Μια παλαιά διάκριση του Εργατικού Δικαίου είναι εκείνη ανάμεσα στους υπαλλήλους και τους εργάτες/εργατοτεχνίτες. Μια διάκριση που κατέληγε, συχνά, σε σημαντικά ευνοϊκότερες ρυθμίσεις για τους πρώτους. Οι νομοθετικές προβλέψεις, όμως, εξισώνουν, ολοένα και περισσότερο στο πέρασμα του χρόνου, τις συγκεκριμένες κατηγορίες. Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται και ο πρόσφατος εργασιακός νόμος (:ν. 4808/2021), που κατάργησε τη σημαντικότερη σε ισχύ διαφοροποίηση (:το ύψος της αποζημίωσης απόλυσης). Εντούτοις, η συγκεκριμένη διάκριση (:υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες) εξακολουθεί να δημιουργεί προβληματισμούς. Και οι ρυθμίσεις του αρμόδιου Υπουργείου επίσης. Υπάρχει, άραγε, άρρηκτος δεσμός του μισθού με τον υπάλληλο και του ημερομισθίου με τον εργατοτεχνίτη; Μπορούμε να συμφωνήσουμε τα αντίστροφα;
Υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες: τα κριτήρια της διάκρισης
Το ουσιαστικό κριτήριο
Κριτήριο για τη διάκριση μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών είναι το είδος της παρεχόμενης εργασίας. Η σωματική εργασία είναι συνυφασμένη με τον εργατοτεχνίτη˙ η πνευματική με τον υπάλληλο.
Κατά το νόμο: «Ιδιωτικός υπάλληλος κατά την έννοιαν του παρόντος Νόμου θεωρείται παν πρόσωπον κατά κύριον επάγγελμα ασχολούμενον επ` αντιμισθία ανεξαρτήτως τρόπου πληρωμής, εις υπηρεσίαν ιδιωτικού καταστήματος, γραφείου ή εν γένει επιχειρήσεως ή οιασδήποτε εργασίας και παρέχον εργασίαν αποκλειστικώς ή κατά κύριον χαρακτήρα μη σωματικήν. Δεν θεωρούνται ιδιωτικοί υπάλληλοι, οι υπηρέται πάσης κατηγορίας καθώς και παν εν γένει πρόσωπον το οποίον χρησιμοποιείται εν τη παραγωγή αμέσως ως Βιομηχανικός, Βιοτεχνικός, Μεταλλευτικός ή Γεωργικός εργάτης ή ως βοηθός ή μαθητευόμενος των εν λόγω κατηγοριών ή παρέχει υπηρετικάς εν γένει υπηρεσίας» (άρ. 1 ν.δ. 2655/53 «περί τροποποιήσεως…του ν. 2112/1920 περί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας»).
Ο Άρειος Πάγος, εξειδικεύοντας το συγκεκριμένο-ουσιαστικό κριτήριο, πάγια δέχεται: «…Εργασία δε εργάτη θεωρείται εκείνη που προέρχεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από την καταβολή σωματικής ενέργειας, ενώ, όταν η εργασία είναι προϊόν πνευματικής καταβολής, τότε και εφόσον ο εργαζόμενος έχει την κατάρτιση και εμπειρία που απαιτείται γι` αυτήν και την εκτελεί με υπευθυνότητα, θεωρείται εργασία υπαλλήλου και εκείνοι που την ασκούν ανήκουν στην κατηγορία των ιδιωτικών υπαλλήλων.
Συνεπώς, για τον χαρακτηρισμό προσώπου ως υπαλλήλου, απαιτείται εξειδικευμένη εμπειρία, θεωρητική μόρφωση και ιδίως ανάπτυξη πρωτοβουλίας και ανάληψη ευθύνης κατά την εκτέλεση της εργασίας, διότι μόνο όταν συντρέχουν αυτά τα στοιχεία κατά την εκτέλεση της εργασίας το πνευματικό στοιχείο υπερτερεί του σωματικού (Ολ. ΑΠ 295/1969, ΑΠ 661/2019, ΑΠ 1391/2018, ΑΠ 1114/2017, ΑΠ 1405/2014).» (ενδ.: 355/2021 ΑΠ).
