Ι. Προοίμιο
Το «Κίνημα Δεν Πληρώνω» πρωτοεμφανίστηκε το 2008. Αρχικά ως άρνηση καταβολής διοδίων. Ακολούθως: άρνηση καταβολής αντιτίμου μετακινήσεων στα μέσα μαζικής μεταφοράς, καταβολής του τέλους ακινήτων και της εισφοράς αλληλεγγύης…
Κάποιοι προέβαλαν εαυτούς ως ευφυέστερους ημών, αρνούμενοι να καταβάλλουν τα κατά το νόμο οφειλόμενα. Εμείς, οι λοιποί, συνεχίζαμε…
Το συγκεκριμένο Κίνημα «ξεφούσκωσε» όταν την εξουσία ανέλαβαν κάποιοι από εκείνους που υποδαύλιζαν τις δράσεις του. Κι ακόμα περισσότερο: όταν αποδείχθηκε πως ο νόμος εφαρμόζεται τόσο στους νομοταγείς όσο και στους λοιπούς-τους «έξυπνους».
Ποιες οι συνέπειες, άραγε, της υιοθέτησης της λογικής «Δεν Πληρώνω» από την επιχείρηση όσον αφορά οφειλόμενους μισθούς εργαζομένων της; Όταν μια επιχείρηση επιλέγει να μην εξοφλεί οφειλόμενους μισθούς ενός ή περισσότερων εργαζομένων της; Ή όταν αδυνατεί, πραγματικά, να τους εξοφλήσει;
ΙI. Οι υποχρεώσεις του εργοδότη από τη σύμβαση εργασίας-ειδικά η υποχρέωση καταβολής του μισθού.
1. Όταν ο εργοδότης συνάπτει σύμβαση εργασίας με έναν εργαζόμενο αναλαμβάνει μια σειρά υποχρεώσεων. Μεταξύ αυτών: η προστασία της ζωής, της υγείας και της προσωπικότητας του εργαζομένου.
2. Μια υποχρέωση όμως ξεχωρίζει, ως κύρια, ανάμεσα στις υπόλοιπες. Εκείνη της καταβολής του νόμιμου ή, κατά περίπτωση, του συμφωνημένου μισθού (648 ΑΚ). Είναι η αντιπαροχή του εργοδότη για την εργασία του εργαζόμενου.
Η υποχρέωση του εργοδότη για την καταβολή του νόμιμου (ή συμφωνημένου) μισθού είναι σύνθετη. Καταλαμβάνει την καταβολή του βασικού μισθού. Επίσης και των λοιπών, πρόσθετων, μισθολογικών παροχών-λ.χ. των επιδομάτων.
Ο μισθός δεν αποτελεί μια οποιαδήποτε, ελεύθερα συμφωνούμενη, αντιπαροχή. Πρόκειται για το μέσο βιοπορισμού του εργαζόμενου και της οικογένειάς του. Ακριβώς αυτή του η λειτουργία είναι που επιβάλλει συγκεκριμένα κατώτατα όρια. Πρόκειται για εκείνα (τα κατώτατα όρια) που τίθενται από το νόμο ή συλλογική σύμβαση εργασίας.
3. Ιδιαίτερες νομοθετικές πρόνοιες αποσκοπούν στη προστασία του μισθού και τη διασφάλιση της καταβολής του. Μεταξύ αυτών κι εκείνες που αφορούν τη διεκδίκηση από τον εργαζόμενο του (μη καταβληθέντος) μισθού του-αναλυτικά κατωτέρω υπό ΙΙΙ.
Με τη διάταξη όμως του άρθρου 48 του ν. 4488/2017 προστέθηκε ένα ακόμα όπλο στο οπλοστάσιο που ο εργαζόμενος διαθέτει σε βάρος του εργοδότη του. Ενδεχομένως δυσανάλογα ισχυρό. Συγκεκριμένα, προστέθηκε η διάταξη του άρθρου 636Α στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ). Με αυτήν παρέχεται στον εργαζόμενο, ειδικά, η δυνατότητα έκδοσης διαταγής πληρωμής για οφειλόμενους μισθούς.
