Σε προηγούμενη αρθρογραφία μας, αναφερθήκαμε στα βασικά στοιχεία της χρηματοδοτικής μίσθωσης καθώς και στην οικονομική της σημασία για την επιχείρηση. Θα μας απασχολήσουν, εδώ, οι διάφορες μορφές με τις οποίες εμφανίζεται η σύμβαση leasing. Επίσης και τα κρίσιμα νομικά ζητήματα που ενδέχεται να ανακύψουν στο πλαίσιο της σύναψης και της λειτουργίας της.
Μορφές εμφάνισης της χρηματοδοτικής μίσθωσης
Στο πλαίσιο της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων και δεδομένου ότι οι περισσότερες διατάξεις του σχετικού νόμου (:ν. 1665/1986) είναι ενδοτικού δικαίου, η χρηματοδοτική μίσθωση εμφανίζεται στις συναλλαγές σε διάφορες παραλλαγές. Συνοπτικά:
-
Απλή χρηματοδοτική μίσθωση (financial leasing)
Η πλέον σημαντική μορφή χρηματοδοτικής μίσθωσης είναι η απλή χρηματοδοτική μίσθωση (:financial leasing στις διεθνείς συναλλαγές). Ο υποψήφιος μισθωτής απευθύνεται αρχικά στον προμηθευτή και διαπραγματεύεται (συνήθως αυτός) τις προδιαγραφές του πράγματος και το τίμημα. Στη συνέχεια απευθύνεται στην εταιρεία leasing, η οποία αγοράζει ή εισάγει στο όνομά της το πράγμα με τους όρους που συμφώνησε ο μισθωτής, καταβάλει το τίμημα και εντέλλεται τον προμηθευτή να παραδώσει το πράγμα στον μισθωτή, με τον οποίο έχει εν τω μεταξύ συνάψει τη σύμβαση leasing.
-
Μικτή χρηματοδοτική μίσθωση (operating leasing)
Βασικό χαρακτηριστικό της μικτής χρηματοδοτικής μίσθωσης αποτελεί το γεγονός ότι η εκμισθώτρια εταιρεία leasing αναλαμβάνει την πρόσθετη υποχρέωση (εκτός από την παραχώρηση της χρήσης του αντικειμένου) να το διατηρεί κατά τη διάρκεια της μίσθωσης κατάλληλο για τη χρήση που συμφωνήθηκε. Αναλαμβάνει, δηλαδή, την υποχρέωση συντήρησης, επισκευής κτλ. Αυτή η μορφή προτιμάται σε περιπτώσεις που ο υποψήφιος μισθωτής επιθυμεί να καλύψει μία βραχυχρόνια ανάγκη της επιχείρησής του και η διάρκεια της μίσθωσης είναι κατά κανόνα σύντομη. Η εταιρεία leasing, αναλαμβάνοντας την συγκεκριμένη υποχρέωση, οφείλει να διατηρεί το πράγμα σε καλή κατάσταση. Η πρόσθετη ωφέλειά της είναι πως διατηρεί τη δυνατότητα να συνάπτει αντίστοιχες, διαδοχικές, συμβάσεις αποκομίζοντας κέρδος από την επαναλαμβανόμενη μίσθωση του ίδιου πράγματος.
-
Αντίστροφη χρηματοδοτική μίσθωση (sale and lease back)
Στην αντίστροφη χρηματοδοτική μίσθωση η εκμισθώτρια εταιρεία leasing έχει προηγουμένως αγοράσει από τον μισθωτή το πράγμα (κινητό ή ακίνητο) που θα αποτελέσει το αντικείμενο της χρηματοδοτικής μίσθωσης. Με τον τρόπο αυτό ο μισθωτής επιτυγχάνει να ενισχύσει τη ρευστότητά του από το εισπραττόμενο τίμημα χωρίς παράλληλα να στερείται τη χρήση του πράγματος. Στην πράξη καταρτίζονται δύο συμβάσεις (πώληση και μίσθωση), οι οποίες όμως τελούν σε τόσο στενή συνάρτηση μεταξύ τους ώστε η κατάρτιση της μίας να αποτελεί δικαιοπρακτικό θεμέλιο (ή αίρεση) για την κατάρτιση της άλλης. Στο ίδιο πλαίσιο, η λύση της μίας αποτελεί σπουδαίο λόγο για την καταγγελία της άλλης.
-
Χρηματοδοτική υπομίσθωση
Στη μορφή αυτή η εταιρεία leasing δεν αγοράζει το προς μίσθωση αντικείμενο αλλά το μισθώνει από τρίτο και, στη συνέχεια, το υπεκμισθώνει στον (υπο)μισθωτή. Η μορφή αυτή εξυπηρετεί τις εταιρείες leasing, οι οποίες δεν αναλαμβάνουν το πλήρες κόστος αλλά και τον κίνδυνο απόκτησης του πράγματος. Αυτό, ιδίως, συμβαίνει στις περιπτώσεις που το μίσθιο αποτελεί κάποιο εξειδικευμένο αντικείμενο με σπάνια ζήτηση.
