Η Διάρκεια της ΑΕ
(άρθρο 8 ν.4548/2018)
Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας ασχοληθήκαμε με το καταστατικό της ΑΕ και επιμέρους διατάξεις του. Στο ελάχιστο υποχρεωτικό περιεχόμενο αυτού εντάσσεται, μεταξύ άλλων, και η διάρκεια της ΑΕ. Το συγκεκριμένο ζήτημα δεν είναι μεν περίπλοκο δεν είναι όμως και λιγότερο σημαντικό. Περί αυτού το παρόν.
Εισαγωγικά
Η διάρκεια της εταιρείας είναι δυνατό να οριστεί είτε ως ορισμένου είτε ως αορίστου χρόνου. Υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς και υπό την ισχύ του κ.ν.2190/1920 δεν προβλεπόταν η δημιουργία ΑΕ (ούτε, πολύ περισσότερο, η τροποποίησή της σε) αορίστου χρόνου. Το κείμενο του νόμου δεν επέτρεπε ρητά τη δυνατότητα αυτή. Παρ’ όλ’ αυτά, η θεωρία δεν απέκλειε το συγκεκριμένο ενδεχόμενο και σχετικές θέσεις επί του ζητήματος τάσσονταν υπέρ της δυνατότητα σύστασης ΑΕ αορίστου χρόνου. Η κρατούσα, όμως, άποψη παρέμενε, πάντοτε, αρνητική.
Διάρκεια Ορισμένου Χρόνου
Στην περίπτωση που επιλεγεί από τους ιδρυτές η διάρκεια της εταιρείας ως ορισμένου χρόνου, ο προσδιορισμός αυτού στο καταστατικό είναι απαραίτητος. Εντάσσεται, λοιπόν, στο ελάχιστο υποχρεωτικό περιεχόμενο του καταστατικού. Ελλείψει οποιασδήποτε πρόβλεψης σχετικά με τη διάρκεια, η εταιρεία θα πρέπει να λογίζεται ως αορίστου χρόνου.
Ο χρόνος της διάρκειας ορίζεται σε έτη. Δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός της διάρκειας σε ημέρες ή μήνες ή η πρόβλεψη συγκεκριμένης ημερομηνίας λήξης-μολονότι μια τέτοια επιλογή μοιάζει να στερείται επαρκούς λογικής αλλά και αιτιολογικής βάσης. Το γράμμα της διάταξης δεν αφήνει περιθώριο διαφορετικού προσδιορισμού παρά, αποκλειστικά, σε έτη.
Το χρονικό σημείο εκκίνησης της διάρκειας της ΑΕ τοποθετείται στην ημέρα σύστασής της. Το χρονικό αυτό σημείο τοποθετείται, κατά λογική ακολουθία, στην ημερομηνία δημοσίευσης της ΑΕ στο ΓΕΜΗ.
Η λήξη της επέρχεται με τη συμπλήρωση ολόκληρης της τελευταίας ημέρας του τελευταίου χρόνου της διάρκειάς της. Δεν απαιτείται η τήρηση οποιουδήποτε περαιτέρω τύπου ή διαδικασίας. Ωστόσο, όπως έχει αναφερθεί και σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, μετά την πάροδο του χρόνου διάρκειας και τη λύση της εταιρείας, ο νομοθέτης προβλέπει τη δυνατότητα (και παρέχει την ευχέρεια) της αναβίωσης της ΑΕ.