ΙII. Οι δυνατότητες του εργαζομένου σε περίπτωση μη καταβολής του μισθού του
Σε περίπτωση που ο εργοδότης δεν καταβάλει τον οφειλόμενο μισθό, ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα:
(α) Να ασκήσει αγωγή. Αιτούμενο; Οι οφειλόμενοι μισθοί και μάλιστα έντοκα από την οφειλόμενη ημέρα καταβολής. Επίσης: αποζημίωση για κάθε ζημία που υπέστη ο εργαζόμενος εξαιτίας της μη καταβολής.
(β) Να ασκήσει αίτηση ασφαλιστικών μέτρων. Αιτούμενο; Η προσωρινή επιδίκαση των απαιτητών μισθών (728 ΚΠολΔ) ή/και κάθε άλλο πρόσφορο μέτρο.
(γ) Να ασκήσει το δικαίωμα επίσχεσης εργασίας. Να σταματήσει, δηλαδή, να παρέχει την εργασία του μέχρι να του καταβάλει ο εργοδότης τους οφειλόμενους μισθούς. Με την άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης, ο εργαζόμενος καθιστά τον εργοδότη «υπερήμερο» ως προς την αποδοχή της εργασίας του. Αυτό σημαίνει, πρακτικά, πως για όσο χρονικό διάστημα ο εργαζόμενος αρνείται να παρέχει την εργασία του (στο πλαίσιο της ασκηθείσας επίσχεσης), ο εργοδότης συνεχίζει να του οφείλει τους μισθούς του. Σαν να εργαζόταν κανονικά.
(δ) Να υποβάλει αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωμής όσον αφορά τους οφειλόμενους μισθούς. Η συγκεκριμένη διαδικασία κινείται, όπως ανωτέρω (υπό ΙI.3) αναφέρθηκε με βάση τη (νεαρά) διάταξη του άρθρου 636Α ΚΠολΔ.
IV. Ειδικότερα: Η έκδοση διαταγής πληρωμής για οφειλόμενους μισθούς στον εργαζόμενο
1. Γενικά
Από τις ανωτέρω (υπό ΙΙΙ) δυνατότητες του εργαζόμενου, η πλέον προβληματική κι επικίνδυνη για τον εργοδότη είναι τελευταία από αυτές. Συγκεκριμένα, η έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του για τους οφειλόμενους μισθούς. Και τούτο γιατί μέσω της συγκεκριμένης διαδικασίας, ο εργαζόμενος απολαμβάνει μια σειρά σημαντικών πλεονεκτημάτων. Τα πλεονεκτήματα αυτά εντοπίζονται στην ευκολία έκδοσης της διαταγής πληρωμής αλλά και στα έννομα αποτελέσματα που αυτή επιφέρει. Και τα συγκεκριμένα πλεονεκτήματα για τον εργαζόμενο ταυτόχρονα αποτελούν, το δίχως άλλο, σημαντικά μειονεκτήματα για τον εργοδότη…
2. Η διάταξη του άρθρου 636Α ΚΠολΔ
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 636Α ΚΠολΔ: «…μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής οφειλόμενου μισθού, εφόσον η σύναψη της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και το ύψος του μισθού αποδεικνύονται με δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή με απόφαση ασφαλιστικών μέτρων, η οποία εκδόθηκε μετά από ομολογία ή αποδοχή της αίτησης από τον οφειλέτη, και εφόσον έχει επιδοθεί έγγραφη όχληση με δικαστικό επιμελητή δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την κατάθεση της αίτησης. Η εργασία που αντιστοιχεί στο μισθό για τον οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωμής τεκμαίρεται ότι έχει παρασχεθεί.»