Επιμέρους νομικά ζητήματα
Η χρηματοδοτική μίσθωση διέπεται από το ν. 1665/1986, που δεν ρυθμίζει, όμως, την ανώμαλη εξέλιξη της σύμβασης. Το γεγονός ότι συνιστά, ουσιαστικά, μια αρρύθμιστη σύμβαση, έχει δημιουργήσει νομικούς προβληματισμούς ως προς τη νομική της φύση αλλά και τους κανόνες δικαίου που πρέπει να εφαρμόζονται. Αναντίρρητα πρόκειται για μία μικτή σύμβαση, στην οποία ενυπάρχουν υποχρεωτικά στοιχεία μίσθωσης πράγματος και συμφώνου προαιρέσεως και δυνητικά περιλαμβάνονται στοιχεία πώλησης, εντολής κ.α. Παρά το γεγονός ότι υφίσταται διχογνωμία αναφορικά με το εάν το επικρατέστερο στοιχείο της σύμβασης leasing είναι το μισθωτικό ή το πιστωτικό, κρίνεται σκόπιμο κάθε σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης να αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα ανάλογα με τα επιμέρους στοιχεία της.
Αμέσως κατωτέρω επιχειρείται η παρουσίαση των κυριότερων νομικών ζητημάτων που ενδέχεται να ανακύψουν στο πλαίσιο μιας σύμβασης leasing, η εκτενέστερη ανάπτυξη των οποίων εκφεύγει, προδήλως, των ορίων του παρόντος άρθρου.
-
Η σχέση της εκμισθώτριας με τον προμηθευτή
Η εκμισθώτρια συνδέεται με τον προμηθευτή του προς μίσθωση πράγματος με σύμβαση πώλησης. Ωστόσο, πρόκειται για μία σύμβαση πώλησης που παρουσιάζει αρκετές ιδιαιτερότητες και βάσιμα υποστηρίζεται ότι πρόκειται για γνήσια σύμβαση υπέρ τρίτου (του μισθωτή). Ειδικότερα, η εκμισθώτρια αναθέτει συνήθως στον μισθωτή τη διεξαγωγή των διαπραγματεύσεων με τον προμηθευτή, ο οποίος οφείλει να παραδώσει το αντικείμενο της πώλησης (μίσθιο) στον μισθωτή. Εγείρεται, βέβαια, εδώ το ζήτημα της ευθύνης από τις διαπραγματεύσεις αναφορικά με το εάν, σε περίπτωση ζημίας του προμηθευτή, την ευθύνη φέρει η εκμισθώτρια ή ο μισθωτής. Και τούτο μολονότι η ευθύνη της εκμισθώτριας φαίνεται να προκύπτει από το ότι ο μισθωτής ενεργεί ως βοηθός εκπληρώσεως της εκμισθώτριας (ΑΚ 334). Με την οφειλόμενη παράδοση του μισθίου από τον προμηθευτή στον μισθωτή η εκμισθώτρια εκπληρώνει τη σχετική της υποχρέωση έναντι του τελευταίου και αποκτά η ίδια την κυριότητα του μισθίου.
-
Η εκχώρηση των δικαιωμάτων της εκμισθώτριας από την πώληση στο μισθωτή
Είναι συνήθης στην πράξη η συνομολόγηση όρου σύμφωνα με τον οποίο η εκμισθώτρια δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη έναντι του μισθωτή για νομικά ή πραγματικά ελαττώματα ή για έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων. Ως «αντίβαρο» για τον αποκλεισμό της ευθύνης αυτής συνηθίζεται να συμφωνείται η εκχώρηση από την εκμισθώτρια προς τον μισθωτή των σχετικών αξιώσεών της έναντι του προμηθευτή. Πρόκειται για εκχώρηση συγκεκριμένων αξιώσεων και όχι για μεταβίβαση του συνόλου του συμβατικού δεσμού.
Τόσο ο αποκλεισμός της ευθύνης της εκμισθώτριας όσο και η ως άνω εκχώρηση είναι σκόπιμο να συμφωνούνται ρητά στη σύμβαση, ώστε να μην απαιτείται ερμηνεία της σύμβασης για να διαπιστωθεί εάν υφίσταται αποκλεισμός της ευθύνης και εκχώρηση των αξιώσεων αντίστοιχα.
Η ευθύνη για τις άλλες περιπτώσεις μη εκπλήρωσης, δηλαδή της μη παράδοσης ή της καθυστερημένης παράδοσης, βαρύνει την εκμισθώτρια, όπως και στην κοινή μίσθωση. Η συνομολόγηση σχετικής απαλλακτικής ρήτρας με ταυτόχρονη εκχώρηση στο μισθωτή των αντίστοιχων αξιώσεων δεν είναι βέβαιο πως θα κριθεί έγκυρη. Ακόμα όμως και στην περίπτωση αυτή (:κρίση σχετικά με την εγκυρότητά της) δεν θα οδηγηθούμε, κατά κανόνα, στην απαλλαγή της εκμισθώτριας εάν ο μισθωτής δεν καταφέρει να ικανοποιηθεί από τον προμηθευτή. Η οριστική απόφανση επί του ζητήματος είναι θέμα διατύπωσης και ερμηνείας της σχετικής απαλλακτικής ρήτρας.