Στο ως άνω πλαίσιο προσδιορισμού του περιεχομένου του ουσιαστικού κριτηρίου, έχουν κριθεί ως υπάλληλοι (ενδ.): ο προϊστάμενος εργατών σε εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας (257/1990 ΑΠ), ο μηχανικός συντηρητής (743/1993 ΑΠ), ο εργοδηγός σε εργοστάσιο σαπωνοποιίας που είναι επιφορτιζόμενος με την ευθύνη της παραγωγής (591/1953 ΑΠ), η κομμώτρια (1437/2004 ΑΠ). Αντίθετα, έχουν χαρακτηριστεί εργάτες: ο κλητήρας (132/1990 ΑΠ), η καθαρίστρια (464/2014 ΑΠ), ο φύλακας εργοστασίου (932/1983 ΑΠ), ο κόπτης ανδρικών ενδυμάτων που χρησιμοποιεί τεχνικά μέσα (1461/1987 ΑΠ).
Το τυπικό κριτήριο
Σε κάποιες, όμως, περιπτώσεις, παρέλκει ο έλεγχος, με βάση το ουσιαστικό κριτήριο, για τον χαρακτηρισμό ενός εργαζομένου ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη. Αυτό συμβαίνει όταν ο ίδιος ο νόμος αποδίδει σε κάποιες κατηγορίες εργαζομένων την ιδιότητα του υπαλλήλου-υπό την προϋπόθεση της συνδρομής συγκεκριμένων τυπικών προϋποθέσεων (:τυπικών προσόντων).
Ο νομοθέτης έχει χαρακτηρίσει, λ.χ., ως υπαλλήλους: τους κατώτερους υγειονομικούς (ν.δ. 199/1936), τους πτυχιούχους Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων (ν. 567/1937), τους ηλεκτροτεχνίτες, ηλεκτροσυγκολλητές, ραδιοτεχνίτες και θερμαστές ξηράς (ν.δ. 3763/1957) κ.α.
Είναι αλήθεια πως ορισμένες από τις προαναφερόμενες περιπτώσεις εργαζομένων ενδεχομένως θα τις χαρακτηρίζαμεως εργατοτεχνίτες, χρησιμοποιώντας το ουσιαστικό, μόνον, κριτήριο-χωρίς της σχετική νομοθετική πρόβλεψη.
Το αδιάφορο του τρόπου αμοιβής
Η διάκριση μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών παρουσιάζεται ιδιαιτέρως δυσχερής σε ορισμένες περιπτώσεις. Αντίστοιχα και ο χαρακτηρισμός ενός εργαζομένου ως υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη. Ένα είναι βέβαιο: κριτήριο για τον χαρακτηρισμό δεν μπορεί να αποτελέσει ο τρόπος αμοιβής του εργαζομένου.
Ο συνηθισμένος τρόπος αμοιβής των εργατοτεχνιτών είναι το ημερομίσθιο. Αντίθετα, των υπαλλήλων, ο μισθός. Όμως, παρά τη συνήθη πρακτική είναι, σαφώς, επιτρεπτή η καταβολή μισθού στους εργατοτεχνίτες και αντίστοιχα, ημερομισθίου στους υπαλλήλους.
Τούτο προκύπτει, σαφώς, και από την προαναφερθείσα διάταξη (:άρ. 1, ν.δ. 2655/53), όπου ως ιδιωτικός υπάλληλος προσδιορίζεται «…παν πρόσωπον κατά κύριον επάγγελμα ασχολούμενον επ` αντιμισθία ανεξαρτήτως τρόπου πληρωμής…».