3. Οι ευχέρειες για τον εργαζόμενο και τα προβλήματα για την επιχείρηση
Η ανωτέρω (υπό 2) ρύθμιση καθίσταται ευεργετική για τον εργαζόμενο και, ταυτόχρονια, ιδιαίτερα προβληματική για την επιχείρηση. Και τούτο γιατί:
(α) Ο εργαζόμενος (πολύ εύκολα) αποκτά εκτελεστό τίτλο σε βάρος της επιχείρησης για τους οφειλόμενους μισθούς του μέσω της έκδοσης διαταγής πληρωμής. Και τούτο σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα και με ιδιαίτερα χαμηλό κόστος. Παράλληλα, με τον συγκεκριμένο εκτελεστό τίτλο (:διαταγή πληρωμής), ο εργαζόμενος μπορεί να επιδιώξει αναγκαστική εκτέλεση (λ.χ. κατάσχεση) σε βάρος του εργοδότη του. Ο (ταχύτατος) εξοπλισμός του εργαζόμενου με τίτλο εκτελεστό είναι αυτός που προσδίδει στην έκδοση διαταγής πληρωμής σημαντικό προβάδισμα έναντι της άσκησης αγωγής για την επιδίωξη των οφειλόμενων μισθών.
(β) Ο εργαζόμενος διευκολύνεται αποδεικτικά μέσω της συγκεκριμένης διαδικασίας. (Το δεδομένο αυτό εξάλλου ρητά αναφέρεται και στην αιτιολογική έκθεση του ν. 4488/2017-που εισήγαγε τη διάταξη του άρθρου 636Α ΚΠολΔ). Ο εργαζόμενος υποχρεούται να αποδείξει εγγράφως τη σύναψη της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και το ύψος του μισθού. Όμως, κατά την αιτιολογική έκθεση του ν. 4488/2017, ο εργαζόμενος μπορεί να χρησιμοποιήσει σωρεία αποδεικτικών εγγράφων, όπως, μεταξύ άλλων «το εκτυπωμένο απόσπασμα από τον ατομικό λογαριασμό του εργαζομένου που τηρείται στο πληροφοριακό σύστημα δημόσιων αρχών, όπως το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων ή οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών, βάσει των στοιχείων που υποβάλλει ο οφειλέτης εργοδότης ή η ίδια η δημόσια αρχή» .
Εφόσον ο εργαζόμενος χρησιμοποιήσει κάποιο από τα συγκεκριμένα έγγραφα, αποκτά σημαντικό (μαχητό έστω) τεκμήριο. Συγκεκριμένα, πως πράγματι παρείχε την εργασία που αντιστοιχεί στους από μέρους του αξιούμενους μισθούς.
Δεν χωρεί αμφιβολία πως με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται αποδεικτικά-σε απόλυτο βαθμό. Σε βάρος του εργοδότη.
(γ) Ο εργαζόμενος αποκτά την εξουσία να κινηθεί τάχιστα και αποτελεσματικά σε βάρος της περιουσίας του εργοδότη του. Ο εργαζόμενος (κάνοντας χρήση της διάταξης του άρθρου 724 ΚΠολΔ), μπορεί να αξιοποιήσει μια ακόμη, μείζονος σημασίας, δυνατότητα που του παρέχεται. Δικαιούται συγκεκριμένα να εγγράψει, βάσει της διαταγής πληρωμής, προσημείωση υποθήκης ή συντηρητική κατάσχεση, στην ακίνητη περιουσία του εργοδότη του. Το σημαντικότερο: δικαιούται να επιβάλει συντηρητική κατάσχεση και σε κάθε άλλο περιουσιακό του στοιχείο. Το ενδεχόμενο όμως που αποδεικνύεται περισσότερο επικίνδυνο για τον εργοδότη είναι η συντηρητική κατάσχεση των τραπεζικών του λογαριασμών και καταθέσεων.
Και όλα τούτα, χωρίς να απαιτείται να του έχει επιδοθεί, έστω, η διαταγή πληρωμής. Ένα τέτοιο «πάγωμα» των τραπεζικών λογαριασμών της επιχείρησης, μόνον απολύτως οδυνηρό και επικίνδυνο είναι δυνατό να αποδειχθεί.