-
Η ανάληψη από τον μισθωτή του κινδύνου της τυχαίας βλάβης ή καταστροφής του αντικειμένου της χρηματοδοτικής μίσθωσης
Είναι συνήθης η συνομολόγηση όρου στη σύμβαση leasing σύμφωνα με τον οποίο, σε αντίθεση με την κοινή μίσθωση, ο μισθωτής θα φέρει τον κίνδυνο της τυχαίας βλάβης, καταστροφής ή κλοπής του μισθίου. Τούτο σημαίνει ότι ο μισθωτής, σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις αυτές, θα εξακολουθήσει να οφείλει τα μισθώματα στην εκμισθώτρια. Κι όχι μόνον αυτό: θα οφείλει να αποζημιώσει την τελευταία σε περίπτωση που κατά τη λήξη της σύμβασης δεν είναι σε θέση να της αποδώσει τη χρήση του μισθίου.
Ο συγκεκριμένος όρος έχει ως συνέπεια διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του μισθωτή (που αντιβαίνει στα άρθρα 2 § 6 ν. 2251/1994 και 288 ΑΚ). Εύλογα, επομένως, θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί άκυρος ως καταχρηστικός.
Μια τέτοια, ενδεχόμενη, ακυρότητα μπορεί να αποφευχθεί με την εκχώρηση των αξιώσεων που διατηρεί η εκμισθώτρια στον μισθωτή έναντι της ασφαλιστικής εταιρείας για την ασφαλιστική αποζημίωση (:ο μισθωτής υπέχει εκ του νόμου υποχρέωση να διατηρεί ασφαλισμένο το πράγμα για όλους τους ανωτέρω κινδύνους, αλλά ο λήπτης του ασφαλίσματος είναι η εκμισθώτρια ως κυρία του μισθίου). Επίσης και έναντι του τρίτου που έβλαψε ή κατέστρεψε το πράγμα.
-
Το κύρος των Γενικών Όρων Συναλλαγών (ΓΟΣ) που περιλαμβάνονται στη σύμβαση leasing
Είναι σύνηθες στη συναλλακτική πρακτική οι εταιρείες leasing να συμπεριλαμβάνουν στη σύμβαση προδιατυπωμένους όρους (Γενικοί Όροι Συναλλαγών-ΓΟΣ), που (συνήθως) δεν έχουν καταστεί αντικείμενο προγενέστερης ατομικής διαπραγμάτευσης με τον υποψήφιο μισθωτή. Το κύρος των ρητρών υπέρ της εκμισθώτριας σχετικά με τον αποκλεισμό ή τον περιορισμό της ευθύνης της που περιλαμβάνονται σε ΓΟΣ κρίνονται με βάση τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα. Σε κάθε περίπτωση για την εγκυρότητα των ΓΟΣ θα πρέπει να ελέγχεται εάν υφίσταται ουσιώδης διατάραξη των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε βάρος του μισθωτή (η οποία προσκρούει στις διατάξεις των άρθρων 2 § 6 ν. 2251/1994 και 288 ΑΚ). Αξίζει να σημειωθεί, ότι σε περίπτωση που στους ΓΟΣ προβλέπεται παραίτηση του μισθωτή από το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης για σπουδαίο λόγο, η παραίτηση αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί άκυρη. Και τούτο γιατί το δικαίωμα καταγγελίας για σπουδαίο λόγο εδράζεται στην ως αναγκαστικού δικαίου διάταξη του ΑΚ.
Η χρηματοδοτική μίσθωση αποτελεί, αναντίρρητα, εργαλείο χρήσιμο στα χέρια των επιχειρήσεων εξαιτίας των οικονομικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων που παρουσιάζει. Οι ιδιαιτερότητες, ωστόσο, της νομικής της φύσης -αλλά και τα (πολύπλοκα) νομικά ζητήματα που αναφύονται στο πλαίσιο σύναψής της- απαιτούν την ιδιαίτερη προσοχή των επιχειρήσεων που την επιλέγουν για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών τους αναγκών. Με την κατάλληλη, όμως, νομική καθοδήγηση, τόσο κατά τη σύναψη όσο και κατά τη λειτουργία των συμβάσεων χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι επιχειρήσεις θα απολαύσουν τα σχετικά οφέλη προστατεύοντας, ταυτόχρονα, τα συμφέροντά τους με το βέλτιστο δυνατό τρόπο.-
Ευδοκία Κορνηλάκη
Partner
Υ.Γ. Συνοπτική έκδοση του άρθρου δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, στις 30 Ιουλίου 2023.
Η πληροφόρηση που εμπεριέχεται στο παρόν άρθρο δεν συνιστά (ούτε και έχει σκοπό να αποτελέσει) νομική συμβουλή. Μια τέτοια νομική συμβουλή είναι δυνατό να παρασχεθεί μόνον από αρμόδιο δικηγόρο ο οποίος θα λάβει υπόψη του το σύνολο των δεδομένων που θα του εκθέσετε για την υπόθεσή σας. Αναλυτικά.