Παράταση, Σύντμηση & Τροποποίηση της Διάρκειας
Ο νομοθέτης παρέχει τη δυνατότητα τροποποίησης του χρόνου διάρκειας της εταιρείας ορισμένου χρόνου. Η παράταση του χρόνου διάρκειας λαμβάνει χώρα με λήψη απόφασης από τη ΓΣ. Η τελευταία είναι αποκλειστικά αρμόδια για την απόφαση αυτή. Τα αντίστοιχα βέβαια θα πρέπει να θεωρήσουμε πως ισχύουν κατά λογική ακολουθία-παρά την έλλειψη ρητής νομοθετικής πρόβλεψης, και όσον αφορά την σύντμηση της διάρκειάς της. Στην περίπτωση της παράτασης, αυτή ορίζεται σε έτη κατά τα οποία η διάρκεια παρατείνεται˙ αντίστοιχα θα πρέπει να θεωρήσουμε και επί σύντμησης. Αν δεν ορίζεται το χρονικό διάστημα της ενδεχόμενης παράτασης, θα πρέπει να λογίζεται ότι η εταιρεία μετατρέπεται σε αορίστου χρόνου. Η απόφαση για την τροποποίηση της διάρκειας θα πρέπει να ληφθεί με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία. Θα λάβει χώρα, τότε, τροποποίηση του αντίστοιχου άρθρου του καταστατικού.
Είναι δυνατή, επίσης, η μετατροπή της εταιρείας ορισμένου χρόνου σε αορίστου και το αντίστροφο. Η απόφαση αυτή θα πρέπει να ληφθεί, επίσης, από τη ΓΣ με αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία.
Δυνατότητα(;) Σιωπηρής Ανανέωσης
Την θεωρία έχει απασχολήσει η δυνατότητα σιωπηρής ανανέωση της διάρκειας των κεφαλαιουχικών εταιρειών (όπως εν προκειμένω η ΑΕ), η οποία συμβαίνει και επί προσωπικών εταιρειών κατ’ εφαρμογή της σχετικής διάταξης (769ΑΚ). Σύμφωνα με την τελευταία η συνέχιση λειτουργίας της εταιρείας μετά την πάροδο του ορισμένου χρόνου διάρκειάς της, οδηγεί σε σιωπηρή ανανέωσή της. Ωστόσο, η άποψη περί εφαρμογής της και στις κεφαλαιουχικές -συμπεριλαμβανομένης και της ΑΕ- απορρίπτεται καθολικά. Η διάταξη του άρ.769 ΑΚ στις λοιπές εταιρείες δικαιολογεί δογματικά την παράταση της διάρκειας των εταιρειών ως συμβατικών σχέσεων μεταξύ των εταίρων. Τέτοια αντίστοιχη σχέση των μετόχων της ΑΕ μεταξύ τους δεν υφίσταται. Συνεπώς, η εφαρμογή της και στην περίπτωση της ΑΕ δεν συνάδει δογματικά. Πέραν των δογματικών υφίστανται και δικαιοπολιτικοί λόγοι που οδηγούν στην απόρριψη της σιωπηρής ανανέωσης στις κεφαλαιουχικές εταιρείας. Η λύση του νομικού προσώπου, λοιπόν, και η θέση του σε εκκαθάριση αποτελούν γεγονότα και δεδομένα για τα οποία οι δανειστές της εταιρείας πρέπει να λαμβάνουν γνώση. Η ασφάλεια των συναλλαγών, επομένως, επιρρωνύει την απόρριψη εφαρμογής του άρ. 769 ΑΚ. Δεν θα πρέπει, επίσης, να διαλάθει της προσοχής μας πως η παράταση της διάρκειας της εταιρείας συνεπάγεται τροποποίηση του καταστατικού. Το τελευταίο ως κανονιστική δικαιοπραξία δεν τροποποιείται σιωπηρά, όπως θα μπορούσε να συμβεί σε μια σύμβαση. Απαιτείται, αντίθετα, απόφαση ΓΣ, με αποτέλεσμα να αποκλείεται η σιωπηρή τροποποίηση της διάταξης που ρυθμίζει τη διάρκεια της εταιρείας.
