνο τους διαδίκους. Σημειώνεται, βέβαια, ότι λόγω της έκτασης της ισχύος του υποκειμενικού δεδικασμένου και σε μη διαδίκους-τρίτα πρόσωπα, η σχετική απόφαση χαρακτηρίζεται από μερίδα της θεωρίας, και ορθά, ως διαπλαστική με ακυρωτική λειτουργία (18/2001 ΟλΑΠ, ΤΝΠ Qualex).
Η συγκεκριμένη διαφοροποίηση της ενέργειας της σχετικής απόφασης, έχει ως δικαιολογητική βάση την ασφάλεια των συναλλαγών. Η έκδοση απόφασης με την οποία αναγνωρίζεται η ακυρότητα της απόφασης και η μη παραγωγή των συναφών αποτελεσμάτων, ανατρέπει και όσες επιγενόμενες αποφάσεις και ενέργειες βασίστηκαν στην τελευταία. Οι αποφάσεις αυτές αλλά και οι ενέργειες που ακολούθησαν, πιθανώς να επηρεάζουν και πρόσωπα εκτός της εταιρείας. Πρέπει, συνεπώς, να διασφαλιστεί η αποφυγή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, οι οποίες θα προκαλούσαν ανασφάλεια στις συναλλαγές.
Βέβαια, ακόμα και στην περίπτωση αναγνώρισης της ακυρότητας της απόφασης, η οποία δεσμεύει και τρίτους-μη διαδίκους, οι καλόπιστοι τρίτοι προστατεύονται. Τα δικαιώματα που απέκτησαν οι τελευταίοι (:καλόπιστοι τρίτοι) αγνοώντας την ακυρότητα της απόφασης-παρά την erga omnes ισχύ της, δεν θίγονται, ομοίως, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών. Όμως οι τρίτοι φέρουν, εύλογα, το βάρος να αποδείξουν την καλή τους πίστη (κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρ. 137 §10 εδ. γ΄).
Από την ως άνω, erga omnes, ισχύ της απόφασης που διαγιγνώσκει την ακυρότητα της απόφασης της ΓΣ, διαφοροποιείται η ισχύς της αντίστοιχης απορριπτικής. Το δεδικασμένο αυτής ισχύει, αποκλειστικά, μεταξύ των διαδίκων.
Δημοσιότητα
Ο νομοθέτης προβαίνει σε ρητή πρόβλεψη σχετικά με τη δημοσιότητα της αγωγής ακυρότητας και των σχετικών δικαστικών αποφάσεων στο πλαίσιο προβολής ακυρότητας (:δηλωτικός χαρακτήρας δημοσιότητας): η αγωγή για την αναγνώριση της ακυρότητας απόφασης ΓΣ, που έχει καταχωρισθεί στο Γ.Ε.ΜΗ., η δικαστική απόφαση παντός βαθμού δικαιοδοσίας που αναγνωρίζει την ακυρότητά της και η δικαστική απόφαση με την οποία διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα ή αναστέλλεται η ισχύς της υποβάλλονται σε δημοσιότητα (άρ. 138 §8).
Επανάληψη Άκυρης Απόφασης
Σε περίπτωση άκυρης απόφασης ΓΣ, η μεταγενέστερη επικύρωση αυτής δεν καθίσταται δυνατή. Είναι δυνατή, όμως, η λήψη νέας απόφασης, η οποία, για να είναι έγκυρη, πρέπει να τηρηθούν όλοι οι απαιτούμενοι από τον νόμο και το καταστατικό όροι (1074/2016 ΠολΠρωτΑθ, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Συγκεκριμένα, επί άκυρης απόφασης, της οποίας το ελάττωμα εδράζεται στο περιεχόμενο της λόγω αντίθεσης του προς τον νόμο ή το καταστατικό, η ΓΣ είναι δυνατό να συνέλθει εκ νέου, προκειμένου να λάβει νέα απόφαση, χωρίς το σχετικό ελάττωμα. Δεδομένης, μάλιστα, τη ακυρότητας της προγενεστέρως ακυρωθείσας απόφασης της ΓΣ, η επιγενομένως συγκληθησόμενη (για να λάβει απόφαση χωρίς το σχετικό ελάττωμα), εύλογα θα δικαιούται να αγνοήσει την ακυρωθείσα-ως μηδέποτε ληφθείσα.
Στην περίπτωση, πάντως, που το σχετικό ελάττωμα της απόφασης αφορά στην έλλειψη σύγκλησης της ΓΣ, είναι δυνατή η εκ νέου σύγκλησή της. Αυτή την φορά με νόμιμο, αυτονοήτως, τρόπο, ώστε να λάβει απόφαση με το αυτό περιεχόμενο.
Η επανάληψη της άκυρης απόφασης ΓΣ χωρίς το ελάττωμά της είναι, κατά τα προαναφερθέντα, δυνατή. Ωστόσο, η νέα απόφαση δεν αποκτά αναδρομική ισχύει και δεν υποκαθιστά την άκυρη απόφαση. Ενεργεί, αποκλειστικά, για το μέλλον.
Καθώς η (ενδεχόμενη) ακυρότητα απόφασης της ΓΣ έχει, κατά κανόνα, εξαιρετικά σημαντικές συνέπειες στη ζωή της ΑΕ, τίθενται όχι μόνον αυστηρές προϋποθέσεις για την κήρυξή της αλλά και αυστηρές προθεσμίες για την προβολή της. Μια τέτοια ακύρωση μπορεί να επιφέρει, ως επακόλουθη συνέπεια, ζημία στην ΑΕ αλλά και σε τρίτους. Ουδεμία, λοιπόν, χωρεί αμφιβολία για την (μέγιστη) μέριμνα που θα πρέπει να λαμβάνεται κατά το στάδιο λήψης της απόφασης της ΓΣ αλλά και, επιγενομένως, μέχρι την ίασή της.-
Managing Partner
Koumentakis and Associates Law Firm
Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).