Η ίδια, ακριβώς, θέση υιοθετείται και από τη νομολογία. Συγκεκριμένα, γίνεται δεκτό ότι: «…η διάκριση του μισθωτού ως εργάτη ή υπαλλήλου εξαρτάται από το είδος της παρεχομένης εργασίας και όχι από τον περιεχόμενο στη σύμβαση χαρακτηρισμό αυτού ή τον τρόπο της αμοιβής του.» (ενδ.: 9671/1999 ΕφΑθ, 839/1987 ΑΠ).
Υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες: η σημασία της διάκρισης
Το προϊσχύσαν καθεστώς
Πριν από τη θέση σε ισχύ του ν. 4808/2021, η διάκριση των εργαζομένων σε υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες εξακολουθούσε να παρουσιάζει ιδιαίτερη σημασία (σχεδόν αποκλειστικά) στην περίπτωση της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου.
Η πρώτη διαφοροποίηση μεταξύ των δύο κατηγοριών αφορούσε την προϋπόθεση της προειδοποίησης πριν την καταγγελία. Ενώ τέτοια προϋπόθεση προβλεπόταν (και προβλέπεται) για τους υπαλλήλους, δεν υπήρχε αντίστοιχη πρόβλεψη για τους εργατοτεχνίτες.
Σημαντικότερη, ωστόσο, ήταν η δεύτερη και αμφιβόλου συνταγματικότητας διαφοροποίηση, η οποία αφορούσε στο ύψος της αποζημίωσης απόλυσης. Η αποζημίωση απόλυσης των υπαλλήλων ήταν σημαντικά υψηλότερη από αυτή των εργατοτεχνιτών.
Το ισχύον καθεστώς
Όπως επισημάναμε, ήδη, σε παλαιότερη αρθρογραφία μας, οι ανωτέρω διαφοροποιήσεις εξισώθηκαν με τον ν. 4808/2021.
Συγκεκριμένα, η διάταξη του άρ. 64 ν. 4808/2021 τιτλοφορείται: «Κατάργηση διάκρισης μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών» και οι προβλέψεις του, πρόσφατα (από 01η.01.2022) τέθηκαν σε ισχύ (άρθρο 80 §2 ν. 4808/2021). Βέβαια, οι διατάξεις του άρθρου αυτού περιορίζονται, εν τέλει, στην κατάργηση των διακρίσεων ως προς την καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου. Με βάση τη συγκεκριμένη διάταξη (§1) καταργείται κάθε διάκριση «…αναφορικά με την προθεσμία προμήνυσης και την καταγγελία των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας.».
Και περαιτέρω: «Ο ν. 2112/1920…, ο ν. 3198/1955…και κάθε άλλη διάταξη, που διέπει την καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας των υπαλλήλων, εφαρμόζονται και επί των εργατοτεχνιτών. Για την εφαρμογή του παρόντος, ως μηνιαίος μισθός του εργατοτεχνίτη λογίζονται τα είκοσι δύο (22) ημερομίσθια, εκτός εάν ήδη αμείβεται με μηνιαίο μισθό» (§§ 2 & 3).
Το ζήτημα της αμοιβής των εργατοτεχνιτών
Τα ελάχιστα κατώτατα (:μισθού και ημερομισθίου)
Η επιλογή των 22 ημερομισθίων από τον νομοθέτη δημιουργεί ερωτηματικά (άρ. 64§3 ν. 4808/2021). Η σύνδεση του μηνιαίου μισθού του εργατοτεχνίτη με το άθροισμα 22 ημερομισθίων δεν έχει κάποιο, προηγούμενο, νομοθετικό έρεισμα.
Ωστόσο, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η επιλογή αυτή του νομοθέτη αποτυπώνει το αδιέξοδο στον τρόπο προσδιορισμού της αμοιβής του εργατοτεχνίτη.