Διάρκεια Αορίστου Χρόνου
Όσον αφορά την περίπτωση της αορίστου χρόνου, στο παρελθόν είχε αμφισβητηθεί η εν λόγω δυνατότητα σύστασης ΑΕ ως τέτοιας. Κατά την κρατούσα άποψη αυτή δεν ήταν δυνατή. Η πρόβλεψη διάρκειας αορίστου χρόνου για την ΑΕ με ρητή νομοθετική πρόβλεψη υπήρξε καινοτομία του ν.4548/2018. Το άρ. 8, το οποίο τιτλοφορείται ως «Διάρκεια της εταιρείας», αποτέλεσε ενσωμάτωση της αντίστοιχης ενωσιακής ρύθμισης. Πρόκειται για τη ρύθμιση της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1132. Σε αυτήν προβλέπεται η επ’ αόριστον διάρκεια εταιρείας. Ο Έλληνας νομοθέτης σκοπίμως δεν χρησιμοποίησε την εν λόγω διατύπωση. Σκοπίμως επέλεξε να δημιουργήσει μια κατηγορία ΑΕ αορίστου χρόνου. Με αυτήν την έννοια δεν εννοείται ότι η ΑΕ διαθέτει περιορισμένη διάρκεια, η οποία δεν έχει απλώς οριστεί. Αντιθέτως, αυτή η νέα κατηγορία διάρκειας ΑΕ σημαίνει ότι η εταιρεία συστήνεται για απεριόριστη -χωρίς χρονικό περιθώριο- διάρκεια «ζωής». Πρόκειται, δηλαδή, για ΑΕ, η οποία δεν λύεται εξαιτίας της παρόδου ορισμένου χρόνου.
Στην περίπτωση της ΑΕ αορίστου χρόνου δεν απαιτείται σχετική καταστατική ρύθμιση. Δεν είναι απαραίτητο, σύμφωνα και με όσα προαναφέρθηκαν, να γίνει ρητή αναφορά περί του αόριστου χρόνου διάρκειάς της.
Η ΑΕ αορίστου χρόνου λύεται για όλους τους λόγους για τους οποίους λύεται οποιαδήποτε ΑΕ (:αρ. 164). Εξαιρείται, προφανώς, ο λόγος λύσης της λόγω παρόδου του καταστατικού χρόνου της διάρκειάς της.
Σημαντικό πλεονέκτημα της αορίστου χρόνου διάρκειας αποτελεί η έλλειψη ανάγκης παράτασής της. Αποφεύγονται, με τον τρόπο αυτό, περιττά κόστη κυρίως, όμως, δυσλειτουργίες στη ζωή και επιχειρηματική της δράση.
Η πρόβλεψη για τον χρόνο διάρκειας της ΑΕ δεν είναι ήσσονος σημασίας για το καταστατικό της ΑΕ˙ πολύ περισσότερο για τους δανειστές και μετόχους της. Μοιάζει πως οι τελευταίοι δεν μπορούν να έχουν κανέναν, απολύτως, λόγο να επιλέξουν ορισμένου χρόνου διάρκεια ζωής της εταιρείας τους. Είναι αλήθεια, όμως, πως η ορισμένου χρόνου διάρκεια μπορεί και να μην αποτελεί πρόβλημα αλλά, προφανή, λύση σε περισσότερο σύνθετες ή αφοπλιστικά απλές επιχειρηματικές συνέργειες. Σε κάθε περίπτωση: το σύνολο των καταστατικών ρυθμίσεων κατά την ίδρυση, βεβαίως και των συναφών τροποποιήσεών τους σε κάθε επόμενη χρονική στιγμή, υφίσταται έλεγχο νομιμότητας από μέρους των αρμοδίων αρχών. Περί αυτών, όμως, σε επόμενη αρθρογραφία μας.
Managing Partner
Koumentakis and Associates Law Firm
Σημ.: Το παρόν άρθρο αποτελεί τμήμα ευρύτερης ενότητας αρθρογραφίας της Δικηγορικής μας Εταιρείας για τις ΑΕ. Στην ενότητα αυτή επιχειρούμε την ανάλυση, άρθρο προς άρθρο-με business view, πάντα, προσέγγιση, του νόμου για τις ΑΕ (:4548/2018).