V. Η τυπική προϋπόθεση της (προγενέστερης) εξώδικης δήλωσης του εργαζόμενου και η επαγρύπνηση του εργοδότη
Προκειμένου ο εργαζόμενος να επιτύχει την έκδοση διαταγής πληρωμής για οφειλόμενους μισθούς, οφείλει να έχει οχλήσει εγγράφως τον εργοδότη. Συγκεκριμένα, ο εργαζόμενος θα πρέπει να έχει επιδώσει εξώδικη όχληση στον εργοδότη του δεκαπέντε, τουλάχιστον, ημέρες πριν από την κατάθεση της αίτησης για την έκδοση της σχετικής διαταγής πληρωμής. Η τυπική αυτή προϋπόθεση λειτουργεί ως προειδοποίηση προς τον εργοδότη για την επικείμενη σε βάρος του έκδοση διαταγής πληρωμής, η οποία μπορεί να επιφέρει, σε εξαιρετικά σύντομους χρόνους, τις εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες που ανωτέρω (υπό IV) αναλύθηκαν.
Με την επίδοση λοιπόν μιας τέτοιας εξώδικης δήλωσης, ο εργοδότης οφείλει να ενεργοποιηθεί άμεσα. Συγκεκριμένα, είτε να ξεπεράσει άμεσα την αδυναμία του για καταβολή των οφειλόμενων μισθών είτε να προετοιμαστεί για την άσκηση της προβλεπόμενης ανακοπής (και αναστολής εκτέλεσης;) κατά της διαταγής πληρωμής-και όχι μόνον. Άμυνά του θα αποτελέσει το αποδεικτικό υλικό για τη μη οφειλή των αξιούμενων μισθών (άρθρο 636Α §3 ΚΠολΔ). Ακόμα όμως και στην περίπτωση αυτή οι συνέπειες από την (ενδεχόμενη) δέσμευση των τραπεζικών του λογαριασμών θα παραμείνουν, πιθανότατα, οδυνηρές. Η άμεση συνεργασία με το νομικό του παραστάτη μοιάζει αναγκαία…
VI. Εν κατακλείδι
Ενδεχόμενη αδυναμία (ή άρνηση-ακόμα και δικαιολογημένη) του εργοδότη για καταβολή των μισθών εργαζομένων του, ενεργοποιεί απροσδιόριστα ισχυρές δυνάμεις. Η διάταξη του άρθρου 636Α ΚΠολΔ μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά βλαπτική για τον εργοδότη.
Ο εργαζόμενος στον οποίο (υποστηρίζει πως) οφείλονται μισθοί δικαιούται να προχωρήσει σε έκδοση διαταγής πληρωμής. Στη συνέχεια, χωρίς καν να την επιδώσει, δικαιούται να προβεί σε συντηρητική κατάσχεση των τραπεζικών λογαριασμών του εργοδότη του. Ουσιαστικά να μπλοκάρει απολύτως τη λειτουργία του. Είτε ο εργοδότης πράγματι του οφείλει χρήματα είτε ο εργαζόμενος απλά υποστηρίζει πως του οφείλει. Ακόμα κι αν ο εργαζόμενος είναι κακόπιστος.
Η δυνατότητα του εργαζόμενου να προχωρήσει σε έκδοση διαταγής πληρωμής αποτελεί ένα (άκρως επικίνδυνο και δυσανάλογα ισχυρό) όπλο στα χέρια του.
Ο εργοδότης οφείλει να βρίσκεται σε εγρήγορση. Ιδίως όταν δεχθεί εξώδικη όχληση από εργαζόμενό του για καταβολή μισθών. Ακόμα κι όταν δεν οφείλονται πράγματι.
Λογικές του τύπου «Δεν Πληρώνω» (έστω γιατί) «Δεν Οφείλω» μπορούν να αποδειχθούν, και στην προκειμένη περίπτωση, πολυεπίπεδα προβληματικές. Και επικίνδυνες. Ακόμα και για τη λειτουργία και την ίδια την ύπαρξη της εργοδότριας επιχείρησης.
Σταύρος Κουμεντάκης
Managing Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 5 Ιανουαρίου 2020.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.