Συγκεκριμένα, η απολύτως πρόσφατη υπ’ αριθμ. 107675/2021 ΥΑ του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (ΦΕΚ Β’ 6263/27.12.2021) προβλέπει τον καθορισμό «…σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 103 του ν. 4172/2013 (Α’ 167), του νόμιμου κατώτατου μισθού και του νόμιμου κατώτατου ημερομισθίου, για πλήρη απασχόληση, για τους υπαλλήλους και τους εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, χωρίς ηλικιακή διάκριση, ως εξής:
α) Για τους υπαλλήλους ο κατώτατος μισθός ορίζεται στα εξακόσια εξήντα τρία ευρώ (663,00 €).
β) Για τους εργατοτεχνίτες το κατώτατο ημερομίσθιο ορίζεται στα είκοσι εννέα ευρώ και εξήντα δύο λεπτά (29,62 €)».
Οι προβληματισμοί
Ο τρόπος αμοιβής (:μισθός vs ημερομίσθιο)
Καταρχάς, το ίδιο το γράμμα της ανωτέρω ΥΑ, προβληματίζει. Όπως, ήδη, επισημάναμε, ο τρόπος αμοιβής των υπαλλήλων και των εργατοτεχνιτών δεν αποτελεί κριτήριο διάκρισής τους. Τόσο οι υπάλληλοι όσο και οι εργατοτεχνίτες είναι δυνατό να αμείβονται με όποιον από τους δύο τρόπους συμφωνήσουν με τον εργοδότη τους.
Ωστόσο, το γράμμα της ΥΑ συνδέει, ατυχώς, τον κατώτατο μισθό με τους υπαλλήλους και το κατώτατο ημερομίσθιο με τους εργατοτεχνίτες.
Ο τρόπος υπολογισμού της αποζημίωσης
Περαιτέρω, όπως ανωτέρω αναφέραμε, ο νομοθέτης στο άρθρο 64 §3 ν. 4808/2021, προκειμένου να υπολογίσει την αποζημίωση απόλυσης του εργατοτεχνίτη, θεωρεί ότι ο υποτιθέμενος μηνιαίος μισθός του ισούται με 22 ημερομίσθια. Ήτοι: (22 Χ 29,62€:) 651,64€. Υπολείπεται, ως εκ τούτου, του κατώτατου μισθού του υπαλλήλου.
Δεδομένη η διάκριση των εργαζομένων στις δύο μεγάλες κατηγορίες (: υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες). Υφίσταται, πράγματι, η συγκεκριμένη διάκριση σε θεωρητικό επίπεδο και θα παραμείνει όσο και η σχετική, εισαγωγικά αναφερόμενη, νομοθετική ρύθμιση. Εναργής όμως προκύπτει, ήδη, η πρόθεση του νομοθέτη για την εξομοίωση των δύο, επιμέρους, κατηγοριών (βλ. εξίσωση αποζημίωσης απόλυσης).
Δεδομένη, στη σκέψη μας όμως-αν και λανθασμένα, η σύνδεση των υπαλλήλων με μηνιαίο μισθό και των εργατών με ημερομίσθιο. Ακόμα και το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο συνεχίζει, απολύτως ατυχώς, να υιοθετεί την συγκεκριμένη, χωρίς οποιοδήποτε έρεισμα, θέση και αντιστοίχιση˙ προσβλέπουμε στη διαφοροποίησή του.
Δεδομένη, τέλος, και αναμενόμενη η ολοσχερής εξάλειψη, προϊόντος του χρόνου, της διάκρισης υπαλλήλων-εργατών.
Μέχρι την ολοσχερή, όμως, εξάλειψή της συγκεκριμένης διάκρισης, τα όποια αποτελέσματά της θα καθίστανται, ολοένα και λιγότερο, ορατά.
Αυτονοήτως όμως και δικαιούμαστε, μέχρι τότε, να συμφωνούμε την καταβολή μισθού σε εργατοτεχνίτες (όπως, εξάλλου, και ημερομισθίου σε υπαλλήλους).-
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 6 Φεβρουαρίου 2022